Κυριακή, 24 Νοεμβρίου 2024
trikaladay.gr / Άρθρα / Όρια: To «τείχος προστασίας» της υγιούς συσχέτισης και συνύπαρξης μας με τους άλλους

Όρια: To «τείχος προστασίας» της υγιούς συσχέτισης και συνύπαρξης μας με τους άλλους

Σε μια εποχή πλήρουςσυμπιεστικήςτάσης , καταναγκασμού, αμοραλισμού, ενδόμυχηςαλλοτρίωσης, οάνθρωποςαναγκάζεται ΄΄νατρώειτησάρκακτασωθικάτου΄΄, νααποδομείται, ναχάνειτονπραγματικότουεαυτό. Αυτήηαποσύνθεσηοδηγείσεμια ΄΄διάρρηξη΄΄τουανώτερουεαυτούτουκσεμιαανιχνευτικήκσυνάμαμετασχηματιστική, δημιουργικήαναθεώρησητηςζωήςτου. Ηολέθριαμάχημετονεαυτότουκαιηπροσπάθειααποφυγήςκάθεξενικούστοιχείου, καθιστάτονιδεατόεαυτόμονάδαμέθεξηςτουιδίουστηνδιαδικασίατηςκάθαρσης . Όλατατρωτάσημείατουεαυτούτου, ταθανάσιμααμαρτήματατου, οιπληγέςτου, τατραύματατουαπότιςαμέτρητεςματαιώσειςκαιτιςανεκπλήρωτεςεπιθυμίεςκ προσδοκίεςτου, θεραπεύονταιμέσασεένα΄΄ψυχικόασκό΄΄αγάπης, αλληλεγγύης, ελευθερίαςκαιορίων.

Και ιδού το αληθές! 

Μια φορά και έναν καιρό ήταν οΕρυσίχθων, γιος του Τρίοπα,  Θεσσαλός. Βλάσφηµος, ασεβής, βίαιος και υπερόπτης,µισούσε τους θεούς. Μια φορά διέταξε τους υπηρέτες του να κόψουν µια ιερή βελανιδιά, για να κτίσει εκεί το παλάτι του, που ήταν αφιερωµένη στη θεά ∆ήµητρα και γύρω της χόρευαν οι ∆ρυάδες. Οι θεϊκές προειδοποιήσεις δεν µπόρεσαν να τον µεταπείσουν να αποφύγει την ιεροσυλία. Μάλιστα όταν αυτοί δίστασαν, άρπαξε ένα τσεκούρι και είπε:

«∆εν µε ενδιαφέρει αν το δέντρο αυτό το αγαπά η θεά. Ακόµη και η θεά η ίδια αν ήταν, θα την έριχνα κάτω αν στεκόταν στον δρόµο µου». Κάποιος από τους παρισταµένους προσπάθησε να τον σταµατήσει και ο Ερυσίχθονας τον σκότωσε, λέγοντας: «Ορίστε η ανταµοιβή για τον οίκτο σου».

Οι ∆ρυάδες, βλέποντας µε θλίψη πεσµένο πια κατάχαµα το πιο περίφηµο δέντρο του δάσους, πήγαν στη ∆ήµητρα και ζήτησαν την τιµωρία του Ερυσίχθονα. Η ∆ήµητρα συµφώνησε και ζήτησε από τον µεγαλύτερο εχθρό της, την Πείνα, που κατοικούσε στη Σκυθία µαζί µε τον Τρόµο και το Κρύο (µέσω αγγελιοφόρου, αφού απαγορευόταν να έρθει σε επαφή µαζί της), να κυριεύσει τα εντόσθια του Ερυσίχθονα. Της παρήγγειλε ούτε η δύναµη των δώρων της (της ∆ήµητρας), αλλά ούτε και καµία αφθονία να µην τον ανακουφίζει. Η Πείνα υπάκουσε στις εντολές της ∆ήµητρας και ένα

βράδυ, που ο Ερυσίχθονας κοιµόταν, κυρίευσε τα σωθικά του.

Μετά έφυγε από τη γη της αφθονίας (τη Θεσσαλία) για να γυρίσει στη φρικτή πατρίδατης.

Ο Ερυσίχθονας ονειρευόταν στον ύπνο του ότι πεινούσε και όταν πλέον ξύπνησε, η πείνα του είχε γίνει τεράστια. Αµέσως ζήτησε να του φέρουν τροφή. Όµως, όλο το φαγητό της Γης δεν του έφτανε. Η πείνα του έγινε τόση όση και ο ωκεανός. Η περιουσία τουεξανεµίσθηκε.

 

Η κόρη του, Μήστρα, που είχε το χάρισµα να µεταµορφώνεται (της το είχε δώσει κάποτε ο Ποσειδώνας) σκέφτηκε να πουληθεί σα σκλάβα για να σώσει τον πατέρα της από την καταστροφή. Κάθεφοράπουπουλιότανσκλάβαµεταµορφωνότανκιερχότανναπουληθείκαιπάλι,προµηθεύοντας έτσι µε χρήµατα τον πατέρα της για να ικανοποιήσει την ακόρεστη πείνατου.

 

Στο τέλος, ο Ερυσίχθων άρχισε να κατασπαράζει τα ίδια του τα µέλη. Αγωνιζόταν να θραφεί, τρώγοντας το ίδιο του το σώµα. Ώσπου ο θάνατος τον απάλλαξε από την εκδίκηση της ∆ήµητρας.

 

Ο ρόλος του Ερυσίχθονα στο συγκεκριµένο µύθο είναι εµφανής. Το µόνο που τον ενδιαφέρει είναι το πώς θα ικανοποιήσει τον εγωισµό του περισσότερο! Πώς θα κυριαρχήσει απόλυτα στη φύση χωρίς να ενδιαφέρεται για τις επιπτώσεις. Πώς θα ικανοποιήσει τις παράλογες απαιτήσεις του. Ζητά όλο καιπερισσότερα.

Ένα από τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της ανθρώπινης  συμπεριφοράς είναι και η απληστία. Η λέξη παράγεται από το στερητικό «α» και το «πληστός» που σημαίνει πλήρης – γεμάτος. Άπληστος, επομένως, είναι ο πλεονέκτης, ο ακόρεστος, ο ανεκπλήρωτος από την επιθυμία.

Διάλεξα να πω «από την επιθυμία» αντί «από τα μέσα της ζωής του», διότι πιστεύω ότι η αυτή αποτελεί την κινούσα δύναμη για την επίτευξη των αναγκών που δημιουργούν τα μέσα. «Επιθυμώ», σημαίνει «προάγω εκ του στήθους μου μια εσώτερη θερμή ανάγκη», μετά έρχεται η «βούληση» που παραπέμπει στο «θέλω και μπορώ». Επομένως, η επιθυμία έρχεται πρώτη και όχι η βούληση όπως υποστηρίζουν πολλοί φιλόσοφοι, καθόσον αυτή επιφέρει τις ανάγκες. Η επιθυμία και η βούληση είναι δυο αρχέτυπα, «τάση» και «θέση» της ζωής, τα οποία οι πρόγονοί μας τα  συμβόλιζαν με τις Δαναΐδες και το Σίσυφο. Οι πρώτες με το άπατο πιθάρι τους, ο δεύτερος με την αέναη μετακυλούσα πέτρα. Άρα, η απληστία μπορεί να ιδωθεί και ως «η διαρκής προσπάθεια της πραγμάτωσης του Σίσυφου του επιθυμητού των Δαναΐδων». Σίσυφος και Δαναΐδες, (είναι) ένα γονιδιακό ζεύγος δίζυγο, μια σχέση δυσδιάκριτη, ένα μαρτύριο της τιμωρίας των θεών προς το γένος των ανθρώπων.

Κατά τη μυθολογία, η έναρξη της απληστίας εμφανίζεται με τα παιδιά του βγαλμένου από τη θάλασσα Πρωτέα. Ο Πρωτέας, που θεωρείτο μονογενής και περιγράφεται με φύκια και ανάμεσα σε φώκιες, ανάλογα με τις επιθυμίες του γινόταν τα πάντα. Απέκτησε με κάποιες ασαφείς νύμφες και θεές, διάφορα παιδιά. Δυο του γιοί, ο Πολύγονος και ο Τηλέγονος ήταν άπληστοι, καταλήγοντας τελικά ληστές, τους οποίους σκότωσε ο Ηρακλής. Και ο Πρωτέας το αποδέχτηκε αυτό, φθάνοντας στο σημείο να αποκαθάρει εκ του φόνου το φονιά τους. Ο μύθος αυτός δείχνει μέσα από μια βιολογική θα τη χαρακτηρίζαμε σκοπιά, την έναρξη και την αντιμετώπιση του πρώτου φαινόμενου της απληστίας. Αλλά και ο μύθος της Εύας με την αποδοχή του απαγορευμένου καρπού, στο ίδιο παραπέμπει από άλλο δρόμο.

«Τρεις δυνάμεις κινούν τον κόσμο», είπε κάποτε ο Αϊνστάιν. «Η ανοησία, ο φόβος και η απληστία». Θα εξετάσουμε την απληστία, αρχικά, μέσα από την ιστορία.

Ο Μωυσής, τον οποίο ο Θεός τιμώρησε να μη δει την εκπλήρωση  της αποστολής του, φαίνεται ότι ένας λόγος ήταν η απληστία του, καθόσον ευθυνόταν για την υφαρπαγή εκ μέρους του λαού του αυτών που νέμονταν οι Φιλισταίοι. Ο Μίδας, έμεινε για την απληστία του στο χρυσό παρομοιώδης. Αλλά και ο Κροίσος, που δεν άκουσε το Σόλωνα στην αρετή του μέσου δρόμου αλλά τους ιερείς του Απόλλωνα για να επιτεθεί στον Κύρο και ν’ αυγατίσει κι άλλο την περιουσία του, τιμωρήθηκε δεόντως. Άπληστοι καθώς είχαν γίνει από τα δώρα του και αυτοί, δίνοντάς του έναν εκ πρώτης όψεως θετικό χρησμό, επέδρασαν ως Νέμεση, παίρνοντάς τον στο λαιμό τους.

«Η γη παράγει αρκετά για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του ανθρώπου, όχι όμως την απληστία του», είπε κάποτε, πολύ σωστά, ο Γκάντι. Τι είναι λοιπόν αυτό, το συγγενές ή επίκτητο ιδίωμα, ιδιαίτερα εμφανές στο ανθρώπινο είδος, το οποίο αναδύεται όλο πιο έντονο με την έναρξη του πολιτισμού του; Ζιγκουράτ, πυραμίδες, αυτοκρατορίες, όλα παραπέμπουν σε κάποια μορφή απληστίας των πρωτεργατών τους.

Η φύση έχει μια αρχή, τη μοιρασιά – νομή του οίκου της που λέγεται οικονομία. Η οικονομία μοιράζει «νέμει» στον οίκο της τα απαραίτητα. Όταν αυτά, κατά την κρίση ενός όντος δεν αρκούν, αρχίζει η αναζήτηση για τη συσσώρευσή τους. Ο φόβος του θανάτου είναι το κινούν αίτιο αυτής της διαδικασίας. Και έως εδώ καλά μέχρι την υπερβολή, που συνοψίζεται στο ότι «εγώ τα θέλω όλα». Το φαινόμενο αυτό στον κοινωνικό ιστό είναι αναμφίβολα κατακριτέο. Δεν ζει κάποιος στερώντας τη ζωή των άλλων, αλλά διατηρώντας το υπέδαφος της ζωής πάνω στο οποίο διάγει τη ζωή του. Αυτό σημαίνει «επιβίωση», ζωή πάνω σε ζωή.

Η ανθρώπινη κοινωνία είναι μια «κατά συνθήκη», μια «κατ’ ανάγκη» κοινωνία. Δεν έχει τη συνεκτική δομή της ανάλογης των μυρμηγκιών ή των μελισσών που όλα τα έντομα είναι ίδια, «αδέλφια» μεταξύ τους, καθώς γενιούνται και πεθαίνουνε κατά φουρνιές, μαζί. Η κοινωνία των ανθρώπων είναι χαλαρή,  ανομοιογενής, και ετερόκλητη, που την αποτελούν διάφορες μη οικογενείς ομάδες. Στην ουσία, πρόκειται για ένα συνονθύλευμα από  υποκοινωνίες, στις οποίες τα μεμονωμένα άτομα συμβιούν με σκοπό το όφελος από τη μεταξύ τους σχέση, έχοντας παράλληλα το κάθε ένα εξ αυτών την τάση να δημιουργεί ένα δικό του κόσμο. Επομένως, η ανθρώπινη «κοινωνία» είναι συναγωνιστική και ανταγωνιστική συγχρόνως, οπότε η απληστία κάτω από αυτό το πρίσμα πρέπει να ιδωθεί. Ο άνθρωπος δεν είναι κοινωνικό ον, γίνεται κοινωνικό για την ασφάλειά του και αυτό του προσδίδει μια ιδιαίτερη συμπεριφορά η οποία τον κάνει ον πολιτικό.

