Συνέντευξη στη Θέμη Καραγεώργου
Η Βάσω Παπά είναι συμμαθήτρια και φίλη. Γεννήθηκε στα Γόμφους Τρικάλων. Μετά το σχολείο οι δρόμοι μας χωρίστηκαν και τα σημάδια μας χάθηκαν στο χρόνο… Σπούδασε στο τμήμα Ποιμαντικής και Κοινωνικής Θεολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Βελιγραδίου και είναι κάτοχος δύο μεταπτυχιακών διπλωμάτων με άριστα, με ειδίκευση στην Εκκλησιαστική Ιστορία και τη Χριστιανική Ηθική. Εξειδικεύτηκε στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας σε θέματα: Οργάνωσης και Διοίκησης Σχολικών Μονάδων, Επικοινωνίας – Δημοσίων σχέσεων και Ειδικής Αγωγής, τόσο στο ίδιο Πανεπιστήμιο όσο και στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Οι διαδρομές μας, αν και διαφορετικές, συνενώθηκαν θα έλεγα συμπαντικά μέσω επαφής κοινωνικής δικτύωσης, κοινώς facebook, με αφορμή την «επανασυνάντηση» των αποφοίτων του Λυκείου μας. Και φτάσαμε στην αναζήτηση του τωρινού μας χρόνου, για να ανανεώσουμε στιγμές και να δημιουργήσουμε νέες μνήμες…!
Σαν να γνωριζόμαστε ξανά από την αρχή…! Και τι πιο καλή αφορμή, αφού συνέπεσε με την έκδοση του βιβλίου της Βάσως, την πρώτη της προσωπική ποιητική συλλογή με τίτλο «Aντίσταση στο ετοιμόρροπον». Προσωπικά με τιμά η θέλησή της να μας παραχωρήσει μια συνέντευξη καλύπτοντας έτσι τον χρόνο γνωριμίας που χάσαμε…!
Θ.Κ. Βάσω, μίλησέ μας αρχικά για την ποιητική σου συλλογή «Aντίσταση στο ετοιμόρροπον». Τι περιέχει η συλλογή σου και γιατί αυτός ο τίτλος; Είναι το πρώτο σου βιβλίο που έχεις εκδώσει; Ετοιμάζεις και κάτι άλλο για το μέλλον;
Β.Π. Είναι η πρώτη προσωπική ποιητική συλλογή αλλά όχι και η πρώτη απόπειρα ποιητικής έκφρασης. Τα τελευταία χρόνια έχω συμμετάσχει σε διάφορες ποιητικές ανθολογίες και μάλιστα σε κάποιες είχα και την επιμέλεια. Περιλαμβάνει 19 ποιήματα τα οποία είναι και μεταφρασμένα στη γαλλική γλώσσα από την Αγλαΐα Χασκοπούλου. Όσο για τον τίτλο που με ρωτάς , «Αντίσταση στο ετοιμόρροπον», έχει ένα συμβολισμό, θέλοντας να καταδείξω ότι όλη αυτή η κρίση που συμβαίνει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας και που είναι επώδυνη για όλους μας, με όλα αυτά τα επαχθή μέτρα, που μας έχουν επιβληθεί, δεν πρέπει να μας καταβάλλει. Απεναντίας, επιβάλλεται να αντισταθούμε και να αγωνιστούμε, ώστε να μη χαθεί η συνοχή μεταξύ μας… Όσο για την ερώτησή σου, εάν ετοιμάζω κάτι άλλο για το μέλλον, η αλήθεια είναι ότι αρκετά βιβλία είναι ολοκληρωμένα κι άλλα σε εξέλιξη, αλλά αυτό που προέχει αυτή τη στιγμή είναι η έκδοση μέχρι το φθινόπωρο ενός βιβλίου σε συνεργασία με τον αδερφό μου Νικόλα Παππά και που αφορά τη συλλογή συνεντεύξεων διαφόρων λογοτεχνών που έχουμε πάρει τα τελευταία 10 χρόνια…
Θ.Κ. Ποιοι είναι οι ποιητές που σε επηρέασαν, σε σημάδεψαν τόσο ως δημιουργό όσο και ως άνθρωπο;
Β.Π. Πάρα πολλοί ποιητές με έχουν διαποτίσει με τον έναν ή με τον άλλον τρόπο. Κυρίως, όμως, θα σταθώ στον Τάσο Λειβαδίτη και στον αγαπημένο Κωνσταντίνο Π. Καβάφη.
