Η Άννα Βαγενά πηγαίνει τον Λάκη Λαζόπουλο στο γραφείο του Γιάννη Διαμαντή, που υπήρξε από τα
ιδρυτικά μέλη του Θεσσαλικού Θεάτρου, και του ζητά να τον πάρει ως ασκούμενό του…
Την ιστορία, που περιλαμβάνει δικόγραφα αγωγών και θεατρικές παρλάτες, μου διηγήθηκε ο Γιάννης
Διαμαντής στα πλαίσια συνέντευξης που προηγήθηκε και ήδη δημοσιεύτηκε με το γνωστό απολαυστικό
στυλ αφήγησης που τον διακρίνει.
«Το Θεσσαλικό Θέατρο εκτός από την παιδευτική προσφορά του ανέδειξε και πολλούς καλλιτέχνες που
διέπρεψαν αργότερα στην Αθήνα. Σε αυτούς βέβαια, περιλαμβάνεται και ο Λάκης Λαζόπουλος.
Μου τον συνέστησε μια μέρα στο γραφείο μου η Άννα Βαγενά (βασικό, μαζί με τον Κώστα Τσιάνο,
στέλεχος του Θεάτρου) για να τον κρατήσω ως ασκούμενο Δικηγόρο. Ήταν ένας σεμνός νεαρός με
γλυκό χαμόγελο…
Είπα στη συνεργάτρια μου Ηλιάνα Νάνου να του δώσει μερικές μικροδιαφορές, να τις γράψει και
να μου τις φέρει. Ήρθε την επόμενη μέρα στο γραφείο μου και του ζήτησα να μου δώσει αυτό που
έγραψε. Μου έδωσε ένα χαρτί που είχε γράψει αντί για αγωγή, μια δική του παρλάτα. Κατάλαβα.
Του ζήτησα να μου την τραγουδήσει και αν μπορεί συγχρόνως να χορέψει. Το έκανε με θαυμαστό
αποτέλεσμα. Του είπα, συνέχισε το θέατρο αλλά να πάρεις και την άδεια του Δικηγόρου, γιατί δεν
ξέρεις πως θα σε δεχτεί και για πόσο καιρό το σανίδι.
Τον απόλαυσα στην επιθεώρηση (Χαιρέτα μου τον Πλάτανο) όταν παρίστανε τον «βλάχο από άλλο
χωριό» σε μονόλογο. Αυτός ο ρόλος τον καθιέρωσε και τον άρπαξε η Αθήνα.
Πήγα και τον βρήκα στην επιθεώρηση «Το ΠΑΣΟΚ της Χάιδως». Έπαιζε και ο Μίμης Φωτόπουλος.
Στα παρασκήνια, μετά την παράσταση, τους βρήκα και τους δυο στο καμαρίνι. Ρώτησα τον Λάκη αν
συνέχισε την άσκηση στον Δικηγόρο Αθηνών που του είχα συστήσει. Επενέβη τότε ο Φωτόπουλος και
μου είπε με το χαρακτηριστικό του τέμπο φωνής «Μην τον βασανίζεις. Η νομική δεν έχασε και τίποτα.
Το θέατρο όμως, σε βεβαιώνω, κέρδισε πολλά με την παρουσία του Λάκη».
Παρακολούθησα πολλές παραστάσεις του στην Αθήνα. Με περίμενε πάντοτε και στην αρχή κάναμε
παρέα. Ερχόταν και στη Λάρισα όταν έμενε η μητέρα του και πάντα με επισκεπτόταν. Μετά τον έχασα.
Ακολούθησε άλλους δρόμους…».
Εύη Μποτσαροπούλου