Με τους Αλβανούς και την κάθοδό τους στην Ελλάδα έχουμε ασχοληθεί σε πολλά άρθρα που είχαν μεγάλη απήχηση. Με αφορμή την έκδοση του βιβλίου «ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΠΡΩΙΜΗ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ», του κορυφαίου βυζαντινολόγου, Ομότιμου Καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Αλέξιου Σαββίδη, από τις εκδόσεις ΗΡΟΔΟΤΟΣ στο οποίο παρουσιάζονται πολλά καινούργια στοιχεία ,σκεφτήκαμε να γράψουμε για την εγκατάσταση των Αλβανών στη Θεσσαλία.
Η Θεσσαλία από τον 4ο ως τον 13ο αιώνα
Οι σημαντικές θεσσαλικές πόλεις (Λάρισα, Φάρσαλα, Δημητριάς) διατήρησαν την αίγλη τους ως ένα σημείο κατά τη διάρκεια της ρωμαιοκρατίας. Όμως τα σημαντικά οχυρωματικά έργα που έγιναν κατά τη διάρκεια της βυζαντινής περιόδου δεν μπόρεσαν να αποτρέψουν τις λεηλασίες από τις συνεχείς βαρβαρικές επιδρομές. Από τον 4ο μ.Χ. αιώνα η Θεσσαλία δέχτηκε επιδρομές Βησιγότθων και άλλων βαρβάρων (Ούννων κ.λπ.) που είχαν θλιβερές επιπτώσεις στη βυζαντινή δημογραφία και οικονομία. Αυτές κόπασαν στα χρόνια του Ιουστινιανού (527-565).
Ο Δ. Ζακυθηνός γράφει σχετικά με τις εγκαταστάσεις Σλάβων στη Θεσσαλία: «Αι εν Θεσσαλία σλαβικαί αποκίαι παρέχουν την εντύπωσιν νησίδων εγκατεσπαρμένων εν τω μέσω συμπαγών πληθυσμών. Άλλωστε, αι εγκατασταθείσαι φυλαί ουδεμίαν ή ενίοτε όλως υποτυπώδη πολιτικήν οργάνωσιν είχον».
Στα χρόνια του Βασιλείου Β’ Βουλγαροκτόνου (976-1025), η Θεσσαλία κατακλύστηκε από βουλγαρικά στίφη με αρχηγό τον ικανότατο ηγεμόνα Σαμουήλ, αλλά ο σπουδαίος Βυζαντινός στρατηγός Νικηφόρος Ουρανός, συνέτριψε τους Βούλγαρους στη μάχη του Σπερχειού (997) και τους εκδίωξε από την περιοχή. Ακμαίες θεσσαλικές πόλεις στα μεσαιωνικά χρόνια ήταν: η Δημητριάς, η Λάρισα, δύο πόλεις με το όνομα Αλμυρός, η Φάρσαλος, ο Δομοκός, η Βεζένη, ο Νεζερός, τα Τρίκαλα, οι Γόμφοι, ο Πλαταμών, το Δομένικο κ.ά. Τον 11ο αιώνα εγκαταστάθηκαν στην Θεσσαλία οι Βλάχοι. Στη συνέχεια, η Θεσσαλία δεινοπάθησε από νορμανδικές επιδρομές, οι οποίες έλαβαν τέλος το 1156 με Βυζαντινονορμανδική συνθήκη.
Από τότε και για μισό περίπου αιώνα η Θεσσαλία γνώρισε μια περίοδο ειρήνης και ακμής. Τα λιμάνια του Παγασητικού είχαν αξιόλογη εμπορική κίνηση, με ανθηρές παροικίες Εβραίων, Βενετών και Γενοβέζων που ασχολούνταν με το εξαγωγικό εμπόριο. Ακολούθησε η φραγκική κατοχή, την οποία διαδέχτηκε η δεσποτεία διαφόρων Βυζαντινών ευγενών (κυρίως από το Δεσποτάτο της Ηπείρου).
