Σύμφωνα με τους ειδικούς, η διαχείριση του υγειονομικού κινδύνου θα πρέπει να εξεταστεί σε τοπικό επίπεδο από τη στιγμή που συνολικά στη χώρα φαίνεται να έχουμε ξεπεράσει την κορύφωση του συγκεκριμένου επιδημικού κύματος του Νοεμβρίου. Ωστόσο, συνιστούν να μελετηθούν προσεκτικά τα επιδημιολογικά στοιχεία των επόμενων ημερών λόγω του συνωστισμού που προέκυψε στις οικογενειακές συγκεντρώσεις και στην αυξημένη κίνηση σε δημόσιους χώρους λόγω των αργιών.
Όπως επισημαίνουν, με τα μέχρι τώρα αποτελέσματα, διαφαίνεται ότι η κινητικότητα τις ημέρες της Πρωτοχρονιάς (με εξαίρεση την Αχαΐα, τη Βοιωτία και τη Λέσβο) δεν ήταν τόσο αυξημένη όσο τις ημέρες των Χριστουγέννων, ενώ τα αποτελέσματα της αυξημένης κινητικότητας αποτυπώνονται έντονα στην Αττική, αλλά όχι στη Θεσσαλονίκη. Με βάση τα στοιχεία που δημοσιεύει ο ΕΟΔΥ και τις προσομοιώσεις του μοντέλου CORE, η ομάδα του καθηγητή Δημοσθένη Σαρηγιάννη υπογραμμίζουν ότι χρειάζεται προσοχή στις ακόλουθες περιοχές: Τρίκαλα, Εύβοια, Κοζάνη και σε χαμηλότερο επίπεδο στο Ηράκλειο και τα Χανιά.
“Η πορεία των αμέσως επομένων ημερών θα αντικατοπτρίσει καλύτερα τι συνέβη την παραμονή και την ημέρα της Πρωτοχρονιάς. Στην Αττική ο αριθμός κρουσμάτων την Τρίτη είναι ανησυχητικός και πρέπει οπωσδήποτε να ενταθούν οι έλεγχοι της εφαρμογής των μέτρων, αλλά και ο αριθμός των τεστ ανίχνευσης. Όσον αφορά τα τεστ ανίχνευσης, είναι ιδιαίτερα θετικό το γεγονός ότι ξεπεράστηκαν τα 40.000 (σε πανελλήνια κλίμακα)” σημειώνουν χαρακτηριστικά στην ανάλυσή τους. Ειδικά για την Αττική, η επιδημιολογική καμπύλη αναφέρουν ότι φαίνεται να έχει εισέλθει σε ελαφρά ανοδική προς σταθερή τροχιά, η οποία μετά από μικρές αυξομειώσεις τις επόμενες ημέρες προβλέπεται να γίνει ήπια αυξητική από τις 19 Ιανουαρίου και έπειτα.
Σύμφωνα με τον καθηγητή του ΑΠΘ και την ομάδα του, τα τεστ ανίχνευσης θα πρέπει να διπλασιαστούν τουλάχιστον και να δίνεται έμφαση στοχευμένα στις περιφερειακές ενότητες στις οποίες η δυναμική της διασποράς φαίνεται να είναι ανησυχητική για 1-2 ημέρες ώστε να ανιχνεύονται οι ασυμπτωματικοί και προσυμπτωματικοί φορείς και να σπάει η αλυσίδα μετάδοσης, βάζοντάς τους σε καραντίνα. “Αν θέλουμε να ανοίξουμε κάποιες κοινωνικές, εκπαιδευτικές και οικονομικές δραστηριότητες θα πρέπει να αυξήσουμε σημαντικά (κατά 2 και 3 φορές σε σχέση με τα χθεσινά) τα τεστ ανίχνευσης του SARS-CoV-2 στην κοινότητα, στοχεύοντας στις περιοχές υψηλού κινδύνου για να λάβουμε προληπτικά μέτρα”, σημειώνουν, διευκρινίζοντας πως αναφέρονται σε αύξηση κατά 2 με 3 φορές σε σχέση με τα 41.800 τεστ που έγιναν την Τρίτη.
ΔΕΙΤΕ ΕΔΩ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΑΝΑΛΥΣΗ