Το 1959 ο Μάνος Χατζιδάκις τον έκανε «σολίστ» στις συνθέσεις του. Τα επόμενα χρόνια, ο Γιώργος Ζαμπέτας ξεχώρισε με τις πενιές του. Τις εισαγωγές και τα τραγούδια των Θεοδωράκη, Ξαρχάκου, Πλέσσα, Μαρκόπουλου, Μαρκέα, Καπνίση και πολλών άλλων συνθετών. Έγραψε ακόμα τραγούδια με τους Πυθαγόρα, Καγιάντα, Πρετεντέρη, Παπαδόπουλο, Τζεφρώνη, Μπακογιάννη και Παπαγιαννοπούλου. Συνεργάστηκε στενά με τον κορυφαίο στιχουργό Χαράλαμπο Βασιλειάδη – Τσάντα. Τον ποιητή Δημήτρη Χριστοδούλου και τον Αλέκο Σακελλάριο.
Στο ενεργητικό του περιλαμβάνονται πάνω από 250 τραγούδια, τα περισσότερα από τα οποία έγιναν επιτυχίες. Όπως Πατέρα κάτσε φρόνιμα, Ρωμιός αγάπησε Ρωμιά, Σταλιά-σταλιά, Τι σου ’κανα και μ’ εγκατέλειψες. Τι γλυκό να σ’ αγαπούν, Ο πενηντάρης, Μάλιστα κύριε, Ο πιο καλός ο μαθητής κ.ά.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας είναι γνωστό τοις πάσι πως έφτιαξε μεγάλες καριέρες σε πολλούς καλλιτέχνες. Τραγουδιστές που μέσα από τα τραγούδια του έγιναν πρώτα ονόματα και απόλαυσαν άφθονη δόξα και χρήμα. Όπως οΤόλης Βοσκόπουλος, η Μαρινέλλα, ο Δημήτρης Μητροπάνος, η Βίκυ Μοσχολιού, ο Σταμάτης Κόκοτας, η Δούκισσα κ.α.
Πήρε μέρος σε αρκετές θεατρικές παραστάσεις και κινηματογραφικές ταινίες (Κόκκινα Φανάρια, Λόλα, Οδός Ονείρων κ.ά.).
Ήξερε ποιος ήταν και τι άξιζε
Πηγαίος, αθυρόστομος, χιουμορίστας, αλλά και μάγκας. Αποκριθείς σε ερώτηση δημοσιογράφου για τη σχέση του με το χασίσι, απάντησε: «Αν έχω φουμάρει χασίσι; Λιβααααάδια.
Ο Γιώργος Ζαμπέτας δεν παρίστανε ουδέποτε τον μετριόφρονα. Ήξερε ποιος ήταν και τι άξιζε. Δήλωνε, όμως, καθαρά ότι χρειαζόταν την αγάπη και την υποστήριξη του κόσμου. Της οικογένειας του. Η χαρά του, όταν ένα τραγούδι άρεσε στη γυναίκα του και στα παιδιά του, ήταν ανείπωτη. Το ίδιο και όταν ετοιμαζόταν να δώσει κάποια συνέντευξη. Καθώς τις θεωρούσε μια ακόμη ευκαιρία ή και υποχρέωση να πει τις αλήθειες του, να αφυπνίσει με τον δικό του τρόπο.
Γεύτηκε την αχαριστία και τη λησμονιά των ανθρώπων μετά τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και μέχρι τον θάνατό του. Κανείς δεν στάθηκε στο πλευρό του στη δύση της ζωής του όταν το τηλέφωνό του δεν χτυπούσε για δουλειά. Είχε πάθει κατάθλιψη και όλοι οι καλλιτέχνες που ευεργετήθηκαν από αυτόν, τον είχαν ξεχάσει. Με εξαίρεση την αείμνηστη Βίκυ Μοσχολιού. Θεωρήθηκε από ντεμοντέ μέχρι σκυλάς. Τα τραγούδια του δεν περιλαμβάνονταν πλέον στα προγράμματα των νυχτερινών μαγαζιών. Οι τραγουδιστές είχαν αποτραβηχτεί σε άλλες συνεργασίες.
Οι δεκαετίες αυτές ήταν σχετικά φτωχές για το λαϊκό ελληνικό τραγούδι. Ο Ζαμπέτας συνέχιζε, όμως, να παίζει και να εμφανίζεται – κυρίως, στο εξωτερικό. Ο Γιώργος Ζαμπέτας πέρασε δύσκολα τα τελευταία χρόνια της ζωής του, από άποψης υγείας. Το αναπνευστικό πρόβλημα, λόγω του υπερβολικού καπνίσματος, τον οδήγησε να ζει για αρκετό διάστημα διασωληνωμένος με μπουκάλες οξυγόνου.
