Σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας και αγανάκτησης, δόθηκε χώρος σε νέες δυνάμεις και
σχηματισμούς να αναπτύξουν τον πολιτικό τους λόγο, εκμεταλλευόμενες το «πρόσφορο» έδαφος
της ψυχολογίας των πολιτών, που διψούσε για ελπίδα και αλλαγή. Οι «παλαίμαχοι» του πολιτικού
στίβου υποχρεώθηκαν να ανασυνταχθούν και να επαναπροσδιορίσουν την πολιτική τους
τοποθέτηση, να επαναξιολογήσουν την ιδεολογική τους προσέγγιση, και να αναθεωρήσουν τη
στοχοθέτηση με βάση τα νέα δεδομένα.
Ανεξάρτητα από τις πολιτικές πεποιθήσεις του καθενός, έγινε πάντα σεβαστό το δικαίωμα των
Ελλήνων πολιτών, στη δημοκρατική έκφραση, η οποία μέσω της ψήφου, ανέδειξε κομματικούς
σχηματισμούς και καταδίκασε άλλους, εισάγοντας, μάλιστα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ακόμα και
ακραίες φωνές, που περισσότερο έπληξαν, παρά προήγαν τελικώς την δημοκρατία.
Το πείραμα της αλλαγής ολοκληρώθηκε για άλλους επιτυχώς και για άλλους επισύροντας
ακόμα και ποινικές συνέπειες. Αναμφίβολα όμως, κατέδειξε πως οι πειραματισμοί μπορούν να
διαταράξουν τις ευαίσθητες ισορροπίες της χώρας, δημιουργώντας επικίνδυνη πόλωση προς τη
μία ή την άλλη κατεύθυνση, διαστρεβλώνοντας την αλήθεια, διχάζοντας τους πολίτες,
στοχοποιώντας το διαφορετικό ή ακόμα και περιθωριοποιώντας το. Το μεγαλύτερο πλήγμα στην
αρμονική συνύπαρξη μεταξύ των πολιτών, προκλήθηκε κάτω από ακραίους και απόλυτους
ιδεολογικούς μανδύες πατριωτισμού & ηθικής που υποσχέθηκαν μεγαλύτερο σεβασμό,
«πραγματική» ελευθερία και ασφάλεια.
Συνέπεια αυτών ήταν η δημιουργία – τουλάχιστον στην πλειοψηφία της συνείδησης του κόσμου,
αλλά και των κοινοβουλευτικών εκπροσώπων – ενός κοινού σημείου επαφής και μίας αμοιβαίας
συμφωνίας, αποτέλεσμα της ίδιας της ωρίμανσης του λαού μετά από αυτή την εμπειρία: Στην
πολιτική, δεν χωρούν παντιέρες και εμβλήματα. Δεξιά, αριστερά ή στο κέντρο, στον κομμουνισμό,
τον φιλελευθερισμό ή τον άκρατο πατριωτισμό, την αθεΐα ή τον θρησκευτικό δογματισμό, στο
τέλος, όλοι κρινόμαστε για τις προθέσεις, τα μέσα που χρησιμοποιήσαμε και το έργο που
παραδώσαμε. Ποτέ για τις σημαίες που ανεμίζουμε αγωνιζόμενοι.