Θ.Κ.: Υπάρχει κάποιο ποίημά σου που αγαπάς, ξεχωρίζεις και ποιο είναι αυτό;
Β.Π.: Όλα έχουν μια ξεχωριστή θέση μέσα μου. Μεταξύ των αγαπημένων μου όμως είναι αυτό που ακολουθεί:
Κάθε μέρα που περνά ένας μικρός θάνατος
Η αυριανή μέρα αναμονή του θανάτου
Κι εγώ ένας διαβάτης αναζητώντας το πλήρωμα.
Θ.Κ.: Το βιβλίο σου έχει μεταφραστεί και στη γαλλική γλώσσα. Παρουσιάστηκε μάλιστα πριν λίγες μέρες στο Γαλλικό Ινστιτούτο.
Β.Π.: Πράγματι, η ποιητική συλλογή έχει μεταφραστεί στη γαλλική γλώσσα από την Αγλαΐα Χασκοπούλου και παρουσιάστηκε στο Γαλλικό Ινστιτούτο της Θεσσαλονίκης στις 5 Οκτωβρίου, παρουσία του Γάλλου Προξένου Cristophe Le Rigoleour ο οποίος σημειωτέον το έχει προλογίσει, ενώ για το βιβλίο μίλησαν ακόμη ο Χρήστος Βασιλειάδης, αναπληρωτής καθηγητής του πανεπιστημίου Μακεδονίας, ο Dr Γιάννης Τζανής, φιλόλογος-λογοτέχνης και η φιλόλογος Αγλαΐα Αρχοντά.
Θ.Κ. Τι είναι αυτό που θυμάσαι από την παιδική σου ηλικία; Γυρίζοντας πίσω στο χρόνο τι θα κρατούσες και τι θα πετούσες;
Β.Π.: Μεγάλωσα σε μια μεγάλη οικογένεια, με δύο γονείς οι οποίοι αγωνίζονταν καθημερινά, ώστε να μη μας λείψει τίποτα, τόσο σ’ εμένα όσο και στα άλλα δύο αδέρφια μου. Εκείνοι έβαλαν τα θεμέλια για τη διαμόρφωση της προσωπικότητας και του χαρακτήρα που έχω σήμερα, εκείνοι με δίδαξαν αρχές ηθικής, συμπεριφοράς, επιβίωσης. Ιδιαίτερα η μητέρα μας ήταν εκείνη η οποία έδινε μεγάλη έμφαση στη συμπεριφορά και στη μόρφωσή μας. Ό, τι είμαι σήμερα το οφείλω σ’ εκείνη. Ήταν ένας άνθρωπος με μια έμφυτη ευγένεια, καλοσύνη και μεγάλη αγάπη για τα γράμματα. Ίσως, δεν είναι και τόσο τυχαίο το γεγονός ότι σπουδάσαμε και οι τρεις μας. Πιστεύω ακράδαντα πλέον ότι αυτή η άσβεστη φλόγα για τα γράμματα μάς μεταλαμπαδεύτηκε από εκείνη και μόνο… Τότε δεν τους καταλάβαινα, είτε για την αυστηρότητα που επιδείκνυαν, είτε επειδή δεν μας τα παρείχαν όλα απλόχερα. Τώρα, όμως, βλέποντας τα πράγματα από απόσταση, τους θαυμάζω, γιατί χωρίς να έχουν γνώσεις Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας, αλλά και χωρίς μεγάλη ιδιαίτερα οικονομική επιφάνεια, κατάφεραν, όχι μόνο να μη μας λείψει τίποτα, αλλά και να μας δώσουν ένα υψηλό επίπεδο μόρφωσης με μεταπτυχιακές σπουδές τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, πράγμα ιδιαίτερα δύσκολο, αν σκεφτεί κανείς ότι μιλάμε για 3 παιδιά, 30 χρόνια πίσω. Ακόμη έχω την απορία, κι αυτό τους ανεβάζει ακόμη πιο πολύ στα μάτια μου… όσον αφορά στην ερώτησή σου τι θα ήθελα να πετάξω γυρνώντας