 

Η κοινωνική ζωή επιφέρει ευμενέστερες συνθήκες διαβίωσης μέσω της διαδικασίας που καλείται οικονομία κλίμακας.

Κατ’ αυτήν, μέσω της σύνδεσης πολλών μονάδων επιτυγχάνεται όφελος. Όταν κάποια στιγμή το όφελος και το κόστος βρεθούν σε κρίσιμη καμπή, τότε η κοινωνία, είτε ρικνώνεται τείνοντας να γίνει συμπαγής, είτε επεκτείνεται τείνοντας στη μεταλλαγή της. Στην πρώτη περίπτωση, η ρίκνωση οδηγεί στη λεγόμενη «κλειστή κοινωνία» με κατάληξη το μαρασμό, ενώ στη δεύτερη περίπτωση, η επέκταση οδηγεί στη λεγόμενη «ανοικτή κοινωνία» με κατάληξη την απροσδιοριστία. Ο άπληστος, επομένως, ορίζεται ως καταλύτης του συστήματος, φθάνοντας στο σημείο να οδηγεί στις μέρες μας τον ευαίσθητο και ασταθή κοινωνικό ιστό.

Η παγκόσμια ανοικτή κοινωνία δεν είναι άλλο από μια άπληστη κοινωνία σε σχέση με την έννοια των προγενέστερων αξιών της πάτριας ζωής. Από οικονομικής πλευράς, αυτή στηρίζεται σε δύο βάρκες: στην ελευθερία της παραγωγής όπως την περιέγραψε ο Άνταμ Σμιθ, και στην ανάγκη της αυξημένης κατανάλωσης κατά τον Κέυνς. Οπότε, διαμορφώνεται μια κοινωνία Λεβιάθαν, η οποία χωνεύει τα παιδιά της. Στη διαδικασία όμως αυτή συμβαίνουν κρίσεις, όπου το ζητούμενο είναι ο επαναπροσδιορισμός των ορίων των συμβαλλόμενων. Η ιστορία διδάσκει ότι στις κρίσεις, οι πιο αδύναμες κοινωνικά ομάδες παραδίδονται βορά στο σύστημα, γενόμενες μέρος του συστήματος. Το φαινόμενο αυτό ο Ρουσσώ αντί να το ονομάσει «εξαναγκαστική παράδοση» το βάφτισε «κοινωνικό συμβόλαιο». Το οποιοδήποτε όμως συμβόλαιο επενεργεί προς όφελος της πλεονεκτικότερης ομάδας. Πλεονεξία, πλεονεκτικότητα και πλεονασμός, είναι η «αγία τριάδα» της σύγχρονης πλέον  κοινωνίας.

Φεύγουμε από την κοινωνία και επιστρέφουμε στα μέλη της, τις άπληστες αράχνες που υφαίνουν τη ροή του ιστού της ιστορίας. Στην ύφανσή του, όπως και στο κάθε γίγνεσθαι, δεν υπάρχει διπολισμός, αλλά μονο-πειθαναγκασμός.

Το αντίθετο του άπληστου είναι ο «πληστός», που σημαίνει «πλήρης -ολοκληρωμένος». Θεωρητικά ορίζεται ως πρότυπο αξίας, καθόσον υποτίθεται ότι τα πάει περίφημα με τον εαυτό του. Είναι στις ανάγκες του εξαιρετικά ολιγαρκής, επομένως ευχαριστημένος με αυτά που έχει, οπότε καθιερώνεται σαν πρότυπο συμπεριφοράς πολίτη, τόσο από τους ολιγαρκείς όσο και από τους πλεονέκτες. Διότι, οι ολιγαρκείς τον έχουν πρότυπο στη δυστυχία τους, πράγμα που βολεύει παράλληλα τους πλεονέκτες. Σε σπάνιες περιπτώσεις ο ολοκληρωμένος ή πληστός οδεύει στον εξοβελισμό του, σαν ένα κύτταρο κατεξοχήν παθολογικό, που τείνει να περιορίσει το σύστημα έχοντας βάση μια αλλιώτικη αθανασία που προκύπτει από την μέλλουσα πληρέστερη ολοκλήρωσή του. Η απληστία όμως για την ολοκλήρωση οδηγεί στην ολοκλήρωση της απληστίας, αλλά αυτός είναι ο άπληστος. Επομένως, τι συνέβη; Αυξήθηκε απλά η πολυπλοκότητα του συστήματος με μια τροχοπέδη. Η φύση αυτορρυθμίζεται, η θέση που θα βρεθεί το κάθε κύτταρο ή άνθρωπος είναι δεδομένη.

Το κλειδί στην ψυχολογία του άπληστου λέγεται «άγχος επιβίωσης από το άχθος του θανάτου». Είναι μια αντίδραση «φυσιολογική» η οποία εκδηλώνεται με τη μεταβολή των ορμονών και της ψυχολογίας. Το φαινόμενο της απληστίας απαντάται τόσο στα παιδιά όσο και στους μεγάλους, ασχέτως φύλου, με μεγαλύτερη έκταση στο θηλυκό. Δείτε ένα παιδί σε μια βιτρίνα παιχνιδιών, η απληστία που ζωγραφίζεται στα μάτια του παραπέμπει στο αν θα μπορούσε να έχει τα περισσότερα… Δείτε έναν άντρα σε μια αγορά, ο περιορισμός που ζωγραφίζεται στα μάτια του θα τον αναγκάσει να πάρει το καλύτερο για τα λεφτά του (best value for money). Στις γυναίκες δεν αναφερόμαστε, διότι άπτονται μιας ευρύτερης ψυχολογίας η οποία ξεκινά από την επιλογή του ανδρός ως το καλάθι με τα φρούτα (shoping theraphy).

 Η απληστία, επομένως, αποτελεί μια φυσική διαδικασία αντίδρασης του επιθυμητού, σημαντική στην εξελικτικότητα. Η ψυχολογία του άπληστου, πρέπει κάποτε να ιδωθεί κάτω απο το πρίσμα της εσώτερης βαθειάς ψυχολογίας που φτάνει μέχρι τα γονίδια. Ακραία φαινόμενα δεν είναι άγνωστα και στα ζώα. Η αλεπού, για παράδειγμα, πνίγει όλες τις κότες στο κοτέτσι ενώ τρώει μια, πράγμα που μπορεί να χαρακτηριστεί ως «αμόκ ζωτικής ανησυχίας». Το γεγονός αυτό συνδέεται με τη «λίμπιντο», λέξη που συνάδει με το πάθος για ζωή με το σπόρο του θανάτου. Στο βάθος της ψυχής του άπληστου, ελλοχεύει έντονα, μα διακριτά, ο θάνατος.

Η γη κατέληξε «μονοειδής». Αυτό σημαίνει ότι επικράτησε μόνο το ένα είδος, τώρα, ο άνθρωπος. Η μονοειδότητα είναι ένα σύνηθες φαινόμενο στη φύση που συμβαίνει κατά διαστήματα, όπως την εποχή των φυτών, των δεινοσαύρων, πρόσφατα των θηλαστικών και δη των πρωτευόντων, του ανθρώπου. Ο κίνδυνος για την επιβίωση του ανθρώπου προέρχεται πλέον από το ίδιο τον άνθρωπο, που σημαίνει ότι ο φόβος του είναι «από και προς τον εαυτό του».Η μάχη ανάμεσα στα μέλη του ίδιου είδους, της αυτής ομάδας, του ίδιου μας του εαυτού, όταν επισυμβεί είναι η πλέον κανιβαλοφόρα. Επομένως, στο ανθρώπινο είδος θα επικρατήσει τελικά ένα υποείδος, μέχρι να χαθεί και αυτό μέσα στην απροσδιοριστία. Η απληστία στη φάση αυτή της μονοειδικής αιχμής, προβάλλεται ως αρχή – τάση επιβίωσης στους πλέον φοβισμένους, ανάγοντας τον εγωκεντρικό – εγωιστικό μηχανισμό της θεωρούμενης «ελπίδας» τους. Αυτή είναι μια προσέγγιση μέσα από ένα πώρο του βιολογικού κοινωνικού ιστού, που παραπέμπει στο ότι δεν επιφέρουμε εμείς το σύστημα αλλά ότι εκείνο μας ορίζει. Παραταύτα, όταν το γεγονός αυτό ιδωθεί βαθύτερα, οδηγεί με τη σειρά του στο ότι εμείς μετέχουμε και καθορίζουμε τις φυσιολογικές νόρμες, μέσα από την πλειοψηφία. Αυτό,  να ιδωθεί πέραν του καλού και του κακού και της ιδεοληψίας, με ευρύτητα στη σκέψη και τη γνώση. Ούτως ή άλλως, στην απληστία της γνώσης χρωστάμε αυτά που καταλαβαίνουμε σήμερα.

Παρότι από την απληστία δομήθηκε η κοινωνία, παρότι πλεονέκτες με την εξουσία ήταν οι μεγαλύτεροι ηγέτες και με την αγάπη οι καλύτερες μητέρες, η απληστία ιδωμένη ως εκ των μεγαλύτερων αμαρτημάτων, στηλιτεύεται. Τι γίνεται, όμως, εδώ; Εθελοτυφλούμε, προσδιοριζόμενοι απο δυο μέτρα και σταθμά ή θα επιλέξουμε ως άριστο το ένα; Θαυμασμός από τη μια και αποτροπιασμός από την άλλη, δεν γίνεται, σημαίνει μπέρδεμα ή υποκρισία. Ως εκ τούτου, εξετάζοντας τα πράγματα με όσο το δυνατόν αδέσμευτη χροιά, η απληστία μπορεί να ιδωθεί ως «τάση επιβίωσης υπο οριακές συνθήκες». Στο σύμπαν, που και αυτό επεκτείνεται άπληστα, υπάρχουν μαύρες τρύπες που ρουφούν και άσπροι νάνοι που παράγουν. Αμφότερα τα φαινόμενα υπηρετούν μια σκοπιμότητα, την ύπαρξη της φύσης. Ένα εκ των δυο να έλλειπε, θα ήταν ουδέτερο, ανύπαρκτο το σύμπαν. Το ζητούμενο είναι μια κοινή γραμμή, η οριοθέτηση στον κοινωνικό ιστό των φυσιο-λογικών ορίων.

Η θέση του άπληστου, χωρίς να φτάνουμε σε άκρα, είναι φυσική. Ο ολίγον άπληστος είναι παραγωγικό κύτταρο, ο πολύ άπληστος καταντάει πρόβλημα. Η πρακτική του πρώτου επιφέρει θαυμασμό, του δεύτερου γεννά το φθόνο.Πέραν του ορίου, ο άπληστος ρουφά τα στοιχεία της ζωής των άλλων, και ο πληστός τα φτύνει. Και στο βασικό ερώτημα «τι κάνουμε», η απάντηση είναι «σε ότι είμαστε ταγμένοι». Τα όρια της δυναμικής του συστήματος που θέτει η πλειοψηφία καθορίζουν τις φυσιολογικές νόρμες και η αντιμετώπιση των πολύ άπληστων είναι θεμιτή.

Είτε, λοιπόν, μιλάμε για την απληστία του πνεύματος, είτε της ύλης, ένα είναι γεγονός. Ότι, όπως το χαρακτηριστικό γνώρισμα της πληρότητας είναι ο εφησυχασμός, το αντίστοιχο της απληστίας είναι η ανησυχία. Ζω και ανησυχώ σημαίνει ότι είμαι ενεργός, ορίζω εγώ τις νόρμες μου τις οποίες επεκτείνω στο κοινωνικό μου περίγυρο όπου δεν εφησυχάζω. Ούτως ή άλλως, ο Ηρακλής στον κοινωνικό ιστό είναι ο λαός και ρόπαλο η δικαιοσύνη. «Ηρακλής κοιμώμενος» δεν υπάρχει ως τραγωδία, θα μπορούσε βέβαια να υπάρξει ως κωμωδία, για να ολοκληρωθεί με τον «Ηρακλή μαινόμενο» ως σατυρικό δράμα.

