Στο αποτέλεσμα των εκλογών της 20ης Σεπτέμβρη αποτυπώνεται η νίκη της αστικής τάξης και η ήττα του εργατικού κινήματος.
Η αστική τάξη κατάφερε μέσα σε 7 μήνες να μετατρέψει:
• την εργατική εκλογική νίκη της 25ης Γενάρη, στο αντίθετό της
• την ήττα της στο δημοψήφισμα σε νίκη της, μετατρέποντας το ΟΧΙ στα μνημόνια σε ΝΑΙ σε αυτά
• το ΣΥΡΙΖΑ σε αστικό-μνημονιακό κόμμα
Κατάφερε επίσης να αναδειχτεί μια 8κομματική βουλή στην οποία κυριαρχούν οι μνημονιακές δυνάμεις και κανένα κόμμα δεν αμφισβητεί άμεσα την στρατηγική της επιλογή, αυτή της παραμονής της χώρας στην ευρωζώνη και την ΕΕ. Αντίθετα, είναι όλα υπέρ της παραμονής στην ευρωζώνη και την Ε.Ε.
Οι επιτυχίες της αστικής τάξης δεν οφείλονται στην παντοδυναμία της αλλά στην αδυναμία του εργατικού κινήματος, η οποία συνίσταται κυρίως στην απουσία επαναστατικού κόμματος της εργατικής τάξης και πραγματικά ενιαιομετωπικής πολιτικής.
Η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε μετά τις εκλογές είναι δυσμενής για το εργατικό κίνημα. Παρά το γεγονός ότι η κατάσταση αυτή θα είναι προσωρινή, δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι, η αστική τάξη διαμόρφωσε μια, προσωρινά έστω, σταθερή πολιτική κατάσταση διακυβέρνησης στην κατεύθυνση της υλοποίησης του 3ου μνημονίου το οποίο αποτελεί την μοναδική πολιτική εξόδου από την κρίση της σε βάρος της εργατικής τάξης και των φτωχών λαϊκών στρωμάτων.
Η μη είσοδος στη βουλή της ΛΑ.Ε αποτελεί συστατικό και ουσιαστικό στοιχείο της νίκης της αστικής τάξης και της κυριαρχίας των αστικών δυνάμεων. Και αυτό διότι η ΛΑ.Ε αποτελούσε την μοναδική πολιτική δύναμη η οποία μπορούσε να δώσει συνέχεια στο ΟΧΙ του δημοψηφίσματος με σχετικά μαζική στήριξη και αναγνώριση, και η οποία αμφισβήτησε τη συμμετοχή της χώρας στην ευρωζώνη και με τον τρόπο αυτό στράφηκε άμεσα ενάντια στην στρατηγική επιλογή της αστικής τάξης.
Για το λόγο αυτό η αστική τάξη με τα ΜΜΕ που έχει στα χέρια της και που επηρεάζει, την πολέμησε ανοιχτά, όπως την πολέμησαν και τα κόμματά της. Στον πόλεμο αυτό η αστική τάξη βρήκε σύμμαχο την ηγεσία του ΚΚΕ, όπως την βρήκε σύμμαχο και στην προσπάθειά της να υποβαθμίσει την σημασία της αντιπαράθεσης πάνω στην μοναδική σήμερα πολιτική διεξόδου από την κρίση της, την μνημονιακή πολιτική, και ως εκ τούτου σύμμαχο στην υποβάθμιση της σημασίας της αντιπαράθεσης μνημόνιο-αντιμνημόνιο την οποία επιχειρεί και η ίδια.
Η ηγεσία του ΚΚΕ παρέκαμψε τα άμεσα και επίμαχα κρίσιμα μέτωπα της ταξικής πάλης και της ουσιαστικής αντιπαράθεσης, η έκβαση της οποίας θα σημάνει και την τελική έκβαση του ταξικού πολέμου που βρίσκεται σε εξέλιξη, με την νίκη της μιας ή της άλλης πλευράς στον πόλεμο τάξης εναντίον τάξης, στο όνομα μιας παρελκυστικής, άσφαιρης, άνευρης και εν τέλει εντελώς άγονης και ακίνδυνης, γενικής και αόριστης αντιπαράθεσης ανάμεσα στην αντίθεση καπιταλισμός-σοσιαλισμός, χωρίς άμεσο αντικείμενο αντιπαράθεσης, άρα και χωρίς την προωθητική εκείνη δυναμική η οποία θα φτάσει να απαντήσει και στο ιστορικό ερώτημα «ποιος-ποιόν».
