Πού οφείλεται αυτή η θεραπευτική ιδιότητα του δηλητηρίου της αράχνης; «Οι αράχνες και οι σκορπιοί έχουν εκατομμύρια χρόνια εξέλιξης έχοντας καταφέρει να βελτιστοποιήσουν τα δηλητήρια των πεπτιδίων, των πρωτεϊνών και των μικρών μορίων από τα οποία μπορούμε να επωφεληθούμε » σημειώνει ο Bruce Hammock, διακεκριμένος καθηγητής εντομολογίας με αρκετές έρευνες για τον χρόνιο πόνο στο ενεργητικό του. Σημειώνει μάλιστα το παράδοξο πως:
«Τα ίδια δηλητήρια που μπορούν να προκαλέσουν πόνο και νευρολογικές διαταραχές μπορούν επίσης να ευνοήσουν τη λειτουργία των νεύρων και να μειώσουν τον πόνο».
Μια πλήρης ερευνητική ομάδα 20 ερευνητών έβαλαν κάτω από το μικροσκόπιο τις δυνατότητες του δηλητηρίου της Περουβιανής ταραντούλας green velvet (Thrixopelma pruriens), για να αποτρέψουν τη μετάδοση σημάτων του πόνου μεταξύ νεύρων και μυών. Το δηλητήριο αυτής της αράχνης έχει ένα συγκεκριμένο πεπτίδιο που σχετίζεται με ένα συγκεκριμένο διαύλο μετάδοσης σημάτων πόνουτ (Nav1.7).
Αυτό που επιχειρούν να δοκιμάσουν οι ερευνητές για να αποδείξουν την υπόθεσή τους είναι να απομονώσουν την πρωτεΐνη στο δηλητήριο της ταραντούλας για να εμποδίσει τον δίαυλο Nav1.7 μόνο στα αισθητήρια νεύρα χωρίς να επηρεάσει τον αντίστοιχο δίαυλο Nav1.7 στους μυς ή στον εγκέφαλο. Πρόκειται για μια τροποποίηση της τοξίνης με στόχο την αποφυγή ανεπιθύμητων παρενεργειών.
Με τη μέθοδο αυτή, ελπίζουν να ανακαλύψουν μια θεραπεία για τον χρόνιο πόνο τόσο ισχυρή όσο τα οπιοειδή, αλλά χωρίς τις εθιστικές ιδιότητες αυτών των φαρμάκων. Από τις προκαταρκτικές διαδικασίες της έρευνας πάντως τα αποτελέσματα είναι αρκετά υποσχόμενα όμως ακόμα χρειάζεται η έρευνα να συνεχιστεί.
Ένα χρήσιμο εργαλείο έρευνας που χρησιμοποίησαν οι επιστήμονες είναι το πρόγραμμα σε υπολογιστή Rosetta που αναπτύχθηκε από το Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον με στόχο τον πολλαπλασιασμό του πεπτιδίου της ταραντούλας, επιτρέποντας στην ομάδα να τις συνθέσει και να τις δοκιμάσει στο εργαστήριο, μετατρέποντάς το από δηλητηριώδες σε θεραπευτικό.
Τέλος, οι ερευνητές επισημαίνουν πως το σκεύασμα θα πρέπει να δοκιμαστεί για λόγους ασφάλειας πρώτα σε ζώα και έπειτα σε ανθρώπους, ενώ σίγουρα θα πρέπει να αναμένουμε έως και πέντε χρόνια για την κυκλοφορία κάποιας φαρμακευτικής θεραπείας.
ygeiamou.gr