Με τίτλο «Υπόθεση παρακολουθήσεων αμαυρώνει την αποκατεστημένη εικόνα της Ελλάδας», η εφημερίδα Financial Times δημοσιεύει άρθρο του Τόνι Μπάρμπερ, το οποίο, αφού θυμίζει ότι ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού ήταν κατηγορούμενος για αντίστοιχο σκάνδαλο πριν από 30 χρόνια, σημειώνει:
«Τώρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης, γιος του πρώην Πρωθυπουργού και πρωθυπουργός από το 2019, βρίσκεται στο επίκεντρο του ίδιου σκανδάλου υποκλοπών. Ο χρόνος θα δείξει αν θα καταλήξει σε εξουσιοδοτημένες δίκες. Εν τω μεταξύ, τα διάφορα αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την υπόθεση ρίχνουν σύννεφο πάνω στις αρχές που έχει διορίσει ο Μητσοτάκης…» Το άρθρο συνεχίζει περιγράφοντας την περίοδο των μνημονίων, της διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, και Νέας Δημοκρατίας, τόσο που η ΕΕ τερμάτισε τον Αύγουστο την άκρη την «ενισχυμένη εποπτεία» των ελληνικών δημοσιονομικών.
Η Ελλάδα έγινε επίσης πολύτιμος συνέταιρος στην αντιμετώπιση περιφερειακών ζητημάτων. Η διευθέτηση των ζητημάτων με τη Βόρεια Μακεδονία χαλάρωσε μια από τις πιο δυσεπίλυτες διπλωματικές διαμάχες των Βαλκανίων. Η ΕΕ επιβραβεύει στην Ελλάδα την πολιτική της στο μεταναστευτικό. Η Αθήνα υπήρξε πιστός σύμμαχος του ΝΑΤΟ στην υποστήριξη της Ουκρανίας μετά τη ρωσική εισβολή τον Φεβρουάριο.
Δυστυχώς, το σκάνδαλο των υποκλοπών σημαίνει ότι δεν είναι υπέροχα όλα τα πράγματα στην πολιτική και στην διακυβέρνηση της Ελλάδας μετά την κρίση. Ο Μητσοτάκης, όταν έγινε πρωθυπουργός, έθεσε την ΕΥΠ, την εθνική υπηρεσία πληροφοριών, υπό την διεύθυνσή του και όρισε τον Παναγιώτη Κοντολέων, επικεφαλής μιας ιδιωτικής εταιρίας security, να την διοικεί. Ο Κοντολέων παραιτήθηκε τον Αύγουστο μετά την παραδοχή της ΕΥΠ ότι παρακολουθούσε το τηλέφωνο του αρχηγού του ΠΑΣΟΚ Νίκου Ανδρουλάκη.
Το επόμενο κεφάλι που έπεσε ήταν του Γρηγόρη Δημητριάδη, του γενικού γραμματέα του πρωθυπουργού, ο οποίος είχε την πολιτική εποπτεία της ΕΥΠ. Ο Δημητριάδης φαίνεται ότι είναι ανιψιός του Μητσοτάκη.
Τη Δευτέρα ο Μητσοτάκης επανέλαβε προηγούμενες διαψεύσεις ότι είχε οποιαδήποτε ανάμειξη στις υποκλοπές. Αλλά το σκάνδαλο, αρνείται να πεθάνει… Κάποιος —ούτε εμείς ούτε η ΕΥΠ, λέει αγανακτισμένη η ομοσπονδιακή κυβέρνηση— χρησιμοποιούσε παράνομα κατασκοπευτικό λογισμικό Predator, κατασκευής Ισραήλ, για να χακάρει τα τηλέφωνα διαφόρων δημοσίων προσώπων, συμπεριλαμβσανομένων δημοσιογράφων.
Μια επιτροπή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου η οποία επισκέφθηκε την Αθήνα την τελευταία εβδομάδα στο κυνήγι λύσεων, ωστόσο έφυγε δυσαρεστημένη. Η Sophie in ’t Veld, Ολλανδή ευρωβουλευτής, παραπονέθηκε ότι οι ελληνικές αρχές δεν διεξάγουν «εντατική έρευνα για ενόχους».
Δεν είναι το μόνο τέτοιο θρίλερ στην Ελλάδα. Την εποχή των Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας το 2004, τα τηλέφωνα περίπου 100 ατόμων, μαζί με του τότε πρωθυπουργού Κώστα Καραμανλή, παρακολουθούνταν επί μήνες. Μια δεκαετία αργότερα, προέκυψε ότι η παρακολούθηση εκείνη μπορεί να ήταν μέρος μιας μυστικής επιχείρησης των ΗΠΑ με στόχο να σταματήσει μια τρομοκρατική επίθεση εκείνη την περίοδο, με την περίσταση των Αγώνων.
Στο τρέχον σκάνδαλο, οι Έλληνες αξιωματούχοι έχουν αφήσει σκοτεινούς υπαινιγμούς για εχθρική διεθνή ανάμειξη και επικαλέστηκαν την νομοθεσία περί απορρήτου για κρατικά μυστικά και για κρατικές τεχνικές, για να δικαιολογήσουν τη διατήρηση του θέματος κάτω από το περίβλημα της μυστικότητας. Αλλά όσο περισσότερο καθυστερεί η ομοσπονδιακή κυβέρνηση να δώσει μια απόδειξη, τόσο περισσότερο φαίνεται ότι έχει κάτι να κρύψει. Το να κωλυσιεργεί εγκυμονεί τον κίνδυνο να προκαλέσει επιπλέον πλήγματα στην εικόνα των τακτικών και κανονικών αρχών που η Ελλάδα έχει αποκτήσει με κόπο.»
enikos