Για το εκλογικό αποτέλεσμα της ΛΑ.Ε, εκτός από τα αντικειμενικά εμπόδια τα οποία φρόντισε ο αντίπαλος να υψώσει, εμπόδια όπως ήταν ο ελάχιστος χρόνος που υπήρξε για να προετοιμαστεί για την εκλογική μάχη, οι οικονομικές δυσκολίες και ο αναμενόμενος πόλεμος από πολλές μεριές, εμπόδια που λειτούργησαν σωρευτικά με την απουσία οργανωτικής δομής και στοιχειωδώς ενιαίου απαντητικού πολιτικού λόγου στις επιθέσεις, υπάρχουν και υποκειμενικές ευθύνες τις οποίες αντικειμενικά επωμίζεται η βασική δύναμη της ΛΑ.Ε, η Αριστερή Πλατφόρμα (Α.Π), και πιο ειδικότερα το Αριστερό Ρεύμα (Α.Ρ).
Οι ευθύνες αυτές εντοπίζονται κυρίως στον πολιτικό και προγραμματικό λόγο της ΛΑ.Ε όπως αυτός καθορίστηκε κυρίως από τις δυνάμεις αυτές, με τις οποίες ήρθαν σε ειδική συμφωνία και ταυτίστηκαν μαζί τους και οι ΑΡΑΝ-ΑΡΑΣ, πράγμα που φαίνεται από το γεγονός ότι δεν εξέδωσαν και δεν μοίρασαν δικό τους προεκλογικό υλικό. Από το γεγονός δηλαδή ότι δεν διατήρησαν την ανεξαρτησία τους.
Η ΛΑ.Ε για να κερδίσει έδαφος στον κόσμο που θα την στήριζε, για να τον συγκινήσει, να υποστηριχτεί με θέρμη και να πλαισιωθεί από αυτόν, θα έπρεπε να υιοθετήσει και να προβάλει ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα και με αντίστοιχο λόγο να το υποστηρίζει. Να ακουμπάει το πρόγραμμα αυτόν τον κόσμο και να απαντάει στα συσσωρευμένα προβλήματα της ανεργίας, της υπερχρέωσης, της εκμετάλλευσης, να δίνει λύσεις και προοπτική. Να μην μασάει τα λόγια της και να μην φοβάται να τα βάλει με τα μεγάλα συμφέροντα. Να μην είναι διφορούμενος ο λόγος της στα κρίσιμα ζητήματα.
Η φυσική ηγεσία της ΛΑ.Ε δεν έκανε κάτι τέτοιο. Ο λόγος της δεν ήταν αρκούντος ριζοσπαστικός, οι απαντήσεις ήταν επαμφοτερίζουσες, οι στοχεύσεις της ασαφείς όπως και οι συμμαχίες της.
Ακόμα και στο ζήτημα του νομίσματος φάνηκε η αδυναμία της να το απαντήσει επί της ουσίας, φάνηκε ότι δεν υπήρχε επεξεργασμένο σχέδιο αλλά μόνο μια αντιπαράθεση σε πρωτόλειο επίπεδο.
Η ηγεσία της ΛΑ.Ε ακολούθησε ένα μεσοβέζικο δρόμο λέγοντας ότι «θα βγούμε από την ευρωζώνη άμα χρειαστεί», και προσπάθησε με τον τρόπο αυτό να αλιεύσει ψήφους και από τις δύο πλευρές: από αυτή που ήταν υπέρ της εξόδου από την ευρωζώνη και από αυτή που ήταν υπέρ της παραμονής σε αυτή. Τελικά αυτή η προσπάθεια όχι μόνο δεν απέδωσε, αλλά λειτούργησε αποτρεπτικά και για τις δύο πλευρές.
Είχαμε γράψει επίσης πριν τις εκλογές, ότι η ΛΑ.Ε δεν είναι η συνέχεια του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι ΣΥΡΙΖΑ νούμερο 2. Και δεν μπορεί και δεν πρέπει να εμφανιστεί σαν τέτοια. Κάτι τέτοιο όμως δεν αποφεύχθηκε. Αντίθετα προβλήθηκε κατά κόρον στις αφίσες με το σύνθημα «εμείς δεν αλλάξαμε».