Δυο τιμητικές συναυλίες που δόθηκαν στα τέλη του ’80 -η μια στο Αιγάλεω, η δεύτερη στο ΣΕΦ- δεν τον ικανοποίησαν ιδιαίτερα. Τις εξέλαβε περισσότερο σαν μνημόσυνα προτού πεθάνει (ιδίως τη δεύτερη). Ένιωθε πως πλησίαζε το τέλος του, αγωνιούσε μήπως κουράζει τα παιδιά του. Στενοχωριόταν και έχανε μέρα με τη μέρα την όρεξή του. Μαστίζονταν ο οργανισμός του από τον ύπουλο καρκίνο των οστών.
Πέθανε στις 10 Μαρτίου του 1992
Παραμονές Καθαράς Δευτέρας του ’92. Παρηγοριά του ήταν η μέρα που θα πετούσε η οικογένειά του τον αετό, ένα αγαπημένο του έθιμο. Εκείνη την περίοδο, παιζόταν στην τηλεόραση το βίντεο κλιπ του τραγουδιού Χίλια Περιστέρια. «Ο αετός φέτος θα πάει ψηλά, πολύ ψηλά», έλεγε και εννοούσε τον εαυτό του. Πέθανε στις 10 Μαρτίου του 1992.
Ο μουσικοσυνθέτης Χρήστος Γιαννόπουλος που είχε συνεργαστεί μαζί του λίγο πριν ο Ζαμπέτας φύγει παραπονεμένος από τη ζωή αποκάλυψε : «Αυτό το φαινόμενο που λεγόταν Γιωργος Ζαμπετας. Δουλεψα μαζι του έναν Χειμωνα το 1988, όταν τον καλεσε η Βίκυ Μοσχολιου στο πρόγραμμα που είχαμε φτιαξει τοτε στο Allegro (Πανεπιστημιου και Αμερικής). Ηρθε για 2 μηνες περιπου.
Από ότι μου ειπε προσφατα η κορη του, ειχε παρει τηλεφωνο η γυναικα του τη Βίκυ και της ζητησε να τον παρει μαζι της. Έπασχε από καταθλιψη. Καθοταν μονος στο σπιτι κοιταζοντας το ταβανι!
Ξεχασμένος απ ολους και απογοητευμενος με το τηλεφωνο του να μην χτυπάει πια για δουλεια. Μονο η Βίκυ τον αγαπουσε πραγματικα και του ειχε σταθει πολλες φορες. Οσους αλλους ειχε κανει μαγκες με τα τραγουδια του τον ειχαν ξεχασει.
Μια διάνοια στο χώρο του τραγουδιού
Δεν ηταν βεβαια κι ο πιο ευκολος ανθρωπος, αλλα ηταν μια ιδιαιτερη προσωπικοτητα και φοβερη διανοια στο χωρο του τραγουδιου. Οι εμπνευσεις του ηταν μοναδικες, οι εισαγωγες του παντα ευρηματικες. Ήξερε πολύ συγκεκριμένα τι ηθελε απ τους μουσικους και τους τραγουδιστες. Παρ’ ότι δεν ειχε σπουδασει μουσικη, ουτε συνθεση και οργανολογια. Αυθεντικο ταλεντο και σοουμαν επι σκηνης διακωμωδουσε τους παντες και τα παντα.
Εχω ζησει απίστευτα ξεκαρδιστικα βραδια μαζι του. Τον φωναζα παντα «δασκαλο» κι αυτό με φωναζε «ψηλε». Παρα λιγο να συνεργαστούμε και το 1992 στο Contrast, σε μια ροκ μουσικη σκηνη που ειχα τοτε την καλλιτεχνικη επιμελεια. Θυμαμαι πηγαμε στην Θεσσαλονικη με τον επιχειρηματια για να τον κλεισουμε. Επαιζε κι εκει σε μια ροκ σκηνη, το Voltage. Μα παντα ηταν όμως ροκ σε όλα του.
Ο λογος που δεν τα βρηκαμε τελικα ηταν οικονομικός, γιατι ηταν συναισθηματικα δεμενος με την παρεα των μουσικων του και τους ηθελε παντα ολους μαζι του. Ο επιχειρηματιας του αντιπρότεινε να παρει μονο τον γιο του τον Μιχαλη (εφυγε νωρις κι αυτος) κι έναν ακομα μουσικο που ηταν και ο γιατρος του. Το δικο του σχημα ηταν ειδη ετοιμο και πολυμελες. Εφυγε τελικα για παντα στο τελος εκεινου του χειμωνα κι ηταν στα 67 του μονο…”.