«Πότε ξεκινάει η μετάβαση στη γονεϊκότητα?»
Ρωτάω φοιτητές που -λόγω συνθηκών- κρύβονται πίσω από την ηλεκτρονική πλατφόρμα.
- «Μετά τη γέννα»
- «Στην έναρξη της εγκυμοσύνης»
- «Μετά το 3ο τρίμηνο της εγκυμοσύνης»
Ακούω από την άλλη πλευρά διστακτικές φωνές.
Μόνο που η μετάβαση στη γονεϊκότητα, όπως το λέει η λέξη, είναι «μετάβαση», και όπως κάθε μετάβαση έχει διάρκεια, δεν είναι στιγμή, δεν έχει σημείο εκκίνησης. Η γονεϊκότητα είναι μια δυναμική διαδικασία, που παίρνει μορφές, αλλάζει, εξελίσσεται και ουσιαστικά δεν ολοκληρώνεται ποτέ, όπως αντίστοιχα ο ρόλος της κόρης, της μητέρας και της γιαγιάς, που παύεις να είσαι μόνο όταν φτάνεις στο τέλος του κύκλου της ζωής. Κάποιες φορές ούτε και τότε, μιας και αυτές οι μορφές παραμένουν ζωντανές μέσα από μνήμες, μυρωδιές, μυστικές συνταγές και διηγήσεις.
Η έναρξη της γονεϊκότητας θα μπορούσε να οριοθετηθεί όταν σταδιακά η σκέψη γίνεται συγκεκριμένη επιθυμία και η επιθυμία συνειδητή επιλογή. Σε κάποια ζευγάρια ξεκινά όταν αποφασίσουν τη διακοπή της αντισύλληψης, σε κάποια άλλα όταν μοιραστούν την κοινή τους επιθυμία να γίνουν γονείς και σε άλλα με την αιφνίδια ανακοίνωση ενός θετικού τεστ εγκυμοσύνης. Το μεσοδιάστημα ανάμεσα στην απόφαση μέχρι την πραγμάτωση αυτής της επιθυμίας, ο χρόνος, οι δυσκολίες, οι συνθήκες, οι απώλειες, τα γεγονότα, η επιθυμία ή μη της τεκνοποίησης, καθώς και η ηλικία των μελλοντικών γονιών, παίζουν καθοριστικό ρόλο στον τρόπο που βιώνεται η εμπειρία της γονεϊκότητας και κατ’ επέκταση ο τρόπος ανατροφής του παιδιού.
Μαζί με το νέο μέλος στην οικογένεια γεννιέται και μια νέα ταυτότητα: Της μητέρας.
Η κάθε γυναίκα βιώνει με έναν δικό της μοναδικό τρόπο τη γέννηση αυτής της ταυτότητας, που από τη μια καταγράφεται μοναδικά, και από την άλλη είναι τόσα τα κοινά συναισθήματα και βιώματα, σαν κάποια στιγμή της ζωής τους όλες οι μητέρες να μοιράστηκαν την ίδια κοινή μητρική αγκαλιά.
Η μητρότητα (ή πιο συγκεκριμένα η “μητρική νοοτροπία”, όπως την ορίζει ο ψυχίατρος D. Stern στο βιβλίο του “Μια μητέρα γεννιέται”), άλλοτε είναι πυξίδα και κατακλύζει τη σκέψη της μητέρας και άλλοτε φεύγει από το προσκήνιο, για να μπουν άλλες προτεραιότητες, μέχρι πάλι να ξαναπεράσει μπροστά και να συνεχιστεί αυτή η εναλλαγή αενάως.
Σε πρώτο ή σε δεύτερο πλάνο η μητρική νοοτροπία είναι πάντα εκεί.
