Ήταν κόρη του ταξίαρχου ε.α. Δημήτριου Στεφανή. Ήταν παντρεμένη και μητέρα δύο παιδιών.
Από τις 2 Φεβρουαρίου 2018 είχε αναλάβει τη Διεύθυνση του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, ενώ είχε υπηρετήσει και στην ΙΖ’ ΕΠΚΑ και συγκεκριμένα στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Βέροιας.
Όπως έγραψε σε ανάρτησή του στο facebook το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης:
“Το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης πενθεί την οδυνηρή απώλεια της Διευθύντριάς του Ευαγγελίας Στεφανή. Η Ευαγγελία, η Λιάνα μας, ήταν ένας άνθρωπος γενναίος! Δυνατή και δυναμική, γεμάτη αγάπη για τη ζωή, έφυγε πριν από μήνες από το μουσείο με το χαμόγελο στα χείλη, την αγάπη προς όλους και με το κεφάλι ψηλά για την πιο δύσκολη και άδικη μάχη της ζωής της”.
Η υπουργός Πολιτισμού και Αθλητισμού κ. Λίνα Μενδώνη δήλωσε για την απώλεια της αρχαιολόγου: “Η Λιάνα Στεφανή, που έφυγε τόσο πρόωρα από κοντά μας, ήταν μια νέα γυναίκα, μια εξαιρετικά καταρτισμένη επιστήμονας. Στήριξε ως στέλεχος, επί σειρά ετών, το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, έως ότου αναλάβει τη διεύθυνσή του. Σε δικές της προσπάθειές οφείλονται σημαντικές εκθέσεις, όπως και κινήσεις εξωστρέφειας, με την οργάνωση εκθέσεων στο εξωτερικό, οι οποίες είχαν στόχο την διεθνή προβολή της αρχαίας Μακεδονίας.
Η απώλειά της βύθισε στη θλίψη όχι μόνο την οικογένειά της αλλά και το σύνολο της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Η απουσία της θα είναι αισθητή σε όλους. Εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια στην οικογένεια και στους οικείους της”.
Όπως ανακοίνωσε το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης σε νέα ανάρτηση, η εξόδιος ακολουθία θα τελεστεί την Τρίτη 24 Δεκεμβρίου, στον Ιερό Ναό Αγ. Παντελεήμονα Βότση στις 12.15 μ.μ. Η ταφή θα γίνει στα κοιμητήρια Καλαμαριάς.
Επιθυμία της οικογένειας αντί στεφάνων, να γίνει δωρεά στη μνήμη της στο παιδικό χωριό SOS Πλαγιαρίου.
Ποια ήταν η Λιάνα Στεφανή
Γεννήθηκε στη Λαμία και αποφοίτησε από το 14ο Λύκειο Θεσσαλονίκης. Σπούδασε Αρχαιολογία και Ιστορία της Τέχνης στο ΑΠΘ, όπου έκανε και τις μεταπτυχιακές της σπουδές στην Προϊστορική Αρχαιολογία το 1992. Το 2000 αναγορεύθηκε διδάκτορας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.
Το θέμα της διδακτορικής της διατριβής ήταν: «Η γυναικεία ενδυμασία στην Ανακτορική Κρήτη. Πρόταση ανάγνωσης ενός κώδικα επικοινωνίας». Εισήχθη με εξετάσεις στην Αρχαιολογική Υπηρεσία το 1991. Εργάστηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Βέροιας και πραγματοποίησε ανασκαφές στην Ημαθία και στην Πέλλα. Από το 2004 εργαζόταν στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης και ήταν μέλος της ομάδας εργασίας που σχεδίασε και υλοποίησε τις μόνιμες εκθέσεις του Μουσείου, που εγκαινιάστηκαν το 2006. Από το 2008 έως το 2014 ήταν προϊσταμένη του Τμήματος Μουσειογραφικών Μελετών και Καλλιτεχνικού Σχεδιασμού Εκθέσεων του ΑΜΘ, διάστημα κατά το οποίο συντόνισε τη διοργάνωση πολυάριθμων περιοδικών εκθέσεων που παρουσιάστηκαν στο ΑΘ ή σε άλλα μουσεία της Ελλάδας και του Εξωτερικού.
Από τον Νοέμβριο 2014 ήταν προϊσταμένη του Τμήματος Συλλογών Κεραμικής, Τοιχογραφίας και Ψηφιδωτών και παράλληλα με την οργάνωση και τεκμηρίωση των αντίστοιχων συλλογών, συνέχισε να εργάζεται για τη διοργάνωση περιοδικών εκθέσεων, συνεδρίων, ημερίδων και άλλων εκδηλώσεων. Συμμετείχε και σε αποστολές του υπουργείου Πολιτισμού σε διάφορες χώρες με στόχο τη διοργάνωση εκθέσεων που προβάλλουν τον ελληνικό πολιτισμό.
Από το 2014 έως το 2018 είχε χρέη αναπληρώτριας προϊσταμένης του ΑΜΘ ενώ ανέλαβε τη διεύθυνση του Μουσείου από τις 2 Φεβρουαρίου 2018.
Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα εστιάζονταν στην Προϊστορία του Αιγαίου, στην κεραμική, τα μοντέλα κατοίκησης και την αρχιτεκτονική της Εποχής του Χαλκού στη Μακεδονία. Επίσης, είχε ερευνήσει και δημοσιεύσει μελέτες που αφορούν στην τοπογραφία, τα εργαστήρια κεραμικής, τις ταφικές πρακτικές και τις λατρείες στη Μακεδονία με έμφαση στη λατρεία της Μητέρας των Θεών.
Έδωσε πλήθος διαλέξεων σε ελληνικά και ξένα πανεπιστήμια και ερευνητικά ιδρύματα, αλλά και σε τοπικούς φορείς. Συνέγραψε δύο μονογραφίες και επιμελήθηκε οκτώ επιστημονικές εκδόσεις (κατάλογοι εκθέσεων, πρακτικά συνεδρίων, συλλογικοί τόμοι).