στο χρόνο πίσω: όλες τις άσχημες εικόνες της αρρώστιας της μητέρας μου, της φθοράς του ανθρώπινου σώματος, τις ατέλειωτες ώρες αναμονής στο νοσοκομείο, της αγωνίας, της ανημπόριας, του θανάτου, τόσο εκείνης όσο και άλλων αγαπημένων προσώπων. Όλα αυτά καθόρισαν και στιγμάτισαν τη ζωή μας σε υπερθετικό βαθμό, σε μια ηλικία που θα έπρεπε να ζούμε και να χαιρόμαστε τη ζωή… Αυτή την περίοδο, ναι, θα ήθελα να τη διαγράψω, αλλά από την άλλη αισθάνομαι ευγνώμων στο Θεό, γιατί όλα αυτά τα βιώματα με έκαναν να επαναπροσδιορίσω πολλά πράγματα στη ζωή μου, να είμαι πιο μαχητική και να πατάω πιο γερά στα πόδια μου. Γιατί όλο αυτό το φλερτ με το θάνατο επαναλήφθηκε αρκετές φορές μετά τη φυγή της μητέρας… Αυτό ήταν μόνο η αρχή…
Θ.Κ.: Ποιο ήταν το πρώτο βιβλίο που διάβασες και αποτέλεσε ορόσημο για σένα και σε καθόρισε;
Β.Π.: Το πρώτο-πρώτο βιβλίο δε θυμάμαι να σου πω ποιο ήταν. Αυτό που θυμάμαι είναι ότι, όσες φορές χρειάστηκα κάποιο βιβλίο, ποτέ δεν μου έλειψε. Τα αδέρφια του πατέρα μου – εκπαιδευτικοί στο επάγγελμα – μου παρείχαν οτιδήποτε κι αν ζητούσα. Ιδιαίτερα, ο θείος μου ο Αχιλλέας, ο οποίος ήταν ο πάτερ φαμίλιας – Διευθυντής τότε Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης Τρικάλων –ευθυτενής, με αγέρωχο βήμα, με κουστούμι πάντα και γραβάτα, στα μάτια μου φάνταζε και ήταν ως κάτι ξεχωριστό. Χάρη σ’ εκείνον έμπαιναν εφημερίδες στο σπίτι μας και κάπως έτσι ξεκίνησε κι ο έρωτας για τη δημοσιογραφία. Αλλά και οι άλλοι θείοι μου που ζουν στην Αθήνα, κάθε καλοκαίρι πάντα βιβλία μας έφερναν και τους είμαι ευγνώμων γι’ αυτό. Επίσης, από το θείο μου Κώστα Παππά, φιλόλογο και ποιητή γνώρισα στα μαθητικά μου χρόνια τον Αντώνη Σαμαράκη, καθώς και όλους τους ποιητές της αριστεράς, τον Τίτο Πατρίκιο, τον Μανόλη Αναγνωστάκη και τόσους άλλους…
Θ.Κ.: Βάσω, έχω να σε δω από το σχολείο. Έχεις ένα πλούσιο βιογραφικό. Είσαι μια γυναίκα, εργαζόμενη, με κοινωνική και πνευματική ζωή ενεργή και μητέρα 2 παιδιών. Πως καταφέρνεις να κάνεις τόσα δημιουργικά πράγματα και να είσαι συνεπής σε όλους τους ρόλους; Θέλεις να μας πεις με λίγα λόγια για την διαδρομή σου όλα αυτά τα χρόνια πως ήταν;