Η νέα μητέρα, μαζί με τη χαρά και την προσμονή, νιώθει αισθήματα φόβου για τις νέες ευθύνες, αλλά συχνά και αισθήματα λύπης και πένθους. Μαζί με το καλωσόρισμα του νέου μέλους και του καινούργιου ρόλου της, ταυτόχρονα αποχαιρετά και τον ρόλο του κοριτσιού και μαζί του την ανεμελιά και την παιδικότητα. Πολλές γυναίκες σε αυτήν τη φάση της ζωής τους αισθάνονται να έρχονται πιο κοντά στη δική τους μητέρα, γι’ αυτό και ο μητρικός δεσμός έχει και σε αυτήν τη μετάβαση πρωταγωνιστικό ρόλο. Αναβιώνουν τον αποχωρισμό και την εξατομίκευση, ταυτιζόμενες άλλοτε με τη μητέρα τους και άλλοτε με το βρέφος. Αναλογίζονται πώς βίωσε τη μητρότητα η δική τους μητέρα και πώς αντίστοιχα βίωσαν εκείνες αυτό που βιώνει τώρα το δικό τους παιδί.
Νέες αρμοδιότητες, νέο βλέμμα των άλλων απέναντί τους, νέο βλέμμα δικό τους στον καθρέφτη, αλλά και στους άλλους. Στον κόσμο.
Συχνά μου εξομολογούνται το αίσθημα της κριτικής που εισπράττουν, σαν η κοινωνία να μετατρέπεται σε σκληρό αυστηρό κριτή που δε συγχωρεί και εκείνη, η νέα μητέρα, καταλήγει να χάνει το βασικό ανθρώπινο χαρακτηριστικό και δικαίωμά της, αυτό του λάθους.
Άλλοτε πάλι, ίσως χωρίς και η νέα μητέρα να το συνειδητοποιεί, αυτός ο ίδιος κόσμος παίρνει τη μορφή κινδύνων και εν δυνάμει εχθρών που θα βλάψουν το νέο και εύθραυστο πλάσμα που κρατάει στα χέρια της. Αποτέλεσμα σε αυτή την αγωνία είναι πολλές φορές να απομονώνεται και να δημιουργεί μια κλειστή δυάδα, απαρτιζόμενη από εκείνη και το βρέφος της, εστιασμένη μόνο στην ενασχόληση με τις ανάγκες του. Μια ενασχόληση πολύτιμη τους πρώτους μήνες μετά τη γέννα, σύμφωνα με τον παιδίατρο D.W.Winnicott, επικίνδυνη όμως για την αυτονομία του νέου μέλους, εάν κρατήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Αντίθετα συναισθήματα που καθημερινά συγκρούονται και εκείνη καλείται να τα ισορροπήσει, σ’ αυτόν τον νέο ρόλο της μητέρας, ένας ρόλος που άλλοτε της δένει στους ώμους δυνατά ατσάλινα φτερά κάνοντάς την άτρωτη και παντοδύναμη, και άλλοτε μεταμορφώνεται σε φορτίο βαρύ και ασήκωτο και εκείνη γίνεται πάλι ένα μικρό κορίτσι που ψάχνει, μάταια, τη δική της μητρική αγκαλιά. Μέσα σε όλες αυτές τις συναισθηματικές και βιολογικές αλλαγές που κατακλύζουν τη νέα μητέρα, η αμφιθυμία αυτή είναι απόλυτα φυσιολογική και είναι σημαντικό να μην παθολογικοποιηθεί μεταφράζοντάς την ως έλλειψη αγάπης, ικανότητας ή επιθυμίας για το καινούργιο μέλος της οικογένειας.
Δίπλα της, ούτε πίσω ούτε μπροστά, άλλες φορές με βήμα σταθερό και άλλες φορές χαμένος και αυτός στο καινούργιο μονοπάτι, συνοδοιπόρος σ’ αυτήν τη νέα διαδρομή, έρχεται ο νέος πατέρας. Η βιβλιογραφία, λιγότερο πλούσια αλλά σημαντική, μιλά γι’ αυτήν την πιο αφανή παρουσία, που έχει όμως πρωταγωνιστικό ρόλο στην ισορροπία αυτής της νέας τριάδας που διαμορφώνεται.
Η μετάβαση προς την πατρότητα
Αν και βιώνεται με έντονα συναισθήματα χαράς και συγκίνησης, πολλές φορές καταγράφεται λόγω βιωμάτων, άγνοιας και συγκεχυμένων πληροφοριών, με αισθήματα αγωνίας, έντασης και αμηχανίας. Ο νέος πατέρας, επιφορτισμένος με πολλές διαφορετικές απαιτήσεις, παλεύει από τη μια με την ιδέα ενός σύγχρονου, ιδανικού πατέρα, πιο εξελιγμένου και πιο παρόντα σε σχέση με καταγεγραμμένες μνήμες, και από την άλλη με μουντά, βαθιά ριζωμένα, παραδοσιακά πρότυπα περιορίζοντας, άδικα, τον ρόλο του συχνά σε πρακτικά διεκπεραιωτικά ζητήματα οικονομικής και πρακτικής φύσης.
