του Μικέλη Σωτ. Χατζηγάκη (αναδημοσίευση από την ΕΣΤΙΑ)
Την τελευταία δεκαετία, και ιδιαίτερα μετά το ξεκίνημα της μεγάλης ύφεσης το 2009, το σύνθημα της πολιτικής ανανέωσης ηχεί όλο και πιο δυνατά στην Ευρώπη. Σήμερα, ο Εμμανουέλ Μακρόν, ηγέτης της Γαλλίας, είναι 39 ετών. Ο Λέο Βαραντάκαρ, Πρωθυπουργός της Ιρλανδίας, είναι 38 ετών. Ο Πρωθυπουργός του Βελγίου, Τσαρλς Μισέλ, είναι 40 χρονών. Ο Τζόσεφ Μουσκατ της Μάλτας είναι 43. Ο Σεμπάστιαν Κούρτζ της Αυστρίας είναι μόλις 31 ετών (!). Στην Ελλάδα, Πρωθυπουργός και Πρόεδρος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ανήκουν στην γενιά των σαραντάρηδων.
Είναι, όμως, η ηλικία το κλειδί της επιτυχίας τους; Ο Τόνυ Μπάρμπερ των Financial Times (FT, «Youthful leaders succeed where previous generation failed») πιστεύει πως δεν είναι τόσο η ηλικία αλλά το γεγονός ότι αυτοί οι ηγέτες είναι ρεαλιστές, μεταρρυθμιστές, φιλοευρωπαϊστές και έχουν επιδείξει ισχυρή πολιτική βούληση να ξεπεράσουν τις παλιές διαχωριστικές γραμμές του αριστερά-δεξιά. Συμφωνώ απολύτως μαζί του.
Σήμερα είμαι 30 χρονών και η ενασχόληση μου με την πολιτική με έχει φέρει κοντά σε πολλούς νέους που ενδιαφέρονται για τα κοινά. Συνάντησα, λοιπόν, αρκετούς νέους χωρίς ιδιαίτερες ικανότητες και με μηδενικό αίσθημα προσφοράς για την πατρίδα οι οποίοι χρησιμοποιούν το επιχείρημα του «νέου» με σκοπό να βρουν κάποια θέση για τους εαυτούς τους. Δεν χρειάζεται να πάμε πολύ μακριά για να επιβεβαιωθεί αυτός ο ισχυρισμός αρκεί να κοιτάξουμε την σημερινή κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ.
Από την άλλη πλευρά υπάρχουν αρκετοί νέοι που είναι μορφωμένοι, συγκροτημένοι, που ενδιαφέρονται να γνωρίσουν το παγκόσμιο πολιτικό περιβάλλον και τα προβλήματα των διαφόρων λαών. Αυτοί οι νέοι διαθέτουν σύνεση και παιδεία και αποτελούν κεφάλαιο για τον τόπο. Μπορούν να συνδέσουν τις παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές αλλαγές που συντελούνται με την ελληνική πραγματικότητα και να δώσουν ρεαλιστικές λύσεις.
Συνεπώς, το πραγματικό ζητούμενο στην χώρα μας δεν είναι τόσο η ηλικιακή ανανέωση όσο η αριστεία. Η αριστεία θα φέρει την σωστή ανανέωση που έχει ανάγκη ο τόπος. Η ανανέωση των αρίστων πρέπει να γίνει σύνθημα και πράξη όλων των κομμάτων.
Πρέπει, λοιπόν, οι πολίτες και τα κόμματα να διαμορφώσουν τις συνθήκες αυτές που θα προωθήσουν τους αξιότερους συμπολίτες μας για να διαχειριστούν τα κοινά. Στην Ελλάδα μόνο η Νέα Δημοκρατία με την ίδρυση του μητρώου στελεχών έχει καταφέρει να δημιουργήσει ένα μηχανισμό επιλογής των πιο ικανών. Αλλά και οι ίδιοι οι πολίτες οφείλουν να αφιερώσουν λίγο από τον χρόνο τους και να «μελετήσουν» τους υποψηφίους για να μπορέσουν να κάνουν τις σωστές επιλογές. Η Ελλάδα δεν πρόκειται να πάει μπροστά από μόνη της. Χρειάζεται η ενεργή συμμετοχή και ανάληψη ευθύνης από όλους.
*Ο Μικέλης Χατζηγάκης είναι οικονομολόγος (LSE, Tufts). Σήμερα είναι μεταπτυχιακός φοιτητής στην Σχολή Κέννεντυ του Χάρβαρντ.