Στον ελληνικό τρόπο της ζωής, κυριάρχησε κάποτε έντονα το άπληστο πνευματικό στοιχείο. Αυτό δημιούργησε στον πλουραλισμό των ιδεών όπου προέκυψε φως, το οποίο μεταλαμπαδεύτηκε στο δυτικό πολιτισμό και κατόπιν εκτενέστερα. Το είδος του φωτός που εξέπεμψαν οι πρόγονοί μας ονομαζόταν φάος, που σημαίνει φως από αυτόκαυστο υλιστικό μανδύα ενός πνεύματος που φλέγεται χαοτικά.  Αυτή είναι μια περίπτωση κατά την οποία ο καιγόμενος προσφέρει στο σύνολο το φως του, μέσα από τον έμπειρο ή ένπυρο χαμό του. Ποιος είπε ότι άπληστος είναι κοιλιόδουλος και καταναλωτής μονάχα;

Ο μύθος του Ερυσίχθονα παραμένει επίκαιρος και αποτελεί ένα διαχρονικό μήνυμα στην ανθρωπότητα. Δυστυχώς οι σύγχρονοι Ερυσίχθονες πολλοί. Τόσο οι καταστροφείς του φυσικού περιβάλλοντος, όσο  και οι άνθρωποι που έχουν υπέρ αναπτύξει το «εγώ» , έναντι του  «εμείς».  Άνθρωποι που έχουν υιοθετήσει αξίες που είναι ξένες προς την πραγματική «φύση» του. Ατομισμός, υπερκαταναλωτισμός, ανταγωνισμός, οικονομική κυριαρχία και υλισμός.

Αξίες marketing, διαφημίζουν το πρόσκαιρο κέρδος και το ατομικό συμφέρον αδιαφορώντας για τις ανεπανόρθωτες βλάβες που προκαλούν στο περιβάλλον, υποθηκεύοντας  το μέλλον των επόμενων γενιών. Αναζήτηση  πλούτου,  αδιαφορώντας για τις πραγματικές αξίες και ανάγκες του ανθρώπου. Χρήμα, ένας  πρόθυμος υπηρέτης, που δεν αργεί να γίνει δυνάστης.

 

 

Οι ηγέτες αρκετών κρατών που αρνούνται να υπογράψουν τις διεθνείς συµβάσεις και τα πρωτόκολλα για την προστασία του περιβάλλοντος. Ίσως, γιατί δεν τους συµφέρει. Ίσως, γιατί βλέπουν µόνο το πρόσκαιρο κέρδος και το ατοµικό συµφέρον αδιαφορώντας για τις ανεπανόρθωτες επιπτώσεις που επιφέρουν στο περιβάλλον. Και η όρεξή τους δεν τελειώνει ποτέ. Ό,τι κι αν αποκτήσουν, ό,τι κι αν καταφέρουν πάντα τους φαίνεται λίγο µπροστά στο τι θέλουν να πετύχουν ακόµα, αδιαφορώντας για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο.

Πρόθυµοι υπηρέτες, οι οποίοι θα ικανοποιήσουν απόλυτα την κάθε τους επιδίωξη; Πολλοί και στον αρχαίο µύθο και στη σύγχρονη πραγµατικότητα. Άτοµα άβουλα, πειθήνια όργανα, τα οποία ενεργούν χωρίς να σκέφτονται, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα να σκεφτούν ορθολογικά, χωρίς να έχουν τη δύναµη να κρίνουν τις αποφάσεις, να αρνηθούν να τις εκτελέσουν, να αντισταθούν. Τις επιπτώσεις από τις ενέργειές τους τις γεύονται όλοι, χωρίς διακρίσεις…

 

Με τον όρο “όριο” στα Μαθηματικά νοείται η διαρκής μείωση μιας απόστασης, χωρίς όμως ποτέ αυτή να μηδενίζεται. Στις ανθρώπινες σχέσεις ο όρος αφορά τον ζωτικό, προσωπικό χώρο, που χρειάζεται κάποιος για να αναπτυχθεί και να ωριμάσει συναισθηματικά, νιώθοντας ασφαλής. Μέσα από αυτόν, την ίδια ώρα, προσδιορίζει τον εαυτό, τα συναισθήματα και τις επιθυμίες του, δείχνοντας στον κοινωνικό του περίγυρο τον τρόπο που θέλει να τον βλέπουν και να τον αντιμετωπίζουν.

Πρόκειται, εάν θέλουμε να το θέσουμε διαφορετικά, για μια ατέρμονη εσωτερική αλλά και εξωτερική συνδιαλλαγή µε τον εαυτό και τους άλλους προκειμένου το άτομο να προστατεύεται, να βρίσκεται σε πλήρη ισορροπία µε τις βαθύτερες ανάγκες του, να διατηρεί σχέσεις αλληλοσεβασμού, ορίζοντας την ταυτότητα και την ύπαρξή του στον κόσμο που τον περιβάλλει.

Η σχέση µας µε τα όρια εξελίσσεται καθ΄ όλη τη διάρκεια της ζωής µας. Επηρεάζεται από παράγοντες όπως, τα προσωπικά βιώματα και οι εμπειρίες που κουβαλάµε, οι προσδοκίες που έχουμε από τον άλλον, το οικογενειακό και κοινωνικοπολιτισμικό περιβάλλον στο οποίο μεγαλώνουμε, η εποχή που ζούμε, κ.ο.κ., που διαμορφώνουν, σε μεγάλο βαθμό, τις αντιλήψεις µας, τις απόψεις µας, τις επιλογές µας και εν τέλει την καθημερινότητά µας.

Η τοποθέτηση ορίων, παρόλο που ακούγεται ως μια απλή και ξεκάθαρη διαδικασία, στην πραγματικότητα δεν είναι, καθώς πρόκειται για μια λεπτή και δυσδιάκριτη γραμμή που διαχωρίζει εμάς µε τους γύρω µας ενώ την ίδια ώρα εντάσσεται σε μια γενικευμένη σύγχυση που επικρατεί για τη σημασία και τη χρησιμότητά της. Πρόκειται για μια κατάσταση που βασίζεται εν μέρει στις ραγδαίες κοινωνικές και θεσμικές αλλαγές των τελευταίων δεκαετιών, των οποίων ο αντίκτυπος διαπέρασε άτομα και οικογένειες επιδρώντας στον τρόπο σκέψης και συµπεριφοράς τους.

Περνώντας µε αλματώδεις ρυθμούς από τις πατριαρχικές κοινωνικές δομές, που διέπονταν κυρίως από άτεγκτα όρια και απαγορεύσεις, στις μεταμοντέρνες, όπου τα όρια γίνονται ασαφή και µη διακριτά, καλούμαστε να προσαρμοστούμε και να διαχειριστούµε τα δεδομένα μιας νέας πολυσύνθετης πραγματικότητας, που διαρκώς μεταβάλλεται.

Πιο συγκεκριμένα στη χώρα µας, οι μεγάλες αλλαγές που ξεκίνησαν στην περίοδο της μεταπολίτευσης, µε τη γενιά του Πολυτεχνείου να αμφισβητεί κάθε μορφή εξουσίας, έθεταν ως δεδομένο, ελευθερίες σε όλους τους τομείς. Βγαίνοντας η χώρα από ένα βασανισμένο και πολυτάραχο παρελθόν, το οποίο δεν αφορούσε µόνο την περίοδο της δικτατορίας αλλά και όλα τα παρελθόντα χρόνια κατά τα οποία ο Έλληνας υπήρξε υποταγμένος στον ξένο ζυγό, γινόταν ολοένα και περισσότερο εμφανής η ανάδυση νέων τάσεων και νοοτροπιών σύμφωνα µε τις οποίες απαγορεύονταν οι απαγορεύσεις σχετικά µε την ιεραρχία σε όλα τα επίπεδα (κοινωνία, οικογένεια, πολιτική, ιδεολογίες, εργασία), ενώ ενθαρρύνονταν οι προσωπικές ελευθερίες. Μέσα σε ένα τέτοιο κλίμα “απελευθέρωσης”, όπου επικράτησε μια γενικευμένη κατάσταση ανεκτικότητας, χαλαρότητας και ανοχής, χωρίς την κατάλληλη παιδεία, η σημασία των ορίων παρεξηγήθηκε φτάνοντας στο σημείο να αποκτήσει ιδιαίτερα αρνητική χροιά και σημασία.

Η σύγχυση που αφορά τα όρια δεν περιορίζεται όμως µόνο στην παραπάνω διαπίστωση αλλά ακουμπάει, επιπλέον, και σε μια άλλη πραγματικότητα, η οποία συνδέεται µε τη “διεύρυνση των συνόρων”ανάμεσα στα κράτη και τις συνέπειες που όλο αυτό επιφέρει. Μέσα από τις μετακινήσεις πληθυσμών, μεταναστών και προσφύγων, οι οποίοι φέρουν το δικό τους αξιακό σύστημα στον νέο τόπο διαμονής τους, χρωματίζεται η έννοια των ορίων ποικιλοτρόπως, αποκτώντας πολυσήμαντες ερμηνείες.

Σ’ ένα τέτοιο μωσαϊκό πολυπολιτισμικότητας, παγκοσμιοποίησης και διαφορετικότητας, µε συναισθήματα φόβου, που πυροδοτούνται από τις πολλαπλές κρίσεις που διανύουμε (κρίσεις αξιών, εξουσίας, οικονομίας κ.α.), κάποιοι βρίσκονται σε σύγχυση αδυνατώντας να προσδιορίσουν τα όρια του εαυτού και της οικογένειάς τους, ενώ κάποιοι άλλοι φτάνουν στα άκρα υιοθετώντας εξτρεμιστικές απόψεις και ιδεολογίες, πιστεύοντας πως όποιος δεν σκέφτεται όπως εκείνοι είναι εναντίον τους. Αλήθεια όμως πού βρίσκεται η χρυσή τοµή; Πώς θα μπορούσαμε να συνυπάρξουμε ως άτομα, οικογένειες, κοινωνίες ολόκληρες, µε τις τόσες ‘’διαφορές’’ που µας χωρίζουν; Πώς θα μπορούσαµε να συµβιώσουµε αρμονικά στο σχολείο, στη δουλειά, στην κοινότητα, μέσα στο ίδιο µας το σπίτι; Πώς θα καταφέρουμε να άρουμε τα εµπόδια που υψώνονται μπροστά µας και κλείνουν τον δρόμο προς την ανοιχτότητα και την επικοινωνία;

Για να απαντήσουµε σε αυτά τα ερωτήματα χρειάζεται πρώτα να στραφούμε στον εαυτό µας και να αναρωτηθούμε ποια είναι τα δικά µας όρια, πότε και γιατί τα θέτουμε, μέχρι πού αντέχουμε, τι χρειαζόμαστε, εν τέλει, για να αισθανόμαστε καλά;. Χρειάζεται επίσης να αναλογιστούμε πόσο εξοικειωμένοι είμαστε µε την τοποθέτηση ορίων και τι σημαίνει για εμάς τους ίδιους να τα παραλείπουμε, να τα αγνοούμε ή να τα μην τα λαμβάνουμε υπόψη µας;

Την ύπαρξη ή µη των ορίων, τη διδαχθήκαμε από τότε που ήμασταν παιδιά, µε αποτέλεσμα να την αναπαράγουμε στην προσωπική µας ζωή ως ενήλικες. Εάν μεγαλώσαμε σε ένα κοινωνικό και οικογενειακό περιβάλλον µε έλλειψη διακριτών ορίων, τότε είναι πολύ πιθανό να μην αποκτήσαμε τη γνώση να εκφράζουμε µε καθαρότητα και σαφήνεια αυτά που νιώθουμε, έχοντας έλλειψη καθαρής εικόνας του εαυτού µας, των αναγκών µας και κατ΄ επέκταση των ορίων που είναι ανάγκη να βάζουµε οι ίδιοι πλέον για να αισθανόμαστε καλά. Ως εκ τούτου, είναι αναμενόμενο να φοβόμαστε ότι κάθε φορά που θα πούµε όχι, μπορεί να χάσουµε την αγάπη, την αποδοχή και τη συμπάθεια των δικών µας ενώ δεν είναι λίγες οι φορές που πιστεύουμε ότι οι ανάγκες µας δεν είναι τόσο σημαντικές όσο των άλλων. Θεωρώντας την τοποθέτηση ορίων ως πράξη εγωιστική, είναι εξαιρετικά δύσκολο, ιδιαίτερα στις περιπτώσεις εκείνες όπου δεν μπήκαν από την αρχή της σχέσης, να αποφασίσουµε τελικά να τα θέσουμε.

Όταν όμως δεν βάζουµε όρια αφήνουμε τον εαυτό µας εκτεθειμένο και απροστάτευτο µε αποτέλεσμα να αποδυναμωνόμαστε ψυχικά και σωματικά. Αυτό έχει σαν αντίκτυπο μέσα στις σχέσεις να ασφυκτιούμε και να υποφέρουμε καθώς αισθανόμαστε ματαιωμένοι, απογοητευμένοι και µόνοι. Όταν οι ανάγκες µας μένουν ανεκπλήρωτες, για μεγάλο χρονικό διάστημα, συνήθως εκδηλώνουμε άγχος, καταθλιπτικά συµπτώματα ή οδηγούμαστε σε εθισμούς, για να καλύψουµε το εσωτερικό κενό που προκύπτει.

