Κάποιους ανθρώπους δεν μπορείς να τους κοιτάξεις μέσα από τη δουλειά σου. Τους βλέπεις με τα μάτια που κοιτάζεις τους δικούς σου ανθρώπους. Εκείνους που αγαπάς και σημαίνουν κάτι παραπάνω για σένα. Αυτούς που θα εμπιστευτείς και θα μιλήσεις για τα πάντα, αλλά θα σταθείς κι εσύ ν’ ακούσεις τα πάντα. Η Λυδία Φωτοπούλου εδώ και πολλά χρόνια ακολουθεί μία υπέροχη πορεία. Με προτεραιότητα το θέατρο, ελάχιστες σειρές στην τηλεόραση και μία ζωή που δεν αναγκάστηκε ποτέ να «πουλήσει» στο Χρηματιστήριο της δημοσιότητας, όταν τη συναντάς, νιώθεις αμέσως τη θετική της αύρα και τη ζεστασιά της.
Ο ρόλος της Γκόλφω που υποδύθηκε το 2013, έχει μείνει ανεξίτηλα χαραγμένος στη μνήμη όλων όσων είδαν την παράσταση. Μια εκπληκτική ερμηνεία και ένας Νίκος Καραθάνος που έδωσε την προσωπική του φρέσκια ματιά πάνω σε ένα έργο που έχει γράψει τη δική του ιστορία στο ελληνικό θέατρο. «Είναι από τις πιο ευτυχισμένες μου στιγμές στην καλλιτεχνική μου διαδρομή. Είχαμε φοβερή χαρά όταν παίζαμε. Ήταν μια αξέχαστη πραγματικά εμπειρία. Είναι αυτό που προσπαθώ να ψελλίσω, να ψηλαφήσω το απόλυτο. Κάτι που ο άνθρωπος δεν μπορεί να το κάνει. Δεν είναι φτιαγμένος γι’ αυτό, δεν έχει τέτοια λειτουργία. Όμως, το σκέφτεται, το ελπίζει, το ποθεί, το θέλει, αλλά δεν μπορεί να το κάνει» λέει, χαρακτηριστικά, η ίδια στο ethnos.gr. Και παρόλο που την έχουμε συνηθίσει σε δραματικούς ρόλους, εκείνη δηλώνει λάτρης της κωμωδίας. «Θεωρώ ό,τι είναι ένα πολύ ιδιαίτερο και δύσκολο είδος. Πάντα αγαπούσα την κωμωδία και όποτε υπήρχε μία τέτοια ευκαιρία, την εκμεταλλευόμουν. Γενικά, το χιούμορ ακόμα και στους δραματικούς ρόλους είναι κάτι που το επιδιώκω. Πιστεύω πως ένας καλός ηθοποιός μπορεί να παίξει εξίσου καλά και στα δύο αυτά είδη» υπογραμμίζει.
Η Λυδία Φωτοπούλου νιώθει αρκετές φορές, σε όλη την καριέρα της, πως έρχονται κάποια πράγματα σε μια στιγμή που είναι κατάλληλη, χωρίς να τα έχεις επιδιώξει. Κάπως έτσι προέκυψε και η συμμετοχή της στην «Τούρτα της Μαμάς». «Έκανα διακοπές στο εξοχικό που έχω στην Καβάλα πριν από δύο καλοκαίρια. Μου έστειλε ένα μήνυμα ο παραγωγός της σειράς, Ευάγγελος Μαυρογιάννης και μου πρότεινε αν ήθελα να υποδυθώ τη Μαριλού. Η επιθυμία μου ήταν εξαρχής θετική, γιατί ήταν μια σειρά στην ΕΡΤ και τα πράγματα στο θέατρο ήταν αρκετά στον αέρα, λόγω της πανδημίας. Όταν έμαθα ότι είναι των Ρήγα – Αποστόλου, ότι πρόκειται για κωμωδία και διάβασα το σενάριο, είπα ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή. Μου άρεσε πολύ κι ο ρόλος».
