γράφει ο Ευθύμιος Αθ. Κουφογιάννης
Η σφοδρή χιονόπτωση και ο τρόπος της αντιμετώπισής της μας έδειξε τον δρόμο που έχουμε διαλέξει – όχι όλοι – και πορευόμαστε στη ζωή μας: τον «ολισθηρό δρόμο» της εγωπάθειας, της ανευθυνότητας, της μικροπρέπειας, της εμπάθειας, του «φαίνεσθαι» και της προβολής, της έλλειψης της κοινής λογικής και της συλλογικότητας, της…της.. (ο κατάλογος είναι μακρύς). Ακόμα κι όταν αποχιονιστεί και ο τελευταίος δρόμος, ο τελευταίος πεζόδρομος, η τελευταία γειτονιά και η τελευταία πλατεία η «ολισθηρότητα» που χαρακτηρίζει την κουλτούρα μας και μας εμποδίζει να βαδίσουμε στον δρόμο της προόδου, θα παραμείνει. Και ο δρόμος προς την αυτογνωσία κι όλα τα θετικά της θα παραμένει άγνωστος στο λεξιλόγιό μας. Είναι εντυπωσιακό το ότι όλες οι παθογένειες του κράτους μας και της κοινωνίας μας αποτυπώθηκαν με εμφατικό τρόπο στη συμπεριφορά – πολλών ή των περισσότερων; – τις μέρες που ο χιονιάς έκανε την εμφάνισή του. Να μερικά τραγελαφικά παραδείγματα: άλλος τηλεφωνούσε σε ραδιοφωνικούς σταθμούς να ξεχιονίσουν τον δικό του δρόμο, άλλος έκανε «ραδιοφωνική πλάκα», άλλος έψαχνε να βρει άλλον μέσα στο χιόνι για να τον βοηθήσει επειδή του το υπέδειξε κάποιος άλλος, άλλος ζητούσε να «πέσουν τα κεφάλια» των υπευθύνων και να παραιτηθούν, άλλος υποδείκνυε λύσεις που τις είχε στο «τσεπάκι» του, άλλος έλεγε να χαρούμε το χιόνι, άλλος έλεγε να πάρουμε περισσότερα μηχανήματα (με λεφτά που δεν έχουμε κι ύστερα να τα παρκάρουμε στο αμαξοστάσιο)… (και σταματημό δεν έχουν).
Μεταξύ άλλων γράφτηκε ότι η αντιφατική συμπεριφορά που δείξαμε τις τελευταίες ημέρες ως τοπική κοινωνία με τα λόγια και τις πράξεις μας δημιούργησαν ένα σουρρεαλιστικό σκηνικό, μία πραγματικότητα εκτός…πραγματικότητας, που ξεφεύγει από τον ορθό ρεαλισμό του κοινού νου. Θα συμφωνούσα με τον αρθρογράφο αν δεν είχε μία διάθεση να «κατηγορήσει» τον σουρρεαλισμό ως έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα. Στον τόπο που γεννήθηκε ο ορθολογισμός, η δημοκρατία και οι λοιπές ανώτερες ανθρώπινες αξίες δεν θα μπορούσε να λείπει και ο σουρρεαλισμός. Πως ερμηνεύεται λοιπόν – πέρα από τη λογοτεχνία – στην καθημερινή μας ζωή; Ως η επιθυμία να αλλάξουμε την καταθλιπτική πραγματικότητα που ζούμε ονειρευόμενοι μία άλλη ιδανική ζωή και κοινωνία: χωρίς προβλήματα, με ιδανικούς κυβερνήτες…..Δεν είναι, επομένως, ο σουρρεαλισμός έλλειψη επαφής με την πραγματικότητα αλλά προσπάθεια υπέρβασης της πραγματικότητας απ’ αυτούς που έχουν κατανοήσει τη ζώσα πραγματικότητα και την έννοια του ορθού ρεαλισμού και αναζητούν στη ζωή τους κάτι λιγότερο πεζό απ’ αυτό που έχουν συνηθίσει να ζουν. Το πρόβλημα δεν είναι ο σουρρεαλισμός αλλά ο ρεαλισμός, η ίδια η ζώσα πραγματικότητα. Για να δούμε όμως πόσο ρεαλιστές είμαστε και πόση αυτογνωσία έχουμε.