Τα όρια σε μικρά και μεγάλα συστήματα

 

 

Για τη σωστή οικογενειακή λειτουργία τα όρια ανάμεσα στα μέλη μιας οικογένειας και κυρίως ανάμεσα στα υποσυστήματα πρέπει να είναι ξεκάθαρα και καλά καθορισμένα, έτσι ώστε τα μέλη της οικογένειας να επιτελούν τις λειτουργίες τους χωρίς υπερβολικές παρεμβολές, αλλά και να διατηρούν την επαφή μεταξύ τους. Υπάρχουν δυο ακραίες περιπτώσεις οικογενειών είτε με συγκεχυμένα ή με άκαμπτα όρια. Οι δυο αυτές μορφές ορίων επηρεάζουν τη λειτουργικότητα της οικογένειας.

 

Θολά / συγκεχυμένα όρια:

Εδώ, γίνεται λόγος για οικογένειες κλεισμένες στον εαυτό τους όπου υπάρχει πολύ μεγάλη έως υπερβολική εμπλοκή του ενός μέλους με τα άλλα, του ενός υποσυστήματος με τα άλλα. Έτσι τα όρια είναι πολύ φτωχά. Αυτή η κατάσταση χαρακτηρίζεται ως «μαζοποιημένη», όπου υπάρχει υπερβολική προσέγγιση και ενασχόληση του ενός με τον άλλο. Τα άτομα μέσα στην οικογένεια μπορούμε να πούμε ότι λειτουργούν σαν ένας εαυτός και απλά ζητήματα (π.χ. το παιδί δεν έφαγε μεσημεριανό ή δεν ήπιε γάλα ή δεν έχει απλά κέφια) μπορεί να πάρουν τεράστια σημασία και να φτάσουν να απειλούν την ίδια την οικογενειακή ισορροπία. Η μητέρα στις περιπτώσεις αυτές ασχολείται τόσο πολύ με τα παιδιά, που σχεδόν ο πατέρας δεν έχει χώρο ύπαρξης και λειτουργίας. Παράλληλα υπονομεύεται η ανεξαρτησία του παιδιού και αυτό θα μπορούσε σε κάποιες περιπτώσεις να οδηγήσει σε ανάπτυξη συμπτωμάτων στα παιδιά. Το παιδί δεν εξασκείται στο να διερευνά και να προσπαθεί να χειρίζεται και να λύνει μόνο του τα προβλήματα και τα θέματα που το απασχολούν και ως ένα βαθμό μπορεί να παρεμποδιστεί η ανάπτυξη των γνωστικοσυναισθηματικών λειτουργιών και ικανοτήτων του.

Δεν είναι μόνο η ηλικία και η ωριμότητα που βοηθάει στο χειρισμό των θεμάτων της ζωής αλλά και η τριβή και η προσωπική ενασχόληση με αυτά.

 

Τα άτομα αυτών των οικογενειών προσκολλώνται το ένα στο άλλο, εξαρτώνται σε υπερβολικό βαθμό το ένα από το άλλο, λειτουργούν σαν μάζα.

 

Άκαμπτα όρια:

Εδώ η επικοινωνία ανάμεσα στα μέλη είναι δύσκολη. Τα μέλη της οικογένειας δυσκολεύονται να ανταποκριθούν το ένα στο άλλο και η οικογένεια αδυνατεί να προστατέψει τα μέλη της. Υπάρχει ανεπαρκής επικοινωνία γεγονός που δημιουργεί πρότυπα επικοινωνίας ιδιαίτερα στα παιδιά, όπου μαθαίνουν να μπαίνουν με τέτοιο τρόπο στις σχέσεις τους (δίχως δηλαδή να επικοινωνούν πραγματικά και ουσιαστικά). Τα άτομα στην περίπτωση αυτή, λειτουργούν υπερβολικά αυτόνομα και ανεξάρτητα, αποκτούν όμως μια «διαστρεβλωμένη» εικόνα της ανεξαρτησίας, η οποία δεν χωράει τελικά και τον «άλλο». Αυτού του τύπου η ανεξαρτησία χαρακτηρίζεται από έλλειψη συλλογικότητας, αφοσίωσης, αλλά κυρίως από έλλειψη αναζήτησης και προσφοράς βοήθειας, όπου χρειάζεται. Για παράδειγμα το παιδί μπορεί να δείχνει ένα μίσος για το σχολείο και οι γονείς να αδιαφορούν.

 

Περιπτώσεις που επιβαρύνουν τη λειτουργικότητα της οικογένειας:

Οικογενειακό σχίσμα: Μια προβληματική μορφή οικογενειακής σχέσης, η οποία χαρακτηρίζεται από μόνιμο (αφανή ή εμφανή) ανταγωνισμό των γονιών, τέτοιο όπου η οικογένεια διαιρείται διαρκώς σε αντίθετα μέρη. Αυτή η διαίρεση των γονιών μπλοκάρει την ολοκληρωμένη φροντίδα που σε διαφορετική περίπτωση θα προσέφεραν στα παιδιά.

Σύγκρουση ρόλων: Είναι η έλλειψη ξεκάθαρης συμφωνίας των μελών της οικογένειας πάνω στα καθήκοντα και στις λειτουργίες του καθενός, πράγμα που δημιουργεί σύγχυση και συγκρούσεις.

 

Το γονικό παιδί: Όταν ένας γονιός απουσιάζει (λόγω θανάτου ή διαζυγίου κ.τ.λ.) το παιδί αναλαμβάνει κάποιες από τις λειτουργίες του, ή γίνεται σύντροφος / σύζυγος του γονιού του, ή γίνεται γονιός για το γονιό του. Μιλάμε για περιπτώσεις, όπου οι γονείς εξαρτώνται από υπέρ- υπεύθυνα παιδιά. Στα παιδιά αυτά λένε τα προβλήματά τους, αναζητούν προστασία, συντροφικότητα, συμβουλές, στήριξη. Υπάρχει αντιστροφή ρόλων.

 

Δια-γενεαλογική σύγκρουση: Όταν η οικογένεια βρισκόμενη μπροστά σε στρεσσογόνες καταστάσεις και με σκοπό να κρατηθεί ενωμένη, μπλέκεται ανάμεσα στον παλιό τρόπο μιας γενιάς, στα παλιά πρότυπα μιας οικογένειας και στα σύγχρονα. Σαν να βρίσκονται οι παππούδες μέσα στην οικογένεια και στις οικογενειακές σχέσεις, ενώ στην πραγματικότητα λείπουν ή έχουν πεθάνει. Π.χ λέει ο σύζυγος στη σύζυγο σε μια δύσκολη για το ζευγάρι περίοδο: «η μάνα μου στη θέση σου όλα θα τα προλάβαινε… Θα έκανε όλες τις δουλειές και άλλες τόσες και θα ήταν με το χαμόγελο…». Ακόμη και αν δεν εκφραστεί κατά αυτό τον λεκτικό τρόπο, μπορεί να το αισθάνεται, να το νιώθει με αποτέλεσμα να συμπεριφέρεται επιθετικά, εχθρικά προς τη σύζυγο, δίχως αυτή να γνωρίζει το λόγο μιας τέτοιας συμπεριφοράς στο πρόσωπό της.

 

Γιατί δυσκολευόμαστε να θέσουμε τα όριά μας;

  • Ακόμη και αν αναγνωρίζουμε τη σπουδαιότητα του να θέτουμε τα όριά μας, εντούτοις στην πράξη προκύπτουν εμπόδια και δυσκολίες. Αυτά μπορούν να αφορούν σε:
  • Αισθήματα ενοχής και φόβου πως δεν θα είμαστε πλέον αρεστοί και αποδεκτοί από τους άλλους.
  • Λανθασμένα ή διαστρεβλωμένα πρότυπα για τις σχέσεις, που απορρέουν από το γονεϊκό πρότυπο.
  • Όχι σαφή και ξεκάθαρα όρια κατά την παιδική ηλικία.
  • Φόβος πως οι άλλοι θα μας εγκαταλείψουν ή θα τους “χάσουμε”. Από μια πιο βαθύτερη ανάγνωση μπορεί να προκύπτει πως φοβόμαστε ότι θα μείνουμε μόνοι μας.

Φόβος μήπως πληγώσουμε τους άλλους.

  • Φόβος να συγκρουστούμε με τους άλλους.
  • Τάση κυριαρχίας πάνω στον άλλο παράλληλα με δυσκολία αποδοχής της αντίθετης άποψης και της διαφορετικής οπτικής που φέρει.
  • Δυσκολία αποδοχής οποιασδήποτε μορφής οριοθέτησης
  • Έλλειψη κατανόησης της προσωπικης απόστασης και του δικαιώματος για ιδιωτικότητα.

Η ικανότητα να λέμε ‘’ΟΧΙ’’ είναι ζωτικής σημασίας για την ψυχική υγεία και την αυτοπεποίθησή μας.

 

Η Νταντού είναι καθηγήτρια ιατρικής στο Πανεπιστήμιο της ΚαλιφόρνιαΔεν μπορώ να πω όχι. Πάντα έτσι ήμουν. Τις περισσότερες φορές το σκέφτομαι ως εξής: Υπάρχουν πολλά πράγματα που θέλω να κάνω. Αλλά τώρα που έχω δύο παιδιά σχολικής ηλικίας, ό,τι επιλέγω να κάνω γίνεται εις βάρος άλλων πραγμάτων ή είναι αδύνατο να κάνω ένα πράγμα αρκετά καλά.

Εκτός από τη διδασκαλία, την παρακολούθηση ασθενών και τη συνεδρίαση στις επιτροπές των διδασκόντων, η Νταντού διαχειρίζεται και τα ερωτήματα των εκπαιδευόμενων που αναζητούν εποπτεία. Σε όλους απαντά θετικά. Έλαβα κι εγώ αυτήν την υποστήριξη από τους καθηγητές μου, γι’ αυτό νιώθω ότι πρέπει να είμαι εκεί για τους φοιτητές.

Στο σχολείο των παιδιών της, είναι μέλος σε μια επιτροπή με προγράμματα σπουδών αγώνων και ισότητας, καθώς και στη συμβουλευτική επιτροπή της περιοχής. Μάλιστα η ίδια διοργάνωσε μια Ημέρα Επιστημών για μαθητές με 30 διαδραστικούς σταθμούς. Το σχολείο ρώτησε αν θα μπορούσα να κάνω μια διήμερη εκδήλωση και την επόμενη χρονιά, αναφέρει. Μαντέψτε ποιος δέχθηκε.

Η Νταντού έχει μεγάλες προσδοκίες για τον εαυτό της και δεν της αρέσει να απογοητεύει τους ανθρώπους γύρω της. Αν κάτι φαίνεται δύσκολο, υποθέτει ότι πρέπει να προσφερθεί να το κάνει. Λέω περισσότερα ναι απ’ όσα θέλω, επειδή είναι δύσκολο να καταλάβω τι έχει μεγαλύτερη σημασία, ισχυρίζεται. Αν και έχει ωφεληθεί από τα έργα που έχει αναλάβει και έχει δημιουργήσει καλές σχέσεις ως αποτέλεσμα αυτών, τα περιθώρια στενεύουν. Η λίστα καθηκόντων στον εγκέφαλό μου συνεχώς επεκτείνεται. Είναι διανοητικά εξαντλητική.

Βέβαια, μια τέτοια σύντομη λέξη, δεν χρειάζεται να προκαλεί καμιά αιτία ανησυχίας στη συνείδησή μας.

Δεν μας αρέσει να το λέμε και δεν μας αρέσει να το ακούμε. Είναι όμως το πιο αξιόπιστο εργαλείο που διαθέτουμε στη σύγκρουση μεταξύ της επιθυμίας μας να συνδεθούμε και να ευχαριστούμε τους άλλους και της ανάγκης μας να διεκδικήσουμε και να υπερασπιστούμε την ατομικότητα και την αυτονομία μας.

Ο τρόπος που χειριζόμαστε το όχι – αν το κάνουμε καθόλου – έχει μεγάλες συνέπειες για την ψυχική μας υγεία και την ευημερία μας.

Γιατί δεν λέμε όχι

Έχουμε πολλούς λόγους να μην πούμε όχι. Δεν θέλουμε να βλάψουμε τα συναισθήματα κάποιου. Δεν μας αρέσει η αντιπαράθεση ή η σύγκρουση. Ή έχουμε μεγαλώσει για να είμαστε ευγενικοί και εξυπηρετικοί.