Πριν από την «Τούρτα της Μαμάς», η Λυδία Φωτοπούλου είχε πρωταγωνιστήσει στη σειρά «Ψάθινα Καπέλα» της ΕΡΤ1. «Όσες προτάσεις και να μου έγιναν για την τηλεόραση όλα αυτά τα χρόνια, εγώ πάντα επέλεγα το θέατρο. Η μοναδική φορά που συμμετείχα πάλι σε σειρά ήταν στα “Ψάθινα Καπέλα” του Γιάννη Λαπατά, βασισμένο στο ομώνυμο βιβλίο της Μαργαρίτας Λυμπεράκη. Μία πολύ όμορφη δουλειά. Αλλά και τότε δεν είχα θέατρο». Αναπολώντας εκείνη την εποχή, η ηθοποιός θυμάται ό,τι δεν μπορούσε να βλέπει και ν’ ακούει τον εαυτό της στην τηλεόραση. «Έβλεπα όλους να παίζουν υπέροχα εκτός από μένα. Εκ των υστέρων κατάλαβα πόσο καλή και όμορφη ήμουν» λέει χαριτολογώντας και συνεχίζει: «Δεν ξέρω τι συμβαίνει σε μας τους ηθοποιούς και δεν μας αρέσει να βλέπουμε τον εαυτό μας στην τηλεόραση. Ωστόσο, παρακολουθώντας τώρα την “Τούρτα της Μαμάς”, προσπαθώ περισσότερο να διασκεδάζω με το σενάριο, παρά να κάτσω να κάνω κριτική σε μένα και να δω αν ήμουν καλή ή κακή σε κάποια από τις σκηνές».
Η Μαριλού είναι ένα αντίδοτο στο γήρας και στην κατάθλιψη
Με τη φράση «ΠΑΣΟΚ, ωραία χρόνια!», η Λυδία Φωτοπούλου μάς σύστησε τη «Μαριλού». Μία γυναίκα έξυπνη, καλαίσθητη, πνευματώδη και σουρεαλιστικη, η οποία νιώθει νέα, έχει όρεξη για τη ζωή, πάντα διηγείται κάτι από τον πολυτάραχο βίο της και διανθίζει τις ιστορίες με βιτριολικές ατάκες. «Δεν νομίζω ότι είναι εύκολο να συναντήσεις μια τέτοια γυναίκα στην πραγματικότητα. Από την άλλη, αν συναντούσες, θα ήθελες να την κάνεις αμέσως φίλη σου. Η Μαριλού είναι ένα αντίδοτο σε όλη αυτή τη σκοτεινή εποχή που ζούμε, αλλά και στο γήρας. Για εκείνη, έχει πάψει να υπάρχει ο χρόνος και αυτό μου είναι πάρα πολύ ευχάριστο».
Η τελευταία της πρόταση μού δίνει μία ωραία «πάσα» για να μάθω αν την αγχώνει ο χρόνος που περνάει και αν έχει συμβιβαστεί με την έννοια του θανάτου. «Νομίζω πως είμαι ψύχραιμη, χωρίς όμως αυτό να σημαίνει πως, όταν βλέπω παλιές φωτογραφίες, δεν σκέφτομαι πόσο ωραία είναι τα νιάτα. Αν αποδεχτείς τον εαυτό σου και με τα καλά και με τα στραβά του, μετά μαθαίνεις και να τον αγαπάς. Δεν θ’ άλλαζα την ηλικία που είμαι τώρα, απλά όσο μεγαλώνεις και ανεβαίνει ο αριθμός της ηλικίας σου τόσο πιο ανήμπορος γίνεσαι μπρος στη ζωή και προτιμώ να μην το σκέφτομαι. Από την άλλη, με τον δικό μου θάνατο είμαι συμβιβασμένη. Με των άλλων δεν είμαι. Και αυτό είναι ένα στοιχείο που το έχει και η Μαριλού. Αν της έλεγαν πως θα πεθάνει την επόμενη μέρα, θα ζούσε την ωραιότερη νύχτα της ζωής της. Δεν αισθάνομαι ό,τι είναι μία γυναίκα που κουβαλάει απελπισία ή μικρούς φόβους».
Η πολυκύμαντη ζωή της
Η Λυδία Φωτοπούλου έχει ζήσει μία γεμάτη ζωή. Ωστόσο, αν γινόταν θα ήθελε να επέστρεφε στα παιδικά της χρόνια για ν’ απολαύσει ξανά ένα μεσημεριανό γεύμα με τη μαμά και τον μπαμπά της. «Έφυγαν αρκετά νωρίς από τη ζωή μου και μου έχουν λείψει. Τρώγαμε πάντα όλοι μαζί και είναι στιγμές που τους θυμάμαι με πάρα πολλή αγάπη». Η μαμά της έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 46 ετών, από καρκίνο και λίγα χρόνια μετά πέθανε και ο πατέρας της. «Με τον θάνατο των γονιών μου αναγκάστηκα να δυναμώσω. Έπρεπε να σταθώ στα πόδια μου και να δουλέψω για να με φροντίσω» τονίζει.
