«Τι το χρειάζεσαι ένα ψόφιο ποντίκι……. Το χάιδευα στο δρόμο με το δάχτυλο μου όσο ερχόμαστε…» ( Τζων Στάινμπεκ Άνθρωποι και ποντίκια)
Κυλούν οι μέρες και δε ξέρεις αν είναι Δευτέρα, Κυριακή, Σάββατο ή Τετάρτη………..
Έχουν χάσει τη σπουδαιότητα του ονόματος τους. Η ύπαρξη τους σηματοδοτεί το κενό. Ξάφνου αναλογίζομαι αυτούς που υποφέρουν από την έλλειψη αέρα, γιατί είδα τον εφιάλτη πως δε μπορούσα να αναπνεύσω.
Άλλο ένα πρωινό που ανοίγω το παραθύρι μου και μου υπόσχεται ο αέρας ποσότητα. Ποσότητα γιομάτη κενά!! Οι χαρές μου γίνανε λιγοστές. Δεν έχουν όνομα πια, έχουν μόνο διάρκεια. Η ευχή ταξιδεύει στα πνευμόνια μου. Πρόσεχε!
Σκέψου! Φυλάξου!
Βγαίνω στο μπαλκόνι. Το μόνο μέρος που μπορώ να εισπνεύσω αέρα ,χωρίς να φοράω μάσκα. Αέρα απλό, μα όχι καθαρό. Δεν υπάρχουν καθαρά πράγματα στην ζωή μας πια. Από το νερό μέχρι τον άνθρωπο όλα έχουν κάτι μέσα τους που σε δηλητηριάζει.
Βλέπω τους λιγοστούς ανθρώπους που κυκλοφορούν. Κάποιοι είναι φοβισμένοι ,κάποιοι αδιάφοροι. Πιστεύω ότι όλοι είναι φοβισμένοι. Όλοι έγκλειστοι μέσα στα τείχη τους φοβούνται ότι δεν θα ξαναβγούν .Ότι τα κουφάρια τους θα θαφτούν άκλαυτα και μοναχικά. Χωρίς λουλούδια αποχαιρετισμού.
Μπαίνω μέσα ξανά. Οι άνθρωποι προσπαθούν να συνεχίσουν την ζωή τους ή η ζωή συνεχίζεται και χωρίς αυτούς;
Γέμισε η ζωή μας απώλειες. Και αυτό είναι το μόνο που πιστεύουμε. Και έτσι φτάνουμε να φωνάζουμε ζητείται ελπίδα…. πίστη…. θάρρος. Και αγάπη πολλή, για να καταπίνουμε το φαρμάκι που αντικαθιστά την χαμένη μας αγνότητα.
Πόσο πρέπει να μεγαλώσω άραγε, για να καταλάβω ότι ανοίγει και μια τρύπα μόνιμη στο μυαλό μου. Να μπορούν να πηγαινοέρχεται οι σκέψεις με τις θύμισες σαν αέρας. Άπιαστες και ψυχρές. Το κρύο με ενοχλεί και με μπερδεύει. Έρχεται το σκοτάδι, άλλα περιμένω να δω το φως. Τίποτα άλλο δεν έμεινε που να μας φέρνει κοντά πια. Μόνο το φως!
Τελικά είναι θλιβερή μια κατάσταση όταν πιστεύεις αυτό που βλέπεις, μα πιστεύεις και αυτό που δεν βλέπεις. ‘Όταν διχάζεσαι μεταξύ αλήθειας και φτιαχτής αλήθειας.
Θλιβερή είναι η πραγματικότητα που έχει μονότονα σκιές και καθόλου φως. Όχι πες μου τώρα, πέρα από την δουλειά -όποιος έχει ακόμα-το φαΐ ,κακά και νάνι έχει κανείς διάθεση ,έμπνευση, δημιουργική σκέψη για τίποτε άλλο; Όσοι έχουν και δεν τους σκότωσαν ακόμα το χιούμορ, ας το κρατήσουν!!!
Βγαίνω ξανά στο μπαλκόνι………………….
ΥΓ: Κάτι που μου είναι ιδιαίτερα ενοχλητικό. Όταν ένας άνθρωπος φεύγει…. Τότε όλοι πλέκουν διθυράμβους γι αυτόν κι ας ήταν αυτός το αντίθετο των διθυράμβων. Αναρωτιέμαι γιατί. Ίσως σπρωχνόμαστε από το αόρατο χέρι του φόβου μπροστά στο δικό μας μέλλον. Μάλλον μόνο ο Θεούλης ξέρει τις μύχιες σκέψεις και πράξεις!!
Ο κατά συρροή ονειροπόλος
Δημήτρης Νούλας