Η λέξη είναι τόσο μεστή, λέει ο γλωσσολόγος Νικ Έινφιλντ, που έχουμε αναπτύξει μια σωρεία μεθόδων για να την μεταδώσουμε χωρίς ουσιαστικά να χρειάζεται να τη πούμε. Ένας τακτικός τρόπος για να πούμε όχι είναι να μην το πούμε καθόλου, αλλά να το εκφράσουμε με ενδείξεις που δείχνουν την άρνηση μας, για παράδειγμα μια απρόθυμη εκπνοή και μια παρεμβολή στο λόγο του άλλου, όπως «καλά» ή «χμμ», αναφέρει. Όταν καθυστερούμε για δεύτερη φορά να απαντήσουμε, αυτό είναι από μόνο του αρκετό για να γνωρίζουν οι άλλοι ότι πρόκειται να αρνηθούμε.Ένα παρατηρητικό άτομο που θέλει να ζητήσει κάτι μπορεί να συγκεντρώσει αυτά τα σημάδια και να παρέμβει, με έναν επαγγελματικό τρόπο, για να προλάβει την επικείμενη άρνηση: ή μήπως είσαι πολύ απασχολημένος;

Μάλιστα στις ανθυγιεινές σχέσεις, οι άνθρωποι μπορεί εκούσια να αγνοούν τα σημάδια που αφορούν μια άρνηση, λέει ο Έινφιλντ. Επίσης, τα άτομα διαφέρουν ως προς το πόσο καλά συντονίζονται με τα μηνύματά μας. Αν ένα άτομο δεν παίζει το παιχνίδι ή παίζει σε διαφορετικό ρυθμό ή μελωδία, τότε δεν πρόκειται να λειτουργήσει η σχέση τόσο καλά. Καλό είναι να απευθύνουμε το αίτημά μας με ευθύτητα.

Λέμε ναι για να ανήκουμε κάπου

Για τους προγόνους μας, η συνεργασία με την ομάδα ήταν θέμα επιβίωσης, λένε οι ψυχολόγοι, που μελετούν τη συμμόρφωση. Αν μετακομίσετε σε ένα περίεργο μέρος όπου δεν ξέρετε τι να φάτε ή πώς να συμπεριφερθείτε, τότε παρακολουθείτε τι κάνουν οι άλλοι άνθρωποι γύρω σας. Συμπεριφοριστικά λοιπόν, θα συμμορφωθείτε και θα τους αντιγράψετε.

Ακόμη και σήμερα οι ψυχολόγοι δείχνουν ότι οι μικρές παρεμβάσεις ωθούν τους ανθρώπους να συμμορφωθούν. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι – το 75%, σύμφωνα με μια μελέτη που διενήργησαν – παραμένουν πεπεισμένοι ότι δεν επηρεάζονται από τους άλλους ανθρώπους. Στην πραγματικότητα αυτή η ομάδα ατόμων είναι ίσως η πιο επιρρεπής στην επιρροή των άλλων ανθρώπων. Οι άνθρωποι που παραδέχονται ότι επηρεάζονται από άλλους, έχουν καλύτερη επίγνωση του εαυτού τους, υποστηρίζουν με τις έρευνές τους. Λένε: Θα ήθελα να πιστεύω ότι δεν είμαι επιρρεπής, αλλά νομίζω ότι είμαι. Αυτοί οι άνθρωποι είναι πιο ικανοί να πουν όχι. Η συμμόρφωση είναι συχνά ασυνείδητη. Για να αρνηθούμε αποτελεσματικά, πρέπει να έχουμε πλήρη συνειδητότητα της απόφασης που έχουμε πάρει.

Η ανάγκη να ανήκουμε είναι οικουμενική, αλλά σαφώς σε άλλους έχει μεγαλύτερο αντίκτυπο. Οι ψυχολόγοι έχουν κατασκευάσει μια κλίμακα «ανάγκης του ανήκειν», η οποία μετρά το σημείο που ενδέχεται να φτάσει ένα άτομο για να νιώσει ότι συμπεριλαμβάνεται στην ομάδα. Υποθέτουν ότι οι άνθρωποι που έχουν πιο έντονη την ανάγκη να ανήκουν, μπορεί να έχουν μεγαλύτερα προβλήματα να πουν όχι, επειδή ανησυχούν για την απόρριψη.

Μπορεί επίσης να έχουν έντονο φόβο για την αρνητική κριτική, οπότε ανησυχούν ότι η λέξη όχι θα κάνει τους άλλους να τους κρίνουν δυσμενώς. Οι άνθρωποι ανησυχούν για την απογοήτευση, την αναστάτωση ή την ταλαιπωρία που θα μπορούσε να προκαλέσει η άρνησή τους. Έτσι, όσοι είναι περισσότερο ενσυναισθητικοί ίσως αντιμετωπίζουν μεγαλύτερα προβλήματα λέγοντας όχι επειδή μπορούν να μπουν στη θέση του ατόμου που θέτει το αίτημα και να αναγνωρίσουν τα δυσμενή αποτελέσματα της άρνησής τους στο άτομο αυτό.

Η έρευνα έδειξε σταθερά ότι λέξη όχι τείνει να είναι περισσότερο δύσκολο για τις γυναίκες, παρά για τους άνδρες. Μια έρευνα του 2014, περιελάμβανε τρεις ξεχωριστές μελέτες για τις διαφορές που παρουσιάζονται στα δύο φύλα σχετικά με τη δυνατότητα απόρριψης των αιτημάτων στην εργασία τους. Διαπίστωσε ότι οι γυναίκες δυσκολεύονταν περισσότερο να αρνηθούν και ότι οι παράγοντες της προσωπικότητας όπως η ευγένεια και η ευσυνειδησία, δεν μπορούσαν να εξηγήσουν τη διαφορά μεταξύ των δύο φύλων.

Η επιφυλακτικότητα της γυναίκας να πει όχι δεν έχει κάποια αιτιότητα, σύμφωνα με τους ψυχολόγους. Οι γυναίκες που λένε ναι, απολαμβάνουν μεγαλύτερης εκτίμησης στο χώρο εργασίας, ενώ όσες απέρριπταν τα αιτήματα έλαβαν χειρότερες αξιολογήσεις και λιγότερες συστάσεις για προαγωγές. Θεωρούνταν επίσης λιγότερο αρεστές. Άλλες έρευνες έδειξαν ότι όταν οι γυναίκες δρουν διεκδικητικά για την επιδίωξη του συμφέροντός τους, το οποίο θα μπορούσε να περιλαμβάνει ένα ρητό όχι, τιμωρούνται τόσο από τους άνδρες όσο και από τις γυναίκες για παραβίαση στερεοτύπων φύλου.

Οι ερευνητές λένε: Οι παράγοντες της ηλικίας και της συμμόρφωσης στην ικανότητά μας να λέμε όχι χωρίς ενοχές, κορυφώνονται στην εφηβεία και στη συνέχεια μειώνονται αργότερα στην ενηλικίωση. Από τη στιγμή που έχετε περάσει λίγο χρόνο σε μία ομάδα και έχετε μια ισχυρή θέση εκεί που βρίσκεστε, τότε μπορείτε να πείτε όχι πιο αποτελεσματικά, ισχυρίζονται οι ψυχολόγοι.

Λέγοντάς ΟΧΙ με εμπιστοσύνη

Αντιστεκόμαστε στο να λέμε όχι γιατί φοβόμαστε να απογοητεύσουμε τους ανθρώπους, αλλά είναι σωστή αυτή η ανησυχία; Πολλοί από εμάς υπερβάλλουμε για τις άσχημες αντιδράσεις των γύρω μας όταν αρνούμαστε τα αιτήματα ή τις προτάσεις τους. Αρκετοί άνθρωποι που ζητούν βοήθεια θεωρούν ότι ένα όχι είναι πολύ πιθανό, οπότε ενδεχομένως δεν σοκάρονται όταν πάρουν αυτή την απάντηση.

Η έρευνα των ψυχολόγων βρήκε ότι πολλοί άνθρωποι που θεωρήθηκαν αποφασιστικοί σε ικανοποιητικό βαθμό από τους ομολόγους τους σε καταστάσεις διαπραγμάτευσης, πίστευαν οι ίδιοι λανθασμένα ότι θεωρούνταν υπερβολικά κατηγορηματικοί. Σε μια επισκόπηση της βιβλιογραφίας σχετικά με το θέμα, οι ψυχολόγοι διαπίστωσαν ότι η χαμηλή αποφασιστικότητα μπορεί να οδηγήσει σε χειρότερα αποτελέσματα, ακόμη και στην εξασθένιση της υγείας.

Αν υποτιμούμε το πόσο συχνά οι άνθρωποι περιμένουν να πούμε ναι και αν επίσης υπερεκτιμούμε το πόσο προσβεβλημένοι νιώθουν αν λέμε όχι, τότε αυτοί που έχουν καταλάβει αυτήν την εξίσωση, όχι μόνο θα λένε το όχι πιο αποτελεσματικά αλλά μπορεί επίσης να είναι περισσότεροι αποτελεσματικοί στο να παρακινούν τους άλλους να λένε ναι

Ορισμένοι ερευνητές προσφέρουν μια αξιόπιστη στρατηγική άρνησης: Έχουμε βρει μια λεκτική τεχνική που επαναπροσδιορίζει τις καταστάσεις. Αν λέτε, δεν τρώω κέικ σοκολάτας, αυτό σηματοδοτεί ότι αυτή είναι η πολιτική σας και ότι πηγάζει από την ταυτότητά σας. Αυτό είναι απόλυτο. Αλλά αν λέτε δεν μπορώ να φάω κέικ σοκολάτας, υπονοείτε ότι δεν έχετε τον έλεγχο και ότι εξωτερικοί παράγοντες σας οδηγούν. Μάλιστα σ’ αυτή την περίπτωση ακολουθεί η ερώτηση: Γιατί όχι; Αν όμως λέτε απλά δεν το κάνω, τότε δεν παίρνετε καμία ανατροφοδότηση.

Αυτό συνοψίζεται στην υιοθέτηση μιας προσωπικής πολιτικής, στην εφαρμογή της και στην επικοινωνία της στους άλλους. Σκεφτείτε βαθιά για τα πράγματα που σας ενδιαφέρουν και στη συνέχεια δώστε φωνή και δράση στις αξίες σας. Αν κάποιος σας ζητήσει χρήματα, η άρνησή σας θα σας φαίνεται λιγότερο βλαπτική, αν δεν είναι προσωπικό το θέμα: Δεν δανείζω χρήματα σε κανέναν, κατά κανόνα.

Η επιλογή του τι πρέπει να κάνετε και πότε να ικανοποιήσετε ένα αίτημα προέρχεται από τη σαφή αίσθηση των ευρύτερων προτεραιοτήτων σας και των βραχυπρόθεσμων στόχων σας. Εάν δεν είναι σαφές τι έχει σημασία για εσάς και τι αρμόζει να κάνετε για να βελτιωθείτε σε αυτό, τότε είναι ευκολότερο για κάποιον άλλον να διεκδικήσει κάποιο μέρος του χρόνου σας για μια εργασία που προτιμάτε να μην κάνετε.

Η εστίαση στους στόχους σας είναι ένα καλό σενάριο, όταν πρέπει να πείτε όχι: Δεν μπορώ να προσέχω το σπίτι όταν λείπεις, διότι έχω δεσμευτεί να τελειώσω ένα πρότζεκτ στη δουλειά μου και πρέπει να είμαι το γραφείο μου για να το κάνω αυτό.

Γνωρίζουμε ότι οι αντιδράσεις των ανθρώπων συχνά εξαρτώνται από τη ‘λογοδοσία’. Με άλλα λόγια, οι ιστορίες που αναφέρουμε και οι δικαιολογίες που δίνουμε, έχουν σημασία. Μια εξήγηση, μπορεί να κάνει το άτομο που δεν θέλει να κάνει κάτι να αισθάνεται πιο άνετα λέγοντας όχι και μπορεί να διευκολύνει την απόρριψη για τον άνθρωπο που το αιτεί.

Πρέπει όμως να είστε προσεκτικοί, όταν απορρίπτετε κάποιον με μια εξήγηση που να τον καλεί να επινοήσει δημιουργικές λύσεις για να εκπληρώσετε το αίτημά του. Αν λέτε σε έναν γνωστό σας,” δεν μπορώ να καθίσω σπίτι ενώ λείπεις, επειδή είμαι αλλεργικός στη γάτα σου”, θα μπορούσε να αντιπαραβάλλει: Τότε, μπορώ απλά να αφήσω τη γάτα μου να μείνει σε κάποιον άλλον.

 

Μια κοινή προσέγγιση είναι να σας επιβάλλει κάποιος μια προθεσμία για να αποφασίσετε αν θα του κάνετε μια χάρη. Μην αφήσετε τον εαυτό σας να πιεστεί. Ακριβώς επειδή κάποιος χρειάζεται κάτι από εσάς δεν σημαίνει ότι μπορεί επίσης να υπαγορεύσει τους όρους και το χρονοδιάγραμμα προκειμένου αποφασίσετε εντέλει αν θα βοηθήσετε.

Ένας πιο ανθρώπινος τρόπος να απορρίψετε ένα αίτημα είναι να αναγνωρίσετε την επίπτωση που μπορεί να έχει σε άλλους ένα ναι. Όταν παρουσιάζετε τον εαυτό σας να διαπραγματεύεται το όχι σε προσωπικό επίπεδο, αλλά για λογαριασμό άλλων, αυτό ενδεχομένως να είναι αποτελεσματικό, καθώς υπογραμμίζει το πόσο νοηματοδοτείτε τις ανθρώπινες σχέσεις: Αν κάνω το X για εσάς, δεν μπορώ να κάνω το Y για κάποιον άλλο.