Η Καταλανική Εταιρεία στη Θεσσαλία
Στις αρχές του 14ου αιώνα η Θεσσαλία «γνώρισε» τις επιδρομές της φοβερής Καταλανικής Εταιρείας, για την οποία έχουμε γράψει αρκετά άρθρα στο protothema.gr. Ιδιαίτερα με το πρώτο από αυτά (14/01/2017), η Καταλανική Εταιρεία έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό, καθώς στα σχολικά βιβλία, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, δεν υπήρχε καμία αναφορά…
Οι Καταλανοί και Αλμογο(υ)βάροι μπήκαν στη Μακεδονία και τη Θεσσαλία αρχικά το 1307 και πιο συστηματικά το 1309. Φαίνεται ότι στη Θεσσαλία μπήκαν μέσω των Τεμπών την άνοιξη του 1309. Όπως γράφει η αείμνηστη Αγγελική Ε. Λαΐου, οι Καταλανοί μετά τις καταστροφές των σοδειών μεταξύ Αγίου Όρους, όπου κατέστρεψαν δεκάδες μονές και Θεσσαλονίκης είχαν ανάγκη από επαρκή ανεφοδιασμό, γι’ αυτό κατηφόρισαν προς τη Θεσσαλία. Στις δυνάμεις της Καταλανικής Εταιρείας μετείχαν και εκχριστιανισμένοι τουρκόφωνοι μισθοφόροι, οι «Τουρκόπουλοι», υπό τους Μελήκ Κωνσταντίνο και Χαλήλ.
Στο Χρονικόν του Μορέως γράφονται τα εξής: «… κ’ είχαν μετ’ αυτούς ενομού Τούρκους χιλίους και πλέον/εσυμβιβάστην μετ’ αυτούς με συμφωνίες μεγάλες/να μάχωνται την Ρωμανίαν και την Βλαχίαν επάρουν..». Οι απόγονοι των Τουρκόπουλων συνέχισαν να μάχονται στην Κεντρική Ελλάδα ως την περίοδο 1330-1334, αλλά και αργότερα (1350) εναντίον των βενετικών κτήσεων. Άλλα τμήματά τους κατέφυγαν στη Σερβία όπου ζήτησαν την προστασία του κράλη Στέφανου Β’ Ούρος Μιλούτιν.
Οι Καταλανοί κατέλαβαν μεγάλα τμήματα της Θεσσαλίας, από τα βορειοανατολικά (Καστρί της Αγιάς) ως τις νότιες παρυφές (Αλμυρός). Ο βυζαντινός αυτοκράτορας Ανδρόνικος Β’ έστειλε εναντίον των Καταλανών τον ικανότατο στρατηγό Χανδρηνό ο οποίος τους εκτόπισε στα νότια τμήματα της Θεσσαλίας. Το 1311 έγινε η μεγάλη μάχη του Αλμυρού (γνωστή και ως μάχη της Κωπαΐδας), όπου οι Καταλανοί συνέτριψαν τους Φράγκους, που είχαν επικεφαλής τον (τελευταίο) ηγεμόνα του Δουκάτου των Αθηνών και Θηβών Gantier/Walther I de Brienne και σταδιακά έγιναν κύριοι μιας τεράστιας έκτασης: «Άπασα η ανατολική Ελλάς, ήτοι η μεσημβρινοανατολική Θεσσαλία μετά της Φθιώτιδος, Φωκίδος, Λοκρίδος, Βοιωτίας και Αττικής μέχρι του Ισθμού της Κορίνθου υπετάγησαν εις τους Καταλάνους αποτελέσασαι το Δουκάτον Αθηνών και Νέων Πατρών (Ducats d’ Athenes ye la Patria) και μόνον η παραλιακή πόλις του Πτελεού μετά των πέριξ παρεχωρήθησαν υπό των αυτοκρατόρων της Κωνσταντινουπόλεως εις τους Βενετούς ίνα μη περιπέσωσι και αύται εις χείρας των Καταλάνων» (Ν.Ι. Γιαννόπουλος).
Τα πρώτα «κύματα» των Αλβανών στην Ελλάδα
Πρώτη δέχτηκε τα κύματα των Αλβανών η Ήπειρος. Αλβανοί στρατιωτικοί πρίγκιπες και αρχηγοί/φύλαρχοι που κατέβηκαν στην Ήπειρο ήταν οι Θώπια, που εγκαταστάθηκαν στο Δυρράχιο, οι Σπάτα στην Άρτα, οι Μπάλσα/Μπάλσιτς στην Αυλώνα, οι (βυζαντινής προέλευσης) Καστριώτες στην Κρόια (Kruje) κ.ά., ενώ στις αρχές του 14ου αιώνα, μετά από συμμαχία με τον πρίγκιπα του Τάραντα Φίλιππο Α’ (1294-1331), μετέπειτα Λατίνο πρίγκιπα της Αχαΐας (1307-1313) και τιτουλάριο αυτοκράτορα της Κωνσταντινούπολης/«Ρωμανίας» (1313-1331), έλαβαν μέρος ως μισθοφόροι στις επιχειρήσεις του τελευταίου κατά του Δυρραχίου (περίπου 1306).