Β.Π. Όλοι στέκονται στο βιογραφικό και στο ετερόκλητο των αντικειμένων με τα οποία έχω ασχοληθεί… εμένα, όμως, δεν μου κάνει εντύπωση, γιατί αυτή ήταν και είναι η πορεία μιας ολόκληρης ζωής, παράλληλα με τη δημιουργία οικογένειας. Κανείς, όμως, δεν σκέφτεται ότι πίσω από όλα αυτά κρύβεται ένας ασκητικός τρόπος ζωής με ατέλειωτες ώρες διαβάσματος, εξετάσεων, αγρύπνιας, μεγάλης προσπάθειας. Όταν υποστήριξα την πρώτη μεταπτυχιακή διατριβή στο πανεπιστήμιο, ήμουν 8 μηνών έγκυος στην κόρη μου, ενώ, όταν ξεκίνησα το διδακτορικό μου, η κόρη μου ήταν μόλις 3,5 χρόνων. Μην έχοντας βοήθεια από κανέναν, καθώς, όπως προείπα, δεν υπήρχαν γονείς για να συντρέξουν, αναγκαστικά έπαιρνα τα παιδιά μαζί μου. Συγκεκριμένα, η Τζένη είχε γίνει η μασκότ του πανεπιστημίου και της βιβλιοθήκης. Δεν είναι και ό,τι πιο συνηθισμένο να βλέπεις καθημερινά μια μητέρα με ένα παιδί στους διαδρόμους του πανεπιστημίου. Ευτυχώς ήταν ένα ήσυχο παιδί και καθόταν πότε σε μια γωνίτσα ζωγραφίζοντας και πότε παίζοντας στους διαδρόμους. Δεν ξέρω αν θα είχα τη δύναμη και τις αντοχές να ανταποκριθώ σε όλο αυτό το φόρτο εργασίας, εάν ήταν ένα υπερκινητικό και ατίθασο παιδί. Το μόνο σίγουρο είναι ότι δεν χόρτασα τον ύπνο μου, αλλά δεν παραπονιέμαι, γιατί ήταν επιλογή μου. Ίσως γι’ αυτό και σήμερα, όταν βλέπω έναν άνθρωπο να κοιμάται πάνω από 5 ώρες, δεν τον κατανοώ και θεωρώ ότι αφήνει τη ζωή του να περνάει άσκοπα. Επομένως, όλα κατακτήθηκαν με πολύ μόχθο, μέρα και νύχτα. Από μικρή είχα ως αρχή αυτό που έλεγαν οι αρχαίοι μας πρόγονοι «Τη επιμελεία πάντα δούλα γίγνεται». Δηλαδή, όλα υποτάσσονται στη δύναμη της επιμέλειας.
Θ.Κ. Αν σου ζητούσα να μου σκιαγραφήσεις τον εαυτό σου πώς θα τον ζωγράφιζες;
Β.Π. Το μόνο σίγουρο είναι ότι θα τον ζωγράφιζα με φωτεινά χρώματα. Λατρεύω το φως και τον ήλιο… Αυτό από μόνο του λέει πολλά. Αλλά καλύτερα ας μιλούν οι φίλοι μου για μένα…
Θ.Κ.: Βάσω κατάγεσαι από ένα χωριό της Θεσσαλίας, τους Γόμφους. Ποια ήταν τα παιδικά σου βιώματα; Έπαιξαν ρόλο, σε επηρέασαν στην μετέπειτα εξέλιξή σου και πώς;
Β.Π. Θεωρώ πως έχω απαντήσει στην ερώτησή σου. Σαφέστατα και με έχουν επηρεάσει. Από εκεί ξεκινούν οι πρώτες μνήμες… Αν κι έφυγα εδώ και 30 χρόνια, δεν πρόκειται ποτέ να ξεχάσω την αδυναμία που μου είχε η αγαπημένη μου γιαγιά, τα παραμύθια και τις ιστορίες του παππού με τους καλικαντζάρους, εκείνες τις τεράστιες φτερούγες του παππού, γιατί έτσι φάνταζαν στα παιδικά μου μάτια τα χέρια του, όταν η μητέρα μάς κυνηγούσε για τις αταξίες που κάναμε. Όμορφα χρόνια που μπορεί να μην είχαν την πολυτέλεια αλλά από την άλλη δε θεωρώ ότι μας έλειπε και κάτι… Τα άσχημα ήρθαν μετά την αρρώστια και το θάνατο της μητέρας, την οποία υπεραγαπούσα και μου λείπει ακόμα… Ο θάνατός της είναι μια πληγή που χαίνει και δεν πρόκειται να κλείσει ποτέ.