Ας ξεκινήσουμε απαντώντας στο ερώτημα: «τελικά, καλώς πάθαμε, ό,τι πάθαμε» όπως έλεγε και ο αρχαίος ρήτορας και πολιτικός Δημοσθένης στους συμπολίτες του Αθηναίους όταν αντιμετώπιζαν αποτυχίες ή κακώς και μάλιστα πολύ κακώς; Αν συμμεριστούμε τη φράση του Δημοσθένη τότε υπάρχει μία ελπίδα αισιοδοξίας για τη χώρα και την πόλη μας: συνειδητοποιώντας τα λάθη και τις παραλείψεις μας, από τους κυβερνήτες μέχρι τον τελευταίο πολίτη, μπορούμε να διορθωθούμε στο μέλλον. Δηλαδή αρχικά πρέπει να υπάρξει η παραδοχή ότι τα πράγματα έχουν πάρει αρνητική τροπή επειδή δεν κάναμε όσα έπρεπε να κάνουμε. Έτσι έχουμε όμως μία ευκαιρία να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα στην πόλη και στη χώρα μας.
Μπορούμε όμως να διορθώσουμε τα κακώς κείμενα αν πιστεύουμε ότι κακώς πάθαμε, ό,τι πάθαμε; Αν δηλαδή αρνούμαστε να αναγνωρίσουμε τα λάθη μας – το μερίδιο της ευθύνης που μας αναλογεί – που δημιούργησαν την κρίση, τότε πως μπορούμε να την ξεπεράσουμε;
Αν εκλέγουμε πολιτικούς, πρωθυπουργούς και δημάρχους, μόνο για να εξασφαλίσουμε τη βόλεψή μας και τους αποκαθηλώνουμε θυμωμένοι στην επόμενη εκλογική αναμέτρηση επειδή δεν το πέτυχαν, τότε πως θα πορευθούμε με σχέδιο στο μέλλον; Αν οι πολιτικοί στην κεντρική πολιτική σκηνή αλλά και οι αιρετοί της αυτοδιοίκησης δε συγκρουστούν με ό,τι μας βολεύει στην καθημερινότητα, στη δουλειά μας, κ.λ.π. κι αν εμείς στον ρόλο που έχουμε ως πολίτες δε συνειδητοποιήσουμε πως ό,τι μας βολεύει μακροπρόθεσμα είναι ενάντια στο γενικό καλό και τελικά ενάντια στα συμφέροντά μας, τότε η ζωή μας σε όλα τα επίπεδα θα χειροτερεύει.
Η καθημερινή αλλά και η εκλογική συμπεριφορά πολιτικών και πολιτών, η ρητορική πολλών μέσων ενημέρωσης και τελικά οι αποφάσεις που παίρνονται μας δείχνουν ότι δυστυχώς η τάση «κακώς πάθαμε ό,τι πάθαμε» παραμένει κυρίαρχη. Για όλα φταίει κάποιος άλλος και ποτέ οι αποφάσεις μας και οι πράξεις μας – όχι μόνο σε κάθε εκλογική αναμέτρηση.
