Στην εκπομπή της Αθηναΐδας Νέγκα «Καλύτερα Αργά» βρέθηκε καλεσμένος ο Γιάννης Μπέζος.
Ο σπουδαίος ηθοποιός μίλησε για όσα τον ενοχλούν ιδίως στο κομμάτι της τηλεόρασης και των εκπομπών, ενώ αναφέρθηκε και στην ελληνική οικογένεια που έχει «σφηνώσει» για τα καλά και τα παιδιά δεν απογαλακτίζονται εύκολα.
«Οι δημοσιογράφοι κάνουν τη δουλειά τους. Το θέμα δεν είναι τι θα με ρωτήσουν αλλά να κάνω εγώ τις ερωτήσεις με έναν τρόπο. Το καταφέρνω κάποιες φορές. Υπάρχουν δημοσιογράφοι που κάθε φορά που μου μιλούν δεν τους απαντώ καν. Δεν νιώθω άσχημα καθόλου για αυτό».
«Οι μαμάδες είναι ό,τι χειρότερο υπάρχει. Ο Χίτλερ μπροστά στην ελληνική οικογένεια είναι αρνί, σε βάζει από κάτω. Είμαστε ένας λαός του ανατολικό τόξου που δίνει μεγάλη σημασία στην οικογένεια.
Η οικογένεια γίνεται διαστροφή γίνεται σαν τη μαφία. Αυτό, λοιπόν, είναι καλό να το αποφεύγουν και οι άντρες και οι γυναίκες. Να τη “σκοτώνουν” γρήγορα την οικογένεια, το λέω ρητορικά. Να μην την έχει ανάγκη. Να μην αναφέρεται σε αυτό.
Είναι πολύ μεγάλο θέμα των παιδιών που δεν απογαλακτίζονται γρήγορα και εύκολα. Φταίνε και οι γονείς που θέλουν να είναι συνέχεια πάνω από το παιδί, να το φροντίσουν και τελικά δημιουργούνται όλες αυτές οι στρεβλώσεις και πλουτίζουν οι ψυχαναλυτές. Και τα ναρκωτικά πλουτίζουν. Όταν δεν τα αφήνεις να ονειρευτούν καταλήγουν εκεί».
«Δεν έτυχε να κάνω ψυχανάλυση. Τα προβλήματά μου θα τα πω στην οικογένειά μου, στον στενό μου κύκλο και είναι αρκετό. Η επαφή που έχω είναι αρκετά ικανή, όσο μπορεί κανείς να καταθέσει ένα κομμάτι της αγωνίας και τον ψυχισμό του. Είμαστε κατά βάση μόνοι μας, δεν είναι κακό. Πρέπει να γίνεται η επικοινωνία με τον άνθρωπο που είμαστε, πρέπει η επιλογή να είναι αυστηρή. Να μην σκοτώνουμε τις ώρες με αρλούμπες. Εγώ αυτό που δεν μπορώ είναι να σκοτώνω την ώρα μου, με τρελαίνει. Για μένα είναι πολύτιμα αυτά και δεν θέλω καθόλου να το σκοτώνω.
Έχω περάσει κρίση και τώρα περνάω μέσα μου κρίση. Με την έννοια ότι κάνω μια κριτική και όχι ότι έχω προβλήματα και δεν κοιμάμαι το βράδυ. Κάνω αυτοκριτική, δεν θέλω να συνομιλώ με αρκετό κόσμο και δεν με ενδιαφέρει αν θα ενοχληθούν κάποιοι. Με ενδιαφέρει να μην λέω ψέματα και να μην λαϊκίζω».
«Η χώρα μας έχει μια τέτοια τάση (σσ να σκοτώνει την ώρα του). Είναι μια λογική, είναι κατάλοιπα. Πρέπει να μην χάνουμε τον χρόνο μας, να μην αφήνουμε τον χρόνο μας να σπαταλάει σε ανοησίες. Η ελληνική τηλεόραση είναι μια σαχλαμάρα από το πρωί μέχρι το βράδυ. Και το χειρότερο είναι ότι συνηθίζεις σε αυτό.
Σαν άλλοθι με καλούν για να πω για μια παράστασή μου. Είναι σαν να μαζευτήκαμε να κουτσομπολέψουμε και για αυτό λέω ότι είναι ανοησία. Δεν χρειάζεται να βάλεις ντοκιμαντέρ εκείνη την ώρα. Μπορείς να κάνεις μια εκπομπή και να μη λες ανοησίες. Μπορεί η θεματολογία να μην είναι μόνο αυτή. Το χειρότερο είναι ότι μας αρέσει.
Πολλές φορές μου λένε ότι χτυπάνε για την τηλεθέαση. Πιστεύω ότι η ελληνική τηλεόραση και η αγορά είναι μικρή δεν έχει την υπομονή. Χρειάζεται και χρήμα και υπομονή. Δεν μπορείς να δημιουργήσεις ένα κλίμα να σε ακολουθεί ο άλλος από τη μια μέρα στην άλλη. Δεν έχει πάτο!».
«Προς το παρόν δεν θα συνεργαστώ ξανά με τη γυναίκα μου. Είναι και θέματα ρεπερτορίου. Η καρδιά η δική μου είναι αλλού, η δική της αλλού. Αλλά άμα τύχει δεν έχω πρόβλημα. Η δική μας δουλειά μας ακολουθεί και στο σπίτι.
Εμείς δεν έχουμε προβλήματα, είμαστε λίγο αλλού. Θέλει χρόνο αυτό και ηλικία και προσπάθεια. Θέλει να τα έχεις καλά με τον εαυτό σου, να αισθάνεσαι επαρκής. Να αισθάνεσαι, να είσαι σίγουρος για αυτό που έχεις κάνει και να αισθάνεσαι υπερήφανος ότι δεν χρωστάς τίποτα σε κανέναν.
Εγώ δεν χρωστάω σε κανέναν το παραμικρό. Ούτε με πολέμησε κανείς, ούτε μου έκανε κανείς χάρη. Στο μόνο που χρωστάω είναι στο περιβάλλον το στενό που με ανέχεται με τις γκρίνιες και στον κόσμο που συμμερίζεται τη δουλειά μου ακόμη και με αναταράξεις.
Η φήμη δεν έχει κανένα νόημα. Τα χρήματα είναι επαγγελματικό αλλά δεν είναι το κίνητρό μου. Αν μου τύχει ένα κείμενο που έχει ενδιαφέρον, θέλω να αναμετρηθώ μαζί του. Δεν θα κάτσω να ψάξω έργα και να βρω με τις ώρες γιατί πρέπει να κάνω κάτι την επόμενη σεζόν. Δεν μπορώ να διανοηθώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο».