Το κουβάρι της υπόθεσης κλήθηκε να ξετυλίξει η Διεύθυνση Εσωτερικών Υποθέσεων που πέρασε χειροπέδες στην αστυνομικό, η οποία υπηρετεί στο κτίριο της Γενικής Αστυνομικής Διεύθυνσης Αττικής στη λεωφόρο Αλεξάνδρας.
Ο 31χρονος, ο οποίος υπηρετεί στις πεζές περιπολίες, κατήγγειλε ότι η συνάδελφός του ζητούσε από εκείνον μετρητά για να μην τον καταγγείλει στην υπηρεσία του για κακοποιητική συμπεριφορά. Όλα ξεκίνησαν όταν γνώρισε την αστυνομικό μέσω Facebook πριν από περίπου δύο εβδομάδες. Αφού ξεκίνησε μεταξύ τους διαδικτυακή επικοινωνία, στη συνέχεια βρέθηκαν διά ζώσης. Σύμφωνα με τον 31χρονο ειδικό φρουρό, στη συνάντηση αυτή ήρθαν πιο κοντά, ωστόσο, εκείνος της ξεκαθάρισε ότι δεν επιθυμεί να συνάψουν ερωτική σχέση.
Όπως αναφέρει στην καταγγελία, η απόφασή του να διακόψουν τις επαφές τους έγινε αιτία για να ξεκινήσει ο εκβιασμός, καθώς η αστυνομικός ισχυριζόταν ότι η συμπεριφορά του απέναντί της ήταν κακοποιητική, ότι της έχει δημιουργήσει ψυχολογικά τραύματα και ότι χρειάζεται χρήματα για να λάβει βοήθεια από ειδικούς. Με αυτό το πρόσχημα, όπως περιέγραψε ο αστυνομικός, άρχισε να του ζητάει χρήματα για να μην τον καταγγείλει. Αρχικά του είπε να της δώσει 250 ευρώ.
Ο ειδικός φρουρός ισχυρίστηκε ότι φοβήθηκε και ανησύχησε για το υπηρεσιακό του μέλλον, ακόμα και να αποταχθεί από το Σώμα της Ελληνικής Αστυνομίας, καθώς η αστυνομικός είναι ανώτερη ιεραρχικά από αυτόν. Για αυτόν τον λόγο, υπέκυψε στις απαιτήσεις της και της κατέβαλε το χρηματικό ποσό των 250 ευρώ, σε προσυμφωνημένο ραντεβού δίπλα από τη ΓΑΔΑ.
Μετά από αυτό συνέχισε να εκδηλώνει την ίδια συμπεριφορά σε βάρος του, ώσπου την Πέμπτη (20/06) απαίτησε εκ νέου χρήματα από τον ειδικό φρουρό, ο οποίος ενέδωσε πάλι και της κατέβαλε τελικά το χρηματικό ποσό των 230 ευρώ. Ακολούθως, προσπάθησε να αποκλείσει τους τρόπους επικοινωνίας της αστυνομικού μαζί του, όμως εκείνη τον καλούσε τηλεφωνικά αποκρύπτοντας τον αριθμό της σύνδεσής της και κατά την διάρκεια των τηλεφωνικών κλήσεων απαιτούσε επανειλημμένως να της δοθούν εκ νέου χρήματα.
Έτσι ο αστυνομικός προχώρησε στην καταγγελία. Κατά τη διάρκεια της εξέτασής του από τους αστυνομικούς, δέχθηκε κλήση στο κινητό του τηλέφωνο από άτομο που είχε αποκρύψει τον αριθμό κλήσης του και κατά την συνομιλία τους που ακολούθησε ενώπιον αστυνομικών, προέκυψε ότι ήταν η καταγγελλόμενη αστυνομικός, οπότε και από τον μεταξύ τους διάλογο, επιβεβαιώθηκαν οι καταγγελίες του.
Μάλιστα η κατηγορούμενη του ζήτησε να συναντηθούν ξανά την επόμενη ημέρα, στις 26-06-2024, απαιτώντας από αυτόν να της παραδώσει για τρίτη φορά το χρηματικό ποσό των 250 ευρώ και του ανέφερε χαρακτηριστικά μεταξύ άλλων, ότι εάν δώσει τα χρήματα «…δεν θα του έκανε κακό».
Μετά από αυτά, οι αστυνομικοί προσημείωσαν το χρηματικό ποσό των 250 ευρώ, προκειμένου να παραδοθεί στον ειδικό φρουρό, και εκείνος με την σειρά του να το παραδώσει στην αστυνομικό, κατά την διάρκεια της, «στημένης» – αυτή τη φορά- συνάντησής τους.
Όταν συναντήθηκαν για να δώσει στην αστυνομικό τα χρήματα, συνομίλησαν για δευτερόλεπτα και όταν η κατηγορουμένη παράλαβε τα χρήματα, την ακινητοποίησαν οι αστυνομικοί και την συνέλαβαν.
ieidiseis