Ας αρχίσουμε λοιπόν το μάθημα αυτογνωσίας από την πόλη μας. Ο δήμαρχος και η δημοτική αρχή να μην αναλώνονται στο να «αμύνονται» απέναντι στην οποιαδήποτε κριτική. Ένα μόνο να κάνουν: να δηλώσουν ειλικρινά ότι «καλώς πάθαμε ό,τι πάθαμε με τον χιονιά και καλώς θα πάθουμε ό,τι θα πάθουμε στο μέλλον σε άλλα ζητήματα που αφορούν την καθημερινότητά μας κι όχι μόνο, γιατί αυτοί είμαστε αυτοί που είμαστε: άνθρωποι με περιορισμένες δυνατότητες και περιορισμένα μέσα, όχι υπεράνθρωποι να μπορούμε να κάνουμε θαύματα. Πήραμε το μάθημά μας και θα προσπαθήσουμε να διορθώσουμε κάποια στραβά και ανάποδα. Γι’ αυτό θα καταθέσουμε ένα ρεαλιστικό σχέδιο πολιτικής προστασίας του δήμου που θα αξιοποιεί το σύνολο των υπαλλήλων του με συγκεκριμένες ευθύνες και αρμοδιότητες και θα εμπλέκει ενεργά και τους πολίτες ως εθελοντές. Το θέαμα να εργάζονται 30-40 άτομα ενός συγκεκριμένου τομέα του δήμου και οι υπόλοιποι οι εκατοντάδες και οι χιλιάδες να παρακολουθούν ως απαθείς θεατές δεν θα επαναληφθεί. Όμως έχουμε ένα σοβαρότατο πρόβλημα: το θεσμικό πλαίσιο μας εμποδίζει να μετακινούμε υπαλλήλους, να χρησιμοποιούμε τους καλύτερους εντός κι εκτός του δήμου και ο μηχανισμός που διαθέτουμε είναι περιορισμένων δυνατοτήτων. Καλώς λοιπόν παθαίνουμε ό,τι παθαίνουμε γιατί αυτούς τους θεσμούς έχουμε. Είστε έτοιμοι να κάνουμε την υπέρβαση μαζί σας και να απαιτήσουμε να αλλάξει ριζικά το θεσμικό πλαίσιο. Επίσης, ψηφίσατε και επιλέξατε τους καλύτερους δημοτικούς συμβούλους για να παραχθεί αξιόλογο έργο ή όχι»;
Οι υπόλοιπες δημοτικές παρατάξεις να πάψουν κι αυτές να λαϊκίζουν κάνοντας εκ του ασφαλούς κριτική στους ιθύνοντες και να «χαϊδεύουν» τα αυτιά των πολιτών ότι η ευθύνη τους εξαντλείται μόνο όταν ψηφίζουν. Να απαιτήσουν άμεσα από τη δημοτική αρχή να συγκροτήσει συγκεκριμένο, κοστολογημένο και υλοποιήσιμο επιχειρησιακό σχέδιο πολιτικής προστασίας με συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα καταθέτοντας και τις δικές τους προτάσεις και να είναι αυστηροί κριτές όταν θα αρχίσει να υλοποιείται. Να αναρωτηθεί και η αντιπολίτευση δημόσια: «είμαστε οι καλύτεροι που έχουμε εκλεγεί για να κάνουμε εποικοδομητική αντιπολίτευση; Θα προσπαθήσουμε να το αποδείξουμε αρθρώνοντας πέντε σωστές προτάσεις και παρακαλώ να μας κρίνετε γι’ αυτό».
Οι δημότες να μη λειτουργούμε ως ψηφοφόροι, φίλοι ή αντίπαλοι της δημοτικής αρχής και των δημοτικών παρατάξεων ούτε να απέχουμε αλλά να απαιτήσουμε και να επιβάλλουμε τη συμμετοχή μας στα τοπικά δρώμενα. Να βαδίσουμε τον δρόμο της συμμετοχής και της ευθύνης. Η υποχρέωσή μας ως δημότες δεν τελειώνει ψηφίζοντας κάποιους να μας εκπροσωπήσουν στο δημοτικό συμβούλιο ή καταψηφίζοντάς τους στο τέλος επειδή δεν…. (τα κριτήρια είναι προσωπικά και ατελείωτα). Επίσης, όσο καταφεύγουμε στα μέσα ενημέρωσης να μας λύσουν τα προβλήματα κι όχι στους θεσμούς που μας εκπροσωπούν, τότε αυτή μας η δυσπιστία απέναντι σε κάθε εξουσία θα «τορπιλίζει» διαρκώς την προσπάθειά μας – όσων την κάνουν – να συγκροτήσουμε σοβαρούς θεσμούς και σοβαρό κράτος δικαίου.
