Όπως αναφέρει η “Δημοκρατική”, η Εισαγγελέας συσχέτισε και συνένωσε σε μια, τρεις δικογραφίες που σχηματίστηκαν εις βάρος του και τις διαβίβασε για τα περαιτέρω στην τακτική Ανακρίτρια Ρόδου. Ο γιατρός πάντως θεωρεί ότι είναι θύμα σκευωρίας σε μια υπόθεση που μεθοδεύτηκε από πρώην ερωμένη του, την οποία κατονομάζει στην κατάθεσή του ισχυριζόμενος επίσης πως εκείνη, ξεκίνησε όλη την ιστορία με τις «δήθεν» όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, κακοποιημένων από αυτόν γυναικών επειδή της ανακοίνωσε την απόφασή του να διακόψει τις σχέσεις μαζί της, τον περασμένο Φεβρουάριο.
Εν τω μεταξύ η πρώτη γυναίκα που είχε υποβάλει μήνυση, με τις έγγραφες εξηγήσεις του γυναικολόγου που είδαν το φως της δημοσιότητας, κατέθεσε δια της συνηγόρου της Εύης Αρνιθενού αίτημα στην ανακρίτρια να της χορηγηθούν αντίγραφα για να ασκήσει νέα μήνυση σε βάρος του για συκοφαντική δυσφήμηση.
Η γυναίκα διατείνεται ότι έχει αδιάσειστα στοιχεία από τα οποία προκύπτει ότι η σχέση τους ήταν τυπική και ότι μάλιστα μιλούσαν ο ένας στον άλλο στον πληθυντικό.
Η 55χρονη μητέρα 4 παιδιών και γιαγιά 2 εγγονών στην έγκληση που είχε υποβάλει, υποστηρίζει ότι την 1η Ιουνίου επισκέφθηκε μαζί με την κόρη της και τον εγγονό της, το νοσηλευτικό ίδρυμα προκειμένου να προβεί σε γυναικολογική εξέταση, λόγω κάποιων περίεργων εκκρίσεων που είχε. Σημειώνει δε ότι είχε επισκεφθεί τον εγκαλούμενο και στο παρελθόν και γνώριζε το ιατρικό της ιστορικό, ενώ δεν είχαν καμία άλλη σχέση ή κοινωνική επαφή.
Η γυναίκα περιγράφει στην έγκλησή της ότι η εξέταση έγινε με το χέρι και δεν χρησιμοποιήθηκε κολπικός υπέρηχος πράγμα το οποίο την παραξένεψε και τον ρώτησε σχετικά με αυτό. Περιγράφει ότι η εξέταση τής προκάλεσε δυσφορία και πόνο και διαμαρτυρήθηκε, ότι εκείνος της ζητούσε να κάνει υπομονή κι ότι ενώ είχε το ένα χέρι του στον κόλπο της άρχισε να θωπεύει και τους μαστούς της με πίεση.
Η εξέταση, όπως ισχυρίζεται, δεν παρέπεμπε σε συνηθισμένη ιατρική ψηλάφηση, αλλά δεν αντέδρασε καθώς βρισκόταν σε σύγχυση λόγω της δικαιολογημένης εμπιστοσύνης που έχει ο ασθενής κατά την ιατρική εξέταση αλλά και γιατί ήταν ακινητοποιημένη σε μία καρέκλα κάτω από τον πλήρη έλεγχο του ιατρού. Τότε, όπως υποστηρίζει, άρχισε να θωπεύει με τα δάχτυλα του ευαίσθητα σημεία του κόλπου της. Ταράχθηκε ενώ εκείνος, όπως ισχυρίζεται, συνέχισε να την καθησυχάζει, ενώ την ρώτησε τότε πότε είχε για τελευταία φορά ερωτική επαφή.
Σύμφωνα με την ίδια, λίγο αργότερα πετάχτηκε, σηκώθηκε από την καρέκλα και πήγε να τον σπρώξει με τα χέρια της. Εκείνη τη στιγμή, όπως λέει, διαπίστωσε ότι το παντελόνι του γιατρό ήταν ανοιχτό, είχε στύση και το χέρι του ήταν πάνω στο γεννητικό του όργανο. Τότε συνειδητοποίησε, όπως περιγράφει, ότι η εξέταση έλαβε χώρα από τον εγκαλούμενο δολίως με αποκλειστικό σκοπό την γενετήσια ικανοποίησή του εκμεταλλευόμενος την ιδιότητά του.
Ευρισκόμενη, όπως αναφέρει, σε κατάσταση πανικού, άρχισε να φωνάζει και να του ζητά εξηγήσεις, ενώ εκείνος της έλεγε ότι ντρέπεται και προσπαθούσε να την ηρεμήσει.