Επειδή είναι αγχωτικό να εκστομίζουμε ένα γρήγορο όχι ή αυτό είναι αντίθετο στο ένστικτό μας να προσφέρουμε, πολλοί από εμάς λέμε “ίσως” σε αιτήματα όταν δεν έχουμε καμία πρόθεση να συμμορφωθούμε ποτέ. Εάν κλίνετε προς το όχι, προτιμήστε το όχι”, λέει. Διαφορετικά, αναζωπυρώνετε τις ελπίδες ενός προσώπου, και η κατάσταση μπορεί να αποβεί δυσλειτουργική για εσάς.

Όσο πιο σημαντικό είναι ένα άτομο για εσάς βέβαια, τόσο πιο δύσκολο θα είναι να πείτε όχι. Ωστόσο, μερικά αγαπημένα πρόσωπα είναι απλά πιεστικά. Οι άνθρωποι αισθάνονται άσχημα επειδή νομίζουν ότι λένε όχι σε μεγάλο βαθμό, αλλά στην πραγματικότητα ο φίλος σας είναι εκείνος που ζητάει μεγάλα πράγματα από εσάς.

Σκεφτείτε έναν φίλο που απαντά στην απόρριψη μιας εξόδου λέγοντας: Λοιπόν, ξέρω ότι δεν είσαι τόσο απασχολημένος, γιατί είδα στο Facebook ότι βγήκες μαζί με…

 

Εν συντομία, οφείλετε να τους πείτε ότι δεν θεωρείτε σωστό να υπολογίζουν και να νοηματοδοτούν το χρόνο και τη ζωή σας. Σ’ αυτό ακριβώς το σημείο τοποθετείτε ένα όριο επειδή το ξεπερνούν. Γνωρίζετε λοιπόν πότε ένα όριο ωθείται επειδή μπορείτε να το αισθανθείτε στο στομάχι σας. Συνεπώς πρέπει να τους επισημάνετε ότι αυτή η συνθήκη σας κάνει να νιώθετε άβολα.

 

 

 

Το ζευγάρι και η οικογένεια

Πολλές φορές παρατηρείται στα ζευγάρια μια κατάσταση συνεξάρτησης, η οποία θέτει φραγμούς στην ατομικότητα και την ελευθερία τους. Πρόκειται για μια δυναμική που αναπτύσσεται στη μεταξύ τους σχέση κατά την οποία, τα όρια του εαυτού μοιάζουν συγκεχυμένα ή ανύπαρκτα. Συνήθως το ένα µέλος από το ζευγάρι παραμελεί συστηματικά τον εαυτό του για να ικανοποιεί τις επιθυμίες του/της συντρόφου της/του, αναλαμβάνοντας σε μεγάλο βαθμό την ευθύνη της ζωής του, ενώ το άλλο δέχεται παθητικά τη φροντίδα µη γνωρίζοντας τις αντοχές του και τα όρια των δυνατοτήτων του. Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση, όπου ο “φροντιστής” αισθάνεται άξιος και ικανός, ενώ αυτός που λαµβάνει τη φροντίδα παίρνει έμμεσα την προσοχή που του λείπει, υποβόσκουν ο θυμός, οι ενοχές, ο φόβος και η θλίψη, κάνοντας το ζευγάρι δυστυχισμένο.

Για να θέσει ένα ζευγάρι τα σωστά όρια στη σχέση του, χρειάζεται να γνωρίζει ποιο είναι το όραμά του, οι στόχοι του, τι θέλει να καταφέρει και πώς, ώστε να χαρτογραφήσει από κοινού τις διαδρομές που θα ακολουθήσει, διασφαλίζοντας µε αυτόν τον τρόπο την αρμονία και την ισορροπία του. Η κατανόηση και το μοίρασμα των απόψεων για τη συντροφική ζωή όσον αφορά την ελευθερία, την αυτονομία, τις υποχρεώσεις και τις ανάγκες που έχει ο καθένας αποτελεί τη βασική προϋπόθεση για μια ομαλή και λειτουργική συνύπαρξη. Ως εκ τούτου, τα όρια στο ζευγάρι, τις περισσότερες φορές, προκύπτουν όταν συµπορεύονται οι έννοιες του “εγώ” και του “μαζί” µε αλληλοσεβασμό και ενσυναίσθηση.

Τα όρια στο οικογενειακό σύστημα από την άλλη, καθορίζονται από το σύνολο των κανόνων που ισχύουν ενώ διαφέρουν από οικογένεια σε οικογένεια. Στην οικογενειακή θεραπεία τα όρια θεωρούνται ως αόρατα φράγματα που προσδιορίζουν την επικοινωνία μεταξύ των υποσυστημάτων (π.χ. γονεϊκό, αδερφών κ.α. ) και είναι απαραίτητα για τη διατήρηση μιας υγιούς οικογενειακής δομής (Minuchin & Fishman, 1981). Πιο αναλυτικά ο Minuchin (1974), τα ορίζει ως τους κανόνες που καθορίζουν το ποιος συμμετέχει και πόσο μέσα στην οικογένεια.

Η σημαντικότητα των ορίων σε μια οικογένεια έγκειται στο γεγονός ότι συνδιαμορφώνουν, μαζί µε άλλους παράγοντες, την προσωπικότητα του παιδιού. Πιο συγκεκριμένα το βοηθούν να αισθάνεται ασφαλές και εσωτερικά συγκροτημένο, καθώς έχει διδαχθεί να σέβεται και να φροντίζει τον εαυτό του. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, το παιδί αποκτά αυτοεκτίμηση, νιώθει εμπιστοσύνη στις δυνατότητές του, ενώ καθώς μεγαλώνει αναλαμβάνει πρωτοβουλίες ενεργώντας αυτόνομα.

Η ύπαρξη ξεκάθαρων ορίων βοηθάει τα µέλη της οικογένειας να παραμένουν συνδεδεμένα μεταξύ τους και συγχρόνως να διατηρούν την ατομικότητα και την αυτονομία τους (Minuchin, 1974). Για να θεωρούνται λειτουργικά τα όρια είναι σημαντικό να αλλάζουν, ώστε να προσαρμόζονται στον εκάστοτε κύκλο ζωής της οικογένειας. Έτσι για παράδειγμα ένας πατέρας μπορεί να παρέμβει σε έναν καβγά των παιδιών του ηλικίας τριών και τεσσάρων χρόνων για να τα βοηθήσει να απεμπλακούν, ενώ όταν είναι πλέον ενήλικες προσδοκεί από αυτά να λύσουν τις διαφορές τους µε ώριμο τρόπο.

Οι οικογένειες εκείνες που δεν βάζουν τα σωστά όρια στις μεταξύ τους σχέσεις περιγράφονται είτε ως ασύνδετες είτε ως συγχωνευμένες, ανάλογα µε τον βαθμό διαφοροποίησης των µελών μεταξύ τους, σύμφωνα µε τον Bowen (1998). Στις ασύνδετες οικογένειες απουσιάζουν οι ζεστές σχέσεις µε αποτέλεσμα τα µέλη τους να μην επικοινωνούν και να είναι κλειστά και ψυχρά το ένα προς το άλλο. Τα παιδιά υποφέρουν από τη συναισθηματική απουσία των γονιών τους µε αποτέλεσμα να κλείνονται στον εαυτό τους, έχοντας εσωτερικεύσει την πεποίθηση ότι δεν είναι άξια να αγαπηθούν. Στις συγχωνευμένες – µη διαφοροποιημένες οικογένειες από την άλλη, τα όρια είναι τόσο διαπερατά ώστε η αυτονομία να θυσιάζεται προκειμένου να διατηρηθεί η ισορροπία στην οικογένεια καθώς και η αίσθηση “του ανήκειν”. Κάτω από το βάρος των παραπάνω συνθηκών τα µέλη του οικογενειακού συστήματος αποφεύγουν να δημιουργήσουν στενές σχέσεις µε άτομα έξω από αυτό ενώ παραμένουν προσκολλημένα μεταξύ τους, µε τις ανάγκες και τις επιθυμίες τους να συγχέονται. Μέσα σε μια τέτοια κατάσταση συχνά γεννιούνται δυσλειτουργικά σχήματα επικοινωνίας και αλληλεπίδρασης, µε χαρακτηριστικά παραδείγματα αυτά της “τριγωνοποίησης” και του”γονεοποιημένου παιδιού“.

Σε μια κατάσταση τριγωνοποίησης, η οποία εμφανίζεται συνήθως κάτω από στρεσσογόνες οικογενειακές συνθήκες, στα δύο µέλη της οικογένειας προστίθεται ένα τρίτο, για να αποφευχθεί ή να μειωθεί η ένταση και η ρήξη. Συχνά παρατηρούμε, όταν οι γονείς έχουν προβλήματα στη σχέση τους να παρεμβαίνει το παιδί, µε έμμεσο τρόπο, εκδηλώνοντας κάποιο σύμπτωμα όπως, σχολική αποτυχία, παραβατική συµπεριφορά, κ.ο.κ. τραβώντας την προσοχή τους στο δικό του “πρόβλημα”.

Στις περιπτώσεις εκείνες κατά τις οποίες, οι γονείς για διάφορους λόγους αδυνατούν να ασκήσουν τον γονεϊκό τους ρόλο και τον εναποθέτουν στο παιδί τους, τότε μιλάμε για το “γονεοποιημένο παιδί“. Το παιδί φορτώνεται βάρη και ευθύνες που δεν του αναλογούν (π.χ. την φροντίδα των μικρότερων αδερφών του, την οικονομική διαχείριση του σπιτιού, την επίλυση οικογενειακών διαφορών, κ.ο.κ.) µε αποτέλεσμα να επιβαρύνεται και να δυσχεραίνεται η ψυχοσυναισθηματική του ανάπτυξη.

 

Τρίγωνα – Τριγωνοποίηση – Συμμαχίες. Πώς η εμφάνιση συμπτωμάτων στα παιδιά μπορεί να έχει λειτουργικό ρόλο

 

 

 

Με τον όρο τριγωνοποίηση αναδεικνύουμε τη σχέση τριών μελών μέσα στην οικογένεια. Η σχέση αυτή μπορεί να είναι υγιής ή προβληματική, δυσλειτουργική. Όταν στη συγκρουσιακή ή προβληματική σχέση δύο μελών της οικογένειας, εμπλέκεται ένα τρίτο μέλος, το οποίο λειτουργεί ως καταλύτης, τραβώντας την προσοχή ή προσπαθώντας να ηρεμήσει τα πνεύματα, τότε λέμε ότι αυτό το τρίτο μέλος τριγωνοποιείται.

Ακόμη, προκύπτει κάποιες φορές η ύπαρξη ενός τρίτου προσώπου, ενός φανταστικού και ιδεατά πλασμένου προσώπου, που υπάρχει στη σκέψη και τη φαντασία του ενός και αυτό δημιουργεί προβλήματα στη σχέση με τον πραγματικό του σύντροφο. Αυτό το φανταστικά κατασκευασμένο πρόσωπο, είναι κομμένο και ραμμένο στα μέτρα μας, ιδανικό. Μας φροντίζει, καταλαβαίνει πλήρως τις ανάγκες μας ακόμη πριν καλά καλά τις εκφράσουμε, μας κατανοεί, δεν μας θυμώνει, συμφωνεί πάντα μαζί μας σαν να έχουμε πάντα δίκιο. Όταν καταλαβαίνουμε ότι ο αληθινός μας σύντροφος δεν μας συμπεριφέρεται με σχετικά ανάλογο τρόπο, τότε απογοητευόμαστε και αυτήν την απογοήτευση μη μπορώντας να την εκφράσουμε, τη διοχετεύουμε στον ανυποψίαστο σύντροφό μας με ποικίλους τρόπους που δυσχαιρένουν τη σχέση και την επικοινωνία μας.

 

Επιστρέφοντας στην πραγματική τριγωνοποίηση, όταν η ένταση (κυρίως αλλά όχι μόνο) ανάμεσα στους δύο συντρόφους φτάνει σε τέτοια επίπεδα που είναι δύσκολο να γίνει ανεκτή ή να δουλευτεί και να λυθεί από τους δύο, τότε ένα τρίτο πρόσωπο (συνήθως το παιδί) αναλαμβάνει το δύσκολο ρόλο της μείωσης της έντασης και της αποφυγής της σύγκρουσης ανάμεσα στους δύο. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όπου το παιδί αναλαμβάνει ανάλογο ρόλο, είναι δυνατό να εμφανίσει προβληματικές συμπεριφορές ή ανεπιθύμητα συμπτώματα, ενώ παράλληλα δημιουργούνται και ακατάλληλες συμμαχίες, όπως για παράδειγμα συμμαχία του παιδιού με τη μαμά και εναντίωση προς τον πατέρα, ή το αντίστροφο. Άρα το τρίγωνο στη σχέση μιας οικογένειας δημιουργείται όταν πραγματοποιείται μια σταθερή συμμαχία μεταξύ των δύο και εναντίων ενός τρίτου.  Ένας από τους τρεις μπλέκεται στη σχέση των δύο, έχοντας ρυθμιστικό ρόλο. Όταν αυτό το άτομο είναι το παιδί, τότε αυτό το παιδί φτάνει να παίζει το ρόλο που δεν μπορούν να παίξουν οι δύο σύζυγοι μεταξύ τους.