Αντί να παρουσιαστεί σαν κάτι το νέο, που μόνο σαν τέτοιο μπορούσε και μπορεί να επιβιώσει και να ανδρωθεί, άσχετα αν στις γραμμές της ή ακόμα και στην πρώτη γραμμή βρίσκονταν δυνάμεις που προέρχονται από το παλιό, περιορίστηκε να παρουσιαστεί σαν ο καλός και συνεπής ΣΥΡΙΖΑ, παραβλέποντας το γεγονός ότι η στρατηγική του «έντιμου συμβιβασμού» με την Ε.Ε, την ευρωζώνη και την αστική εξουσία, την οποία πρέσβευε ο ΣΥΡΙΖΑ και αυτές οι δυνάμεις υπηρέτησαν σε μεγάλο βαθμό εν τοις πράγμασι, τσακίστηκε στα βράχια της πραγματικότητας.
Επιπλέον, το πολιτικό συμβούλιο το οποίο ορίστηκε από τις δυνάμεις που συμμετέχουν στο μέτωπο δεν λειτούργησε ποτέ. Δεν συγκροτήθηκε και δεν συνεδρίασε, δεν συζήτησε και δεν εκπόνησε πολιτική γραμμή. Δεν συνεδρίασε ούτε στο παρά πέντε, δηλαδή το Σάββατο το πρωί που είχαν τελειώσει οι περιοδείες και οι συγκεντρώσεις, για να κάνει μια αποτίμηση της κατάστασης στην οποία βρίσκεται η ΛΑ.Ε σε σχέση με τον στόχο της να συγκεντρώσει το 3% και να μπει στη βουλή. Αν αυτό συνέβαινε, αν συνεδρίαζε το Πολιτικό Συμβούλιο της ΛΑ.Ε και έκανε εκτίμηση της πραγματικής κατάστασης, θα μπορούσε ίσως να δει και να αντιμετωπίσει το ζήτημα με τις λίγες (7-10.000) ψήφους που έλειπαν για να φτάσει στο3%. Αυτό θα μπορούσε να αντιμετωπιστεί με μια επιστράτευση όλων των δυνάμεων της ΛΑ.Ε, και τον καθορισμό συγκεκριμένου, επιπλέον πλάνου ψήφων το οποίο σαν νούμερο δεν ξεπερνούσε τις 100 ψήφους σε κάθε νομό. Ένα τέτοιο πλάνο ψήφων ήταν εφικτό να πιαστεί. Ούτε αυτό όμως έγινε.
Όσο αφορά στις εκλογικές συμμαχίες, η ΛΑ.Ε έπρεπε να επιδιώξει πιο σοβαρά την εκλογική συνεργασία με την ΑΝΤΑΡΣΥΑ, πράγμα που θα έδινε άλλη δυναμική και θα εξασφάλιζε την είσοδο στη βουλή. Για την μη συνεργασία ευθύνεται η Αριστερή Πλατφόρμα. Ευθύνεται επίσης και η ΑΝΤΑΡΣΥΑ και πιο συγκεκριμένα η πλειοψηφία του ΝΑΡ, παίρνοντας υπόψη ότι αρκετά στελέχη του πρότειναν εκλογική συνεργασία με τη ΛΑ.Ε και το ΣΕΚ είχε ήδη ανοίξει τη συζήτηση για αυτή.
Η πολιτική κατάσταση και οι συσχετισμοί δύναμης όπως αποτυπώθηκαν μετά τις εκλογές, μας αναγκάζουν να ξεκινήσουμε από την αρχή την συζήτηση και την προσπάθεια οικοδόμησης κοινωνικού και πολιτικού μετώπου στο πλαίσιο της ΛΑ.Ε, για την κατάργηση των μνημονίων και των μνημονιακών πολιτικών, για την αναγκαία διαγραφή του χρέους και την υλοποίηση φιλολαϊκού προγράμματος.
Η ίδια η πραγματικότητα που θα δημιουργηθεί από την υλοποίηση του βάρβαρου προγράμματος του 3ου μνημονίου, θα βγάλει τον κόσμο στο δρόμο και θα δημιουργήσει συνθήκες αντιπαράθεσης με αυτή την πολιτική.
Μπορούμε να αντιστρέψουμε το αρνητικό κλίμα από το αποτέλεσμα των εκλογών αν βρεθούμε στην πρώτη γραμμή των αγώνων και αν αντιμετωπίσουμε τις αιτίες που οδήγησαν σε αυτό το αποτέλεσμα.
Κάβουρας Δημήτρης