Θ.Κ.: Εργάζεσαι ως Σύμβουλος Επαγγελματικού Προσανατολισμού στο ΚΕ.ΣΥ.Π. της Ηγουμενίτσας. Ποια η άποψή σου για τη νέα γενιά και τι συμβουλεύεις σε κάθε νέο που τυχόν μας διαβάζει.
Β.Π.: Ο επαγγελματικός προσανατολισμός σκοπό έχει να βοηθήσει τα νέα παιδιά, ώστε να αποφασίσουν μόνα τους ποιο επάγγελμα τους ταιριάζει και να τα προετοιμάσει κατάλληλα γι’ αυτό. Τα παιδιά, με την επιστημονική βοήθεια που τους παρέχεται, διευκολύνονται στην ορθή επιλογή του επαγγέλματος και συγκεντρώνουν όλες τις δυνάμεις τους για την επιτυχία του σκοπού αυτού. Τα απαραίτητα εφόδια που θα πρέπει να έχει ένας νέος σήμερα, προκειμένου να επιτύχει στη ζωή, είναι πρώτα απ’ όλα η μόρφωση. Μια πλατιά και σωστή μόρφωση που θα τον καθιστά ικανό να αντιλαμβάνεται το ωραίο, το ορθό, το αληθινό και κυρίως το πραγματικό νόημα της ζωής. Και, όταν λέω μόρφωση, δεν εννοώ τις ξηρές γνώσεις, αλλά εκείνες που γονιμοποιούν, που διαπλάθουν χαρακτήρα και τον κάνουν τέλεια προσωπικότητα. Απαραίτητο εφόδιο, επίσης, είναι να έχουν οι νέοι ισχυρή θέληση. Στο δρόμο τους θα παρουσιαστούν διάφορα εμπόδια. Αυτά θα τα υπερπηδήσουν, εάν διαθέτουν ισχυρή θέληση. Ο Burke παρατηρεί «Τα νεύρα που δεν αδυνατίζουν ποτέ, τα μάτια που δεν κουράζονται ποτέ, η σκέψη που δεν απομακρύνεται ποτέ από το σκοπό της, να τα πράγματα που οδηγούν στην επιτυχία της ζωής». Επίσης, σημαντικό για μένα δεν είναι να είναι κάποιος τέρας μόρφωσης αλλά να έχει ηθικές αρχές. Εάν δεν έχει, θα αποδειχθεί ένα τέρας… Είναι πολύ σημαντικό η ψυχή του να έχει αγάπη προς τον πλησίον του.
Ερχόμενη σε επαφή με νέους ανθρώπους καθημερινά, θα έλεγα ότι πιστεύω στη νέα γενιά. Τα παιδιά σήμερα είναι πιο δραστήρια και ενεργά με πολλά ενδιαφέροντα. Αυτό που τους λέω κάθε μέρα είτε στην τάξη, όταν επισκέπτομαι τα σχολεία, είτε, όταν έρχονται στο γραφείο για συμβουλευτική, είναι ότι δεν πρέπει να απογοητεύονται με όλα αυτά που συμβαίνουν τη συγκεκριμένη χρονική περίοδο στη χώρα μας, να είναι επιμελείς, να αγαπούν το αντικείμενο με το οποίο θα ασχοληθούν επαγγελματικά, να είναι τολμηροί, να μην είναι γκρινιάρηδες και μίζεροι και κυρίως να έχουν αρχές όπως προείπα. Έχοντας όλα αυτά τα εφόδια στη φαρέτρα τους, δεν υπάρχει περίπτωση να μην έχουν πρόοδο στη ζωή τους και να μην φτάσουν στην Ιθάκη τους…
Θ.Κ.: Στο υπάρχον εκπαιδευτικό σύστημα, αν είχες τη δυνατότητα να αλλάξεις κάτι, τι θα κρατούσες και τι θα άλλαζες.