Η βιβλιογραφία χέρι χέρι με την κλινική πράξη συμφωνούν ότι ο τρόπος που βιώνει τόσο ο πατέρας όσο και η μητέρα τη γονεϊκότητα ξεκινάει από τη μεταξύ τους σχέση. Πόσο δεμένο ήταν το ζευγάρι πριν, καθώς και πόσο συνειδητοποιημένο και προετοιμασμένο είναι για αυτήν τη νέα μετάβαση. Σύγχρονες έρευνες καταγράφουν τη συγκεκριμένη περίοδο, αυτής του ερχομού του νέου μέλους, ως απαιτητική και με μεγάλες αναταραχές, τόσο στην καθημερινότητα όσο και στην ερωτική ζωή των δυο συντρόφων.
Μια διαρκής μάχη ανάμεσα στο Εγώ και στο Εμείς ξεκινάει, πότε τελειώνει το ένα και πότε αρχίζει το άλλο, πότε η φροντίδα του εαυτού σημαίνει την παραμέληση του άλλου. Εαυτός, γονιός και σύντροφος, μπλέκονται στην προσπάθεια να βρεθεί μια καινούργια ισορροπία με όπλα κι εργαλεία την επικοινωνία και τα οικογενειακά βιώματα, είτε προς μίμηση είτε προς αποφυγή, αλλά κυρίως και πάνω απ ‘όλα την επιθυμία για το “μαζί”.
Σ’ αυτήν την καινούργια πραγματικότητα, στοίχημα είναι το ζευγάρι να μη χάσει τη δική του ταυτότητα, εμπλουτίζοντάς τη με τα νέα δεδομένα. Να παραμείνει ανοιχτό για να εγκολπώσει τις δικές του νέες εμπειρίες και επιθυμίες, φιλτράροντας και αφήνοντας απ‘ έξω μνήμες άσχημες που καλλιεργούν οικείες συμπεριφορές, οι οποίες αντίστοιχα, χωρίς επεξεργασία, επαναλαμβάνονται.
Η μετάβαση στη γονεϊκότητα σε προσκαλεί να γνωρίσεις καλύτερα εσένα, και τον σημαντικό άλλο της ζωής σου, ώστε να πλάσετε ένα καλύτερο μαζί. Να το πάτε πιο πέρα από εκεί που σας το έδωσαν. Να τολμήσετε να βρείτε έναν δικό σας ολοκαίνουργιο κώδικα, να κατασκευάσετε τη δική σας γλώσσα, σαν αυτές που φτιάχναμε μικροί για να μην καταλαβαίνουν οι μεγάλοι.
Μα να που τώρα είστε εσείς οι μεγάλοι και ο νέος γονεϊκός ρόλος προστάζει να μεγαλώσετε απότομα, μόνο μην ξεχνάτε να ρίχνετε κλεφτές ματιές πίσω, πώς κρατούσες το χέρι του δικού σου πατέρα, πώς έτρεχες, με υπόκωφο παράπονο και τοπίο θολό από τα δάκρυα, στη μητρική αγκαλιά. Εικόνες, μυρωδιές και ακούσματα θα σ’ ακολουθούν πιστά σ’ αυτήν την καινούργια πορεία που ξεκινάς, δική σου ευθύνη να διαλέξεις προσεκτικά τι να κρατήσεις και τι ν’ αφήσεις πίσω…
Να θυμάσαι μόνο το Μαζί.
Η γονεϊκότητα είναι μια διαδρομή που, όπως κάθε διαδρομή, γίνεται πιο όμορφη όταν την μοιράζεσαι.
Δρ Άννα Κανδαράκη
Κλινική Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Διδάκτωρ Ιατρικής Σχολής Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αριστούχος Paris V της Σορβόννης.
Διευθύντρια Θεραπευτρικού κέντρου Therapy Nest
Πηγή :https://gonimotita.gr/