 

Μια άσχημη κατάσταση μεταξύ των γονέων, μια σύγκρουση που φαίνεται ότι θα λάβει χώρα, ένας καβγάς, όταν αυτά παίρνουν ένα πιο μόνιμο χαρακτήρα, είναι καταστάσεις που φοβίζουν ένα παιδί, διότι φαίνεται στα μάτια του ότι απειλούν την προστατευτική οικογένειά του και βάζουν σε κίνδυνο την αγάπη των γονιών του ως προς αυτό. Αυτό το παιδί νιώθει ανασφάλεια, πονάει ψυχικά και νιώθει ότι πρέπει κάτι να κάνει για να εξομαλύνει την άσχημη ατμόσφαιρα, αλλιώς μπορεί να χάσει την αγάπη των γονιών του, την ασφάλεια, τη φροντίδα. Έτσι, στην προσπάθειά του να φτιάξει τη σχέση των γονιών του φτάνει στο σημείο να σκαρφίζεται (συνειδητά ή ασυνείδητα), διάφορους τρόπους για να το καταφέρει αυτό : από καθαρή εχθρική στάση απέναντι στο ινίο που κρίνει ότι φταίει περισσότερο (ποιος γονιός του έχει δώσει την εικόνα του πιο θλιμμένου, στεναχωρημένου, θιγμένου), μέχρι και πιο ακραίους τρόπους για να τραβήξει την προσοχή των γονιών του μακριά από το προσωπικό τους πρόβλημα. Για να καταφέρει να τραβήξει την προσοχή τόσο, ώστε οι γονείς να μην βλέπουν πια το προσωπικό τους πρόβλημα, θα πρέπει το παιδί να βρει ένα πολύ σοβαρό λόγο, όπως ένα ψυχικό / ψυχολογικό λόγο (κατάθλιψη, ανορεξία, πονοκεφάλους κ.τ.λ.) ή ένα σύμπτωμα, ένα σωματικό σύμπτωμα (εξανθήματα κ.τ.λ.), ένα σχολικό πρόβλημα, μια επιθετική συμπεριφορά προς τους συνομιλήκους, μείωση σχολικής απόδοσης και τόσα άλλα. Εδώ γίνεται λόγος για τη λειτουργικότητα ενός συμπτώματος. Ένα παιδί εμφανίζει ένα σύμπτωμα το οποίο σύμπτωμα εξυπηρετεί μια λειτουργία : να ενώσει τους γονείς και να τους κάνει να ξεχάσουν ένα σημαντικό προσωπικό τους πρόβλημα που απειλεί τη σχέση τους.

 

Έτσι, με τα συμπτώματα που εμφανίζει το παιδί στην ουσία προσπαθεί να κρατήσει τους γονείς του ενωμένους. Άλλοι τρόποι για να το καταφέρει αυτό είναι οι κρυφές συμμαχίες. Φαίνεται δηλαδή ότι το παιδί συμμαχεί με τον ένα γονιό, για παράδειγμα με το μπαμπά. Διαρκώς τον πλησιάζει, λέει ότι μόνο ο μπαμπάς του, του κάνει τα χατίρια, ότι μόνο αυτόν ακούει, τον περιμένει ώρες να επιστρέψει γιατί θέλει να μιλήσει μονάχα σε αυτόν και να δεχτεί τη συμβουλή του και πολλά άλλα. Στην πραγματικότητα, η αληθινή συμμαχία όμως είναι με τη μητέρα και όλες τις παραπάνω συμπεριφορές τις εμφανίζει με σκοπό και στόχο να φέρει τον πατέρα κοντά στη μητέρα, να τον εμπλέξει στη σχέση, να τον κινητοποιήσει.

 

Σε πιο ακραία τρίγωνα το παιδί εμπλέκεται στη σχέση των γονιών όχι μόνο ως παιδί, αλλά παίρνει και άλλους ρόλους ανώτερους στην ιεραρχία. Για παράδειγμα γίνεται γονιός για τους γονείς του, όπου τους συμβουλεύει, τους επιπλήττει, τους μαλώνει όπου χρειάζεται. Αυτά τα παιδιά παρόλο το πολύ νεαρό της ηλικίας τους, ωστόσο φαίνονται σαν γέροι, σοφοί, ενήλικες.

 

 

 

Χαρακτηριστικά ενός τριγώνου:

Τα πρόσωπα του τριγώνου δεν ανήκουν συνήθως σε ίδιες γενιές

Τα δύο πρόσωπα που συμμαχούν είναι συνήθως διαφορετικής γενιάς

Κάθε μέλος του τριγώνου κινείται, συμπεριφέρεται δηλαδή με τέτοιο τρόπο, ώστε ή να ανακουφιστεί μέσα από μια συμμαχία, ή για να αποφύγει την ένταση. Κάθε κίνηση του ενός, προκαλεί αντίστοιχη κίνηση στους άλλους.

Τη σύμπραξη, τη συμμαχία, συνήθως τα πρόσωπα που δημιουργούν το τρίγωνο την αρνούνται ειδικά όταν κάποιος πάει να την αποκαλύψει. Τότε την αρνούνται και υποβιβάζουν τη σημασία της.

 

Όταν υπάρχει σύγκρουση συζύγων και η μητέρα είναι αυτή που καλεί το παιδί σε τρίγωνο (γιατί το παιδί κάποιος το βάζει συνήθως σε τριγωνική σχέση) και αν το παιδί είναι αγόρι, τότε αυτό το μικρό αγόρι έχει ήδη και ψυχικούς λόγους να στραφεί εναντίων του πατέρα και να συμμαχήσει με τη μητέρα του (ύπαρξη οιδιπόδειου συμπλέγματος, όπου το μικρό παιδί επιθυμεί το γονιό του αντίθετου φύλου και «εχθρεύεται» το γονιό του ιδίου φύλου.

 

Πώς οι γονείς τριγωνοποιούν τα παιδιά τους;

 

 

Με τρόπο λεκτικό, εξιστορώντας ή μονολογώντας την ιστορία της σύγκρουσης, παρουσιάζοντας βέβαια τον εαυτό τους ως θύμα και το σύζυγο ως το θύτη.

Με πιο συναισθηματικούς τρόπους: κλαίγοντας μπροστά στο παιδί με τρόπο που φαίνεται ότι έχουν την ανάγκη και συμπαράστασή του

Απομονώνονται, στερούν πράγματα από το παιδί με το πρόσχημα ότι δεν είναι καλά λόγω της σύγκρουσης (το παιδί καταλαβαίνει ότι αν η μαμά ή ο μπαμπάς ήταν καλά, τότε και αυτό θα το πήγαιναν στο πάρτι ή στη βόλτα που του έταξαν, έτσι προσπαθεί να τους κρατήσει ενωμένους για να μην στερείται και αυτό την αγάπη την προσοχή τους και όλα αυτά που του υπόσχονται).

 

 

Ποια παιδιά τριγωνοποιούνται συνήθως;

Εναντίων του γονιού του ίδιου φύλου (αγοράκια με τη μητέρα τους εναντίον του  μπαμπά,κοριτσάκια με τον πατέρα εναντίον της μητέρας).

Παιδιά που νιώθουν ότι, μέσω μιας συμμαχίας θα κερδίσουν την αγάπη που νομίζουν ότι τους λείπει (για π.χ λόγω της γέννησης ενός μικρότερου αδελφού, που συγκεντρώνει φροντίδα και προσοχή κ.τ.λ.). Συμμαχώντας με τον ένα γονιό νιώθουν ότι έτσι θα έχουν την εύνοια, την αγάπη, τη φροντίδα και την προσοχή που αισθάνονται  ότι στερούνται.Παιδιά που συμμαχούν με το γονιό που ούτως ή άλλως δείχνει ότι τους έχει αδυναμία.

 

Μορφές τριγώνων:

Συμμαχία του παιδιού με τον ένα γονιό και εναντίων του άλλου

Συμμαχία του παιδιού με ένα παππού ή μια γιαγιά εναντίων του ενός γονιού

Θεία – παιδί – μαμά

Αδέλφια και ένας γονιός (συνήθως η μαμά) κ.τ.λ. Συνήθως, στο συγκεκριμένο τρίγωνο η μητέρα συμμαχεί και με τα δύο παιδιά, οπότε η σύγκρουση πραγματοποιείται ανάμεσα στα παιδιά.

 

Συνοψίζοντας λοιπόν, καθώς η ένταση συσσωρεύεται ανάμεσα σε δύο ανθρώπους, αυτός από τους δύο που νιώθει λιγότερο άβολα τριγωνοποιεί, δηλαδή εμπλέκει στη σχέση και ένα τρίτο άτομο. Ακόμη, ακόμη μπορεί αυτός που βάζει τον τρίτο μέσα στη σχέση, να πει μια ιστορία στο δεύτερο πρόσωπο για τον τρίτο. Έτσι, οι δύο πρώτοι που ήταν σε ένταση, στρέφονται τώρα εναντίον του τρίτου. Είναι και πάλι ενωμένοι. Παράδειγμα: οι δύο σύζυγοι μαλώνουν και συγκρούονται. Μόλις ο σύζυγος επιστρέψει, η σύζυγος λέει στο σύζυγο μια ιστορία για το παιδί (π.χ πήρε κακούς βαθμούς, δεν ήταν καλό παιδί κατά τη διάρκεια της ημέρας κ.τ.λ.). Έτσι, οι δύο σύζυγοι ενώνονται για να μαλώσουν ή να επιπλήξουν ή να συμβουλέψουν το παιδί και παραγκωνίζουν ξεχνούν έστω και προσωρινά την προσωπική τους σύγκρουση. Ο στόχος του τριγώνου επιτεύχθηκε.

 

Σε περιόδους πολύ μεγάλης ενδο-οικογενειακής έντασης και σε καταστάσεις πολύ μεγάλου στρες, η οικογένεια μπορεί να χρησιμοποιήσει το σύστημα των τριγώνων για να εμπλέξει γείτονες, σχολεία, αστυνομία, κλινικές και γενικά «ξένους» ανθρώπους για να πάρουν μέρος στο οικογενειακό πρόβλημα. Με τον τρόπο αυτό η οικογένεια μειώνει την ένταση στο εσωτερικό της και δημιουργεί συνθήκες ώστε την ένταση και τη σύγκρουση να τη διαχειριστούν και να την παλέψουν οι τρίτοι.

 

Όταν μια οικογένεια λειτουργεί με τρίγωνα, αν ένα από αυτά τα τρίγωνα αλλάξει, ακόμη και ο ρόλος του συγκεκριμένου τριγώνου φαίνεται περιθωριακός και άνευ σημασίας, μπορεί τελικά να αλλάξει ολόκληρη η οικογένεια και οι οικογενειακές σχέσεις.

 

Θεραπεία, τι κάνουμε:  

Δημιουργούμε όσο το δυνατό περισσότερο μια αίσθηση ορίων μεταξύ μάνας – πατέρα –παιδιών –υπολοίπων. Να προσπαθούμε να εντοπίζουμε τα δυσλειτουργικά τρίγωνα και αν μέσα σε αυτά υπάρχουν παιδιά, να τα απελευθερώνουμε από την τριγωνική σχέση. Να παρατηρούμε τις οικογένειές μας με ιδιαίτερη προσοχή. Να προσπαθούμε να δούμε το ρόλο που παίζει ο εαυτό μας, τι προκαλούν οι αντιδράσεις μας. Γιατί έτσι; Ποια θέση παίρνω τώρα; Ποιους έχω δίπλα μου και ποιους απέναντι; Πώς μπήκαν σε αυτές τις θέσεις, ποιος τους έβαλε; Μήπως εγώ; Μόνο όταν ένας από τους τρεις που συμμετέχουν στο τρίγωνο μπορέσει να παρατηρήσει τη συμπεριφορά του και να την τροποποιήσει με τον να μην παίρνει το μέρος κανενός, να μην εμπλέκει τρίτους, αλλά ταυτόχρονα να είναι συναισθηματικά κοντά στους υπολοίπους, μόνο έτσι θα υπάρξει αλλαγή προ το καλύτερο.

 

Φυσικά δεν είναι όλα τα τρίγωνα δυσλειτουργικά ή προβληματικά. Για παράδειγμα ένα τρίγωνο που αποτελείται από μια μητέρα, έναν πατέρα και ένα παιδί, μπορεί να είναι φυσιολογικότατο, όταν οι δύο σύζυγοι έχουν μια υγιή σχέση, της οποίας τα θέματα ή προβλήματα δουλεύουν μόνοι τους (δίχως να εμπλέκουν το παιδί) και όταν η μητέρα ενισχύει την αρμονική σχέση πατέρα – παιδιού και το αντίστροφο.