Σε ηλικία 23 ετών, έφερε στον κόσμο τον γιο της. «Δεν ξέρω αν ήμουν τότε έτοιμη να γίνω μητέρα, αλλά το θέμα είναι ότι συνέβη και ήταν ένα δώρο. Έχω μάθει κατά καιρούς, η ζωή να μου κάνει δώρα που ίσως να μην τα καταλαβαίνω εκείνη τη στιγμή, αλλά αργότερα ανακαλύπτω πως ήταν κάτι που μου δόθηκε. Μεγάλωσα μαζί με τον γιο μου και δεν νομίζω πως ήμουν τότε ώριμη. Αλλά ως μαμά πιστεύω ότι είχα ένα τεράστιο ένστικτο στον τρόπο που θα τον μεγαλώσω. Και αυτό είναι κάτι που μου το αναγνωρίζει και ο ίδιος». Όταν γεννήθηκε ο γιος της, μπήκε σε μια φάση, στην οποία άρχισε να ωριμάζει. «Το θέμα της ωριμότητας είναι προσωπική υπόθεση. Είναι πόσο καλά θες να γνωρίσεις τον εαυτό σου και πόσο σκέφτεσαι τον συνάνθρωπό σου, χωρίς ν’ αντιδράς με το ένστικτο και με συναισθηματική φόρτιση σε πράγματα που συμβαίνουν γύρω σου. Είναι όμορφη η ωριμότητα και την αγαπώ».
«ΠΑΣΟΚ ωραία χρόνια»
Η πανδημία έχει αλλάξει ριζικά την καθημερινότητα των περισσότερων από εμάς, διαμορφώνοντας μια καινούργια πραγματικότητα με δυσκολίες και προκλήσεις, ενώ παράλληλα το ποσοστό «ενοχής» της κλιματικής αλλαγής είναι αρκετά μεγάλο. «Κάποια στιγμή αυτό το κράτος θα πρέπει να βάλει τα πράγματα σε μία σειρά. Για χρόνια, χτίζαμε όπου θέλαμε και μπαζώναμε ρέματα. Όταν άρχισε η αντιπαροχή, γκρεμίσαμε τα πάντα για να χτίσουμε άθλιες πολυκατοικίες και βίλες, χάνοντας στοιχεία από την ελληνικότητά μας. Πριν από κάποια χρόνια, ταξίδεψα στη βόρεια Ιταλία και τρελάθηκα με τα όμορφα χωριουδάκια που είχαν. Οι κάτοικοι εκεί τα συντηρούν, τ’ αγαπούν και ζουν μέσα σε αυτά, χωρίς να έχουν χάσει την ταυτότητά τους. Εδώ υπάρχει μια προχειρότητα, μια πολύ μεγάλη έλλειψη ωριμότητας και συναίσθησης. Δεν είμαστε καθαρός λαός και το βλέπεις πλέον αυτό. Πετάμε τα σκουπίδια όπου βρούμε. Μπορεί να είμαστε η μόνη χώρα που δεν ξέρουμε να κάνουμε ανακύκλωση ακόμη και σήμερα. Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας» επισημαίνει.
Σύμφωνα την ίδια, όλα είναι θέμα παιδείας από το σπίτι, το σχολείο και από το κράτος. «Δεν ξέρω από που πρέπει να γίνει η αρχή για να βελτιωθεί η κατάσταση. Συνήθως λένε ό,τι από το κεφάλι βρωμάει το ψάρι. Για μεγάλο χρονικό διάστημα, κυνηγούσαμε το χρήμα. ΠΑΣΟΚ ωραία χρόνια» λέει με χιούμορ και προσθέτει: «Δε θέλω να μιλήσω πολιτικά γιατί δεν έχει και νόημα. Νομίζω, όμως, πως ο καθένας μας θα πρέπει ν’ αναλάβει τις ευθύνες του και να κάνει ότι μπορεί για το κοινό καλό. Δεν μου αρέσει που ρίχνουν τις ευθύνες στους νέους για ό,τι συμβαίνει. Αν σε ένα παιδί δεν κάτσεις να του εξηγήσεις σωστά, αλλά αντίθετα τον πιέσεις, τότε είναι φυσικό πως θ’ αντιδράσει. Δεν πιστεύω πως υπάρχει κάποια συγκεκριμένη πολιτική στην Ελλάδα. Απλώς δεν ξέρω ακόμα αν ευθύνονται περισσότερο οι πολίτες ή πολιτικοί γι’ αυτή την κατάσταση που βιώνουμε» διερωτάται.
ethnos