Β.Π.: Αυτό χρήζει μεγάλης συζήτησης Θέμη μου… Είναι ένα τεράστιο θέμα που δεν μπορεί να λυθεί μέσα από μια συνέντευξη. Αυτό που θα έπρεπε να γίνει, κατά τη γνώμη μου, και το οποίο υπερτόνισα σε τελευταίες συνεντεύξεις μου, είναι ότι επιβάλλεται να απεμπλακεί η εισαγωγή στην Τριτοβάθμια εκπαίδευση από τη Δευτεροβάθμια καθώς η Δευτέρα και Τρίτη Λυκείου έχουν καταντήσει να προπονούν μαθητές για την εισαγωγή στο πανεπιστήμιο. Ο ρόλος του σχολείου πρέπει να είναι διαφορετικός. Έχουμε ανάγκη από ένα σχολείο ανοιχτό στους πλατύτερους ορίζοντες της τέχνης, με προοπτική τον πολιτισμό, όπου θα διαμορφώνει νέες στάσεις και αντιλήψεις, ανατρέποντας παραδοσιακές συμπεριφορές και σχέσεις.
Θ.Κ.: Ποιο το μότο της ζωής σου, αν έχεις. Ποια η κοσμοθεωρία σου; Ποια είναι τα όνειρα σου για το μέλλον;
Β.Π.: Μπορεί να ακουστεί λίγο ουτοπικό, αλλά δεν πειράζει… αυτό είναι στάση ζωής για μένα. Θα σου απαντήσω με ένα τετράστιχο του ποιητή Δροσίνη που αγαπώ:
Δε θέλω του κισσού το πλάνο ψήλωμα
σε ξένα αναστυλώματα δεμένο.
Ας είμαι ένα καλάμι, ένα χαμόδεντρο,
μα όσο ανεβαίνω, μόνος ν’ ανεβαίνω.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που αναρριχούνται στις υψηλές θέσεις, στηριζόμενοι στις πλάτες κάποιου ισχυρού προστάτη τους, πολιτικού ή οικονομικού. Αλλά αυτό διαρκεί όσο ο προστάτης τους υπάρχει και τους στηρίζει. Μόλις εκείνος εκλείψει, δεν έχουν δύναμη να σταθούν. Η μόνη τους αξία είναι ότι ξέρουν να έρπουν, να γλείφουν, να γαντζώνουν με κολακείες πάνω στους άλλους… Ένα τέτοιο ψήλωμα δεν θα το ήθελα… Μια ζωή αγωνιζόμουν και αγωνίζομαι, προσπαθώ, μελετώ, στηριζόμενη στις δικές μου δυνάμεις και μόνο, προκειμένου να καταλάβω μια ανώτερη θέση ή να ανέβω στα σκαλοπάτια της επαγγελματικής ιεραρχίας. Ίσως γι’ αυτό και βγαίνει μια σιγουριά και αυτοπεποίθηση προς τα έξω, γιατί, στηρίζομαι στα δικά μου πόδια και όχι σε ξυλοπόδαρα και δεκανίκια των άλλων.
Θ.Κ.: Τι είναι ο Έρωτας για σένα; Είναι απαραίτητος για τη ζωή, για την ποίηση;
Β.Π.: Ο έρωτας είναι η κινητήριος δύναμη των πάντων και πηγή έμπνευσης. Δεν υπήρξε και δεν υπάρχει μέρα στη ζωή μου που να μην είμαι ερωτευμένη… και δεν το εστιάζω απαραίτητα σε επίπεδο προσώπου. Πιστεύω ότι, εάν κάποια στιγμή εκλείψει αυτό το συναίσθημα από τη ζωή μου, τότε θα καταλάβω ότι οδηγούμαι προς το θάνατο, πνευματικό και σωματικό… τόσο απλά.