 

Τοξικοί γονείς που προσπαθούν να μας ελέγξουν

 

Με τέτοιους γονείς, το ζήτημα είναι εξουσία εναντίον ενοχής. Νιώθετε ότι οι γονείς σας πρέπει να έχουν κάποιο έλεγχο επειδή πάντα είχαν, και νιώθετε ένοχοι που προσπαθείτε να πάρετε πίσω τη ζωή σας. Με κάθε παρέμβασή τους, νιώθετε μπερδεμένοι, επειδή σκέφτεστε ότι μάλλον φέρονται έτσι από αγάπη.

Μπορεί να σας αγαπούν, ή όχι, αλλά αυτό δεν έχει σχέση με τις προσπάθειές τους να σας ελέγξουν. Ο έλεγχος δεν είναι αγάπη.

Μια επιλογή είναι να αρχίσετε να καταλαβαίνετε τι θέλετε και μετά να το εφαρμόσετε με τη μορφή ορίου. Όταν αντιδρούν, προσπαθήστε να είστε παρόντες με τα δικά σας συναισθήματα, αντί να προσπαθείτε να αλλάξετε τα δικά τους. Η μόνη σας δουλειά σε αυτή την περίπτωση είναι να φροντίσετε τον εαυτό σας.

Τοξικοί γονείς που είναι εθισμένοι

 

Όταν έχετε ανατραφεί από εθισμένους γονείς, μπορεί να έχετε μια τάση να πιστεύετε ότι είναι δική σας δουλειά να το διορθώσετε ή να τους φροντίσετε με κάποιο τρόπο. Έτσι, κάνετε παραχωρήσεις που δεν θα κάνατε για άλλον. Μπορεί να νιώθετε ένοχοι και υπεύθυνοι γι’ αυτούς, κι αυτό είναι ένα μοτίβο δύσκολο να σπάσει.

Μπορείτε να αρχίσετε να εξετάζετε τις πραγματικότητες της ευθύνης γενικά. Ποιος είναι υπεύθυνος για την ευτυχία και την ευημερία σας; Εσείς. Το ίδιο ισχύει και για εκείνους. Έτσι, αρχίστε με κάτι μικρό, για το οποίο είχατε αναλάβει την ευθύνη, και δώστε τη πίσω σε αυτούς. Από αυτό το σημείο θα αρχίσει η ανάπτυξή σας.

Τοξικοί γονείς που παίρνουν τον ρόλο του θύματος

Αυτοί οι γονείς απαιτούν, μέσω χειραγώγησης, να τους φροντίσετε. Με τη συμπεριφορά τους, το κάνουν προφανές ότι δεν μπορούν να φροντίσουν τον εαυτό τους. Ίσως παίζετε τον ρόλο του γονιού όλη σας τη ζωή. Μια επιλογή είναι να αρχίσετε με κάτι μικρό και να επιμείνετε ότι δεν θα φροντίζετε γι’ αυτό πια. Έπειτα, επιτρέψτε τους να βρουν την άκρη χωρίς τη βοήθειά σας. Συνεχίστε και αναπτυχθείτε από αυτό το σημείο.

Τοξικοί γονείς που είναι κακοποιητικοί

Αυτοί οι γονείς σας έχουν πληγώσει, συναισθηματικά ή σωματικά. Και μπορεί να πιστεύετε, επειδή έτσι σας ανέθρεψαν, ότι η συμπεριφορά τους είναι φυσιολογική.

Όμως, ως ενήλικες ελεύθεροι να επιλέξετε τη ζωή σας, έχετε επιλογή για το πόσα θα ανεχτείτε. Μπορεί να επιλέξετε να κόψετε κάθε επαφή μαζί τους. Ή μπορεί απλώς να λήγετε κάθε κουβέντα που πάει να γίνει κακοποιητική. Δεν είναι ανάγκη να ανέχεστε κακοποιητικές συμπεριφορές.

Το βασικό είναι να θυμάστε ότι η ζωή σας σας ανήκει και είναι δική σας ευθύνη να τη φροντίσετε. Δεν είναι, ούτε τώρα ούτε ποτέ, δική σας ευθύνη να φροντίσετε τη ζωή των γονιών σας. Μπορείτε να είστε καλοί με τον εαυτό σας χωρίς να φέρεστε άσχημα στους άλλους. Τα όρια δεν είναι έλλειψη καλοσύνης, είναι απλώς πιο αυθεντικά από τα παλιά ανθυγιεινά μοτίβα.

 

 

Ο εργασιακός χώρος

Στον εργασιακό χώρο τα πράγματα είναι πιο περίπλοκα γιατί θέματα όπως, τα κέρδη και η επιβίωση της επιχείρησης – εταιρίας έχουν προτεραιότητα σε βάρος του διαλόγου και της δημοκρατικής λειτουργίας. Τα όρια εκεί, σε κάθε περίπτωση, είναι απαραίτητα γιατί καθορίζουν ποιες συµπεριφορές είναι αποδεκτές και πώς επηρεάζουν τον τρόπο που οι εργαζόμενοι επικοινωνούν μεταξύ τους. Η ύπαρξή τους είναι σημαντική κυρίως, επειδή τους βοηθούν να κατανοήσουν τους ρόλους και τις ευθύνες τους, να διαχειριστούν θέματα ιεραρχίας ή την ύπαρξη ιδεολογικών διαφορών που εμποδίζουν τη συνεργασία, ενώ διατηρούν το εργασιακό περιβάλλον έναν χώρο ευχάριστο και άκρως επαγγελματικό. Από την άλλη, τα όρια στη συµπεριφορά όπως, να μην επιτρέπονται τα υβριστικά σχόλια και η λεκτική επιθετικότητα, η σύναψη ερωτικών σχέσεων, ο προκλητικός τρόπος ντυσίματος, κ.ο.κ., διασφαλίζουν σε μεγάλο βαθμό την αποτελεσματική λειτουργία των επιχειρήσεων και την παραγωγικότητα των εργαζομένων.

Τα όρια που θέτουμε στην εργασία µας είναι πολλές φορές προέκταση των προσωπικών µας ορίων, καθώς προστατεύουν την ατομικότητά µας χωρίς να εμποδίζουν απαραίτητα την επίτευξη κοινών στόχων µε τους συναδέλφους µας. Είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι συνεργάτες µας τα όριά µας (π.χ. το ωράριο εργασίας µας, τις προτεραιότητές µας, το είδος συζήτησης που θεωρούµε αποδεκτό) αλλά και τι να περιμένουν από εμάς καθώς χωρίς την ύπαρξη καθαρών ορίων είναι πιθανό να δημιουργηθούν παρεξηγήσεις που ενδεχομένως οδηγήσουν σε αντιπαραθέσεις, ψυχρότητα σχέσεων και έλλειψη συνεργασίας.

Εν κατακλείδι, ποιο είναι το μυστικό για τη λεπτή ισορροπία των ορίων στη ζωή µας; Μοιάζει σε όλες τις μορφές συνύπαρξής µας µε τους άλλους, είτε ως γονείς, είτε ως εργαζόμενοι, είτε ως πολίτες, το κλειδί να βρίσκεται στη βαθιά γνώση του εαυτού και των αναγκών µας, µε τρόπους διαχείρισης δεξιοτήτων όπως, η επικοινωνία και ο διάλογος, η ανοιχτότητα στην έκφραση των συναισθημάτων µας καθώς και η ενσυναίσθηση αλλά και ο σεβασμός στα όρια των άλλων. Οι αλλαγές, άλλωστε, ξεκινούν πρώτα μέσα µας και έπειτα διαχέονται στους γύρω µας. Κάπως έτσι μοιάζει, εν τέλει, να χτίζεται η συνύπαρξη ετερόκλητων μικρών και μεγάλων ομάδων ανθρώπων, οικογενειών και κοινωνιών: μέσα από την αλλαγή του εαυτού µας.

 

H «έξυπνη κούπα» του Πυθαγόρα και η δίκαιη λειτουργία της

 

Η «κούπα του Πυθαγόρα» ή η «δίκαιη κούπα» είναι μια ανακάλυψη του Πυθαγόρα για να πίνει με μέτρο το κρασί του αλλά και για να σερβίρει τους μαθητές του, υπερτονίζοντας την έννοια του μέτρου και των ορίων. Η ιδέα του Πυθαγόρα ήταν απλή: Έπρεπε να περιοριστεί η απληστία στο ποτό! Πώς θα γινόταν αυτό; Το πήλινο ποτήρι αδειάζει κατά έναν «μαγικό» τρόπο όταν εκείνος που το κρατάει αποδειχτεί… πλεονέκτης και το γεμίσει περισσότερο απ’ όσο πρέπει. Στην κούπα υπάρχει χαραγμένο ένα όριο, μια γραμμή. Αν το υγρό που περιέχει δεν υπερβεί τη γραμμή αυτή, ο πότης απολαμβάνει το κρασί του. Εάν, όμως, ξεπεράσει τη γραμμή του ορίου, τότε η κούπα αδειάζει και το κρασί χύνεται από τη βάση. Αδειάζει όλη η κούπα, όχι μόνο η επιπλέον ποσότητα. Πως όμως γίνεται αυτό; Στο κέντρο της κούπας βρίσκεται μια στήλη τοποθετημένη ακριβώς πάνω από έναν σωλήνα που οδηγεί στο κάτω μέρος της. Ενώ η κούπα γεμίζει, η στάθμη του κρασιού ανεβαίνει και στο εσωτερικό της κεντρικής στήλης, ακολουθώντας το νόμο του Pascal για τα συγκοινωνούντα δοχεία. Όσο η στάθμη του κρασιού δεν ξεπερνά τη γραμμή που είναι χαραγμένη στο εσωτερικό της κούπας «δεν τρέχει τίποτα». Μόλις όμως το υγρό υπερβεί τη γραμμή-όριο τότε αρχίζει να ρέει μέσω του εσωτερικού σωλήνα από τη βάση της κούπας. Τα μόρια του υγρού παρασύρουν το ένα το άλλο με αποτέλεσμα, ως δια μαγείας, η κούπα να αδειάζει παντελώς!

Αυτό, πέρα από μια απλή εφαρμογή της υδραυλικής, αποτελεί και έναν τρόπο διδαχής: Όταν το όριο ξεπερνιέται (ύβρις) δεν χάνονται μόνον όσα έχουν ξεπεράσει το όριο αλλά και όλα τα προηγούμενα που είχαν αποκτηθεί (νέμεσις). Το άριστο οφείλουμε να το απολαμβάνουμε με μέτρο, σαν τον οίνο που ήδη έχουμε στην κούπα μας, αντλώντας τη μέγιστη ωφέλεια χωρίς να επιζητούμε παραπάνω.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Bowen, M. (1998). Τρίγωνα στην οικογένεια. Ανωνύµου, Για τη διαφοροποίηση του εαυτού. Αθήνα: Ελληνικά Γράµµατα (έκδοση πρωτοτύπου 1972).
  • Minuchin, S. (1974). Families and family therapy. Cambridge, MA: Harvard University Press.
  • Minuchin, S., & Fishman, H. C. (1981). Family therapy techniques. Cambridge, MA: Harvard University Press.
  • Περιοδικό ΄΄Κοινωνική Επιθεώρηση ΄΄ Τεύχος 18 – Μάιος 2016
  • Freud, S      «Η διαμόρφωση του ψυχικού οργάνου»
  • Cloud, H. & Townsend, J. (2012). Nein sagen ohne Schuldgefühle. Verlag SCM Hänsler.
  • Gabbard, G.O. & Lester, E.P (2002). Boundaries and Boundary Violations in Psychoanalysis. American Psychiatric Press Inc.
  • Giddens, A. (2016). Wandel der Intimität: Sexualität, Liebe und Erotik in modernen Gesellschaften. S.Fischer Verlag.
  • Hahn, K. & Burkart, G. (2013). Grenzen und Grenzüberschreitungen der Liebe: Studien zur Soziologie intimer Beziehungen II. Springer-Verlag.

 

Βασιλική Σ. Ζώη

 

Ψυχοπαιδαγωγός/ Φιλόλογος

Εκπαιδεύτρια Ενηλίκων

Σύμβουλος Σταδιοδρομίας

Εναλλακτική Θεραπεύτρια/ Β. Φυσικοθεραπείας

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δες επίσης

Συναρπαστικά μυθιστορήματα φαντασίας Ελλήνων συγγραφέων που εμβαθύνουν στις υπαρξιακές αναζητήσεις, για όσους αναζητούν μια βουτιά στα άδυτα της ψυχής

Η Μετάβαση   Μετά από κάθε Πέρασμα, ακολουθεί η Μετάβαση. Και όπως είναι γνωστό, όταν ...