Κατά τη γνώμη του γράφοντος η θητεία μιας δημοτικής αρχής δεν πρέπει κρίνεται μόνο από το κατά πόσο αντιμετώπισε με επιτυχία τα προβλήματα του χιονιού ή τα άλλα προβλήματα της καθημερινότητας. Μπορεί ο κάθε δήμαρχος και η κάθε δημοτική αρχή να είναι «καλά παιδιά», να τρέχουν όλη μέρα και αποτέλεσμα στο τέλος να μη φέρουν ή η προσπάθειά τους να έχει μικρό και πρόσκαιρο όφελος για τους πολίτες. Θα αφήσουν σοβαρή παρακαταθήκη αν κατορθώσουν να οργανώσουν ποιοτικές δημοτικές υπηρεσίες ώστε να μη χρειάζεται η παρουσία των αιρετών για την επίλυση του παραμικρού προβλήματος και αν κατορθώσουν να εμπλέξουν και τους πολίτες στην στα ζητήματα της αυτοδιοίκησης. Σ’ αυτή την κατεύθυνση πρέπει να έχουν αρωγό και το κράτος το οποίο πρέπει να πάψει να βάζει «τρικλοποδιές» στους δήμους με τον συγκεντρωτισμό του και τη γραφειοκρατία του.
Ιδού λοιπόν πεδίο δόξας λαμπρό όπου μπορούμε να αγωνιστούμε αιρετοί και δημότες: να απαιτήσουμε την αυτονομία και τη φιλελευθεροποίηση της τοπικής αυτοδιοίκησης από τον σφιχτό εναγκαλισμό του κράτους. Ας φανταστούμε τα δημοτικά συμβούλια ως μικρές κυβερνήσεις όπου εισπράττουν άμεσα τους φόρους από τους δημότες, συντάσσουν προϋπολογισμούς, λογοδοτούν στους δημότες για το κάθε ευρώ που ξοδεύεται, προσλαμβάνουν μόνο τον απαραίτητο αριθμό υπαλλήλων και μόνο τις απαραίτητες ειδικότητες σεβόμενοι τα χρήματα των φορολογουμένων, κ.λ.π. Τότε θα υπάρξει μεγαλύτερη συμμετοχή των δημοτών στα κοινά και περισσότερη αξιοκρατία στην εκλογή των αιρετών αρχόντων.
Και κάτι τελευταίο: η τραγωδία της χώρας μας είναι ότι όχι μόνο δεν εκλέγει τους καλύτερους αλλά δεν χρησιμοποιεί και τους καλύτερους στις υπηρεσίες του κράτους και της αυτοδιοίκησης. Οι καταρτισμένοι, οι επιστήμονες, οι τεχνοκράτες είτε παραμένουν άνεργοι είτε αναζητούν την τύχη τους στο εξωτερικό ενώ θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην αντιμετώπιση των προβλημάτων. Και έτσι συνεχίζουμε να πορευόμαστε με τους μέτριους και τους ακατάλληλους οι οποίοι όχι μόνο δεν παράγουν έργο αλλά εμποδίζουν και τους άλλους να κάνουν κάτι αξιόλογο. Τραγικό…
Και στο τέλος αφού κάνουμε όλα αυτά θα πει κάποιος: φτιάξαμε λοιπόν την ιδανική κοινωνία; Όχι! Μόλις τώρα αρχίζουμε να την οικοδομούμε αλλά μάλλον δεν θα προλάβουμε βιολογικά να δούμε ολοκληρωμένο το οικοδόμημα. Τουλάχιστον το λιθαράκι μπήκε… Είπαμε: ρεαλισμός και αυτογνωσία. Στην Ελλάδα ζούμε!
Δες επίσης
Δύο μοναδικά παιδικά βιβλία διδάσκουν στα παιδιά την αξία της αποτυχίας και τη δύναμη της αποδοχής των συναισθημάτων
Η Στρουθοκάμηλος και το μαγικό κουτί Η Όστερ, η μικρή στρουθοκάμηλος, ένα χαρούμενο και γεμάτο ...