Θ.Κ.: Βάσω, τελειώνοντας, έχεις πάρει πάρα πολλές συνεντεύξεις από πολλά αξιόλογα άτομα. Και έχεις δώσει κι εσύ σε ανάλογα άτομα. Ποια ερώτηση θα ήθελες να κάνεις που δεν τολμούσες; Και ποια θα ήθελες να σου κάνουν που δεν έχουν σκεφτεί.
Β.Π.: Όχι μόνο τώρα, αλλά και στο ξεκίνημα, δεν υπήρχε περίπτωση να περάσει κάτι από το μυαλό μου ή την πένα μου και να μην το ρωτήσω. Όσο για μένα, επειδή έχω μια ιδιαίτερη ευαισθησία στα παιδιά, θα ήθελα να με ρωτήσουν «Εάν έβλεπες να κακοποιείται ένα παιδί από το οικογενειακό του περιβάλλον, ποια θα ήταν η αντίδραση σου; Θα κατήγγειλες το συμβάν;». Και η απάντηση είναι ναι. Κάποιοι κακοποιούν τα παιδιά τους από την πρώτη μέρα που γεννιούνται. Δεν πρέπει να φοβόμαστε, αλλά να απευθυνόμαστε στις αντίστοιχες δομές που υπάρχουν και να καταγγέλλουμε αντίστοιχα περιστατικά.
Θ.Κ.: Βάσω μου, θα’ θελα να σε ευχαριστήσω για την τιμή και τη χαρά που μου έδωσες και θα ήθελα να κλείσουμε την κουβέντα μας , χωρίς ερώτηση , αλλά με κάτι δικό σου. Κάτι που να σε εκφράζει και να αξίζει να το θυμόμαστε.
Β.Π.: Θα κλείσω με κάτι που σχετίζεται και με την ιδιότητά μου ως συμβούλου στον επαγγελματικό προσανατολισμό. Εάν δεν είστε ικανοποιημένοι με την όποια επαγγελματική σας επιλογή, ποτέ δεν είναι αργά για να πάρετε έναν άλλο δρόμο. Εάν δεν τελειώσατε το πανεπιστήμιο ή θέλετε να σπουδάσετε κάποιο άλλο αντικείμενο, ποτέ δεν είναι αργά για να συνεχίσετε από εκεί που σταματήσατε. Στις ξένες χώρες, όπως λ.χ. στην Αγγλία, άνθρωποι που έχουν υπερβεί, ακόμα και τα εβδομήντα τους χρόνια, προσέρχονται στις εξετάσεις των Πανεπιστημίων και παίρνουν τα πτυχία τους. Έτσι, δεν είναι ποτέ αργά, να συμπληρώσουν τη μόρφωσή τους και να πάρουν κάποιο πτυχίο. Ο μεγάλος Άγγλος πολιτικός Τσόρτσιλ ανέλαβε τη συγγραφή της «Ιστορίας των Αγγλόφωνων λαών» σε ηλικία 80 ετών. Ο άλλοτε υπουργός των Οικονομικών της Ελλάδας, Ανάργυρος Σιμόπουλος, άρχισε να μαθαίνει τη γαλλική γλώσσα σε ηλικία 70, και πλέον, ετών. Αυτό το λέω, γιατί σε κάποιους κάνει εντύπωση που σ’ αυτή την ηλικία συνέχισα τις σπουδές μου πάνω στη Φυσικοθεραπεία, ένα αντικείμενο ετερόκλητο με όλα αυτά που έκανα μέχρι σήμερα. Τον Ιούνιο ολοκλήρωσα αυτό τον κύκλο σπουδών και αισθάνομαι υπερήφανη για την επιλογή μου. Ποτέ δεν είναι αργά, όταν υπάρχει θέληση.