Από τις αρχές του 14ου αιώνα επίσης, αλβανικές ομάδες είχαν αρχίσει να διεισδύουν και σε περιοχές της Θεσσαλίας, σε μια περίοδο παρουσίας εκεί αρκετών ημιανεξάρτητων Βυζαντινών αρχόντων-τοπαρχών, που ασκούσαν καταπιεστική φορολογική πολιτική σε βάρος των φτωχών αγροτών των περιφερειών τους και αντιδρούσαν στις προσπάθειες των Παλαιολόγων να τους επιβληθούν. Ο Ανδρόνικος Γ’ Παλαιολόγος ασχολήθηκε με τους «Αλβανούς νομάδες» από την αρχή της βασιλείας του (1328).
Οι Αλβανοί δεσμεύθηκαν να είναι υπάκουοι και νομοταγείς «…προσεκύνησαν ελθόντες και δουλεύειν επηγγείλαντο…». (Ι. Καντακουζηνός/έκδοση Βόνης, Ι, 55, 279-280). Ο μεταγενέστερος Λαόνικος Χαλκοκονδύλης αναφέρθηκε χαρακτηριστικά στον νομαδικό χαρακτήρα των Αλβανών εποίκων της Θεσσαλίας, οι οποίοι θεωρεί ότι ξεκίνησαν από το Δυρράχιο. Ο Μιχαήλ Γ. Λαμπρυνίδης γράφει:
«Μία εκ των αλλεπαλλήλων ανά τας ελληνικάς χώρας βαρβαρικών μεταναστεύσεων υπήρξε κατ’ εξαίρεσιν ήκιστα (=ελάχιστα) δυσήκεστος (=δυσκολοθεράπευτη) και ενεργητική δια τον Ελληνισμόν».
Οι Αλβανοί στη Θεσσαλία
Το ζήτημα της καθόδου των Αλβανών στην Κεντρική Ελλάδα απασχόλησε πολλούς διακεκριμένους Έλληνες και ξένους ιστορικούς. Η ημερομηνία που έγινε αυτή η κάθοδος, δεν είναι βέβαιη. Ένας από τους κορυφαίους Έλληνες ιστορικούς του 20ου αιώνα, ο Απόστολος Ε. Βακαλόπουλος την τοποθετεί πολύ πρώιμα, νωρίτερα από τα τέλη του 13ου αιώνα, κάνοντας όμως μάλλον λάθος. Γράφει σχετικά: «Οπωσδήποτε πρέπει να παραδεχθούμε ότι νωρίς σχετικά, πριν από τον 12ο αιώνα, οι Αλβανοί είχαν αρχίσει να εισδύουν ειρηνικά στις βόρειες ελληνικές χώρες κατεβαίνοντας σποραδικά ή και ως άποικοι ύστερ’ από επίσημες συμφωνίες.
Έτσι τους βλέπουμε εγκαταστημένους κατά τα τέλη του 13ου αιώνα, ’δια χρυσοβούλλου και προστάγματος βασιλικού’, στην ορεινή δυτική Θεσσαλία, στην περιοχή Φαναρίου κοντά στην Καρδίτσα. Φαίνεται ότι είναι αρκετά ενοχλητικοί στους κατοίκους της, οι οποίοι ζητούν το 1295 από τον ‘αυθέντη Θεσσαλίας’ Μιχαήλ Γαβριηλόπουλο να μην αποικίσει αυτός ή οι διάδοχοί του άλλους Αλβανούς και να μην βάλει φραγκική φρουρά στο κάστρο… Το έγγραφο είναι ενδιαφέρον, γιατί δείχνει τις αντιδράσεις και τους φόβους των Ελλήνων απέναντι των ξένων…».
Το 1950, ο ερευνητής-συντάκτης του Ιστορικού Λεξικού της Ακαδημίας Αθηνών, Ιωάννης Χ. Πούλος, χρονολόγησε τις αρχικές εγκαταστάσεις των Αλβανών στη Θεσσαλία μεταξύ 1290 και 1315. Την ίδια άποψη υιοθέτησε και ο αείμνηστος Σαράντος Καργάκος.
Φαίνεται πάντως, ότι η «κάθοδος» των Αλβανών στη Θεσσαλία έγινε στις αρχές του 14ου αιώνα, αλλά και ότι πολύ νωρίτερα, αλβανικοί πληθυσμοί συμβίωναν με τους Έλληνες στην Ήπειρο, όπως έγραψε το 2003 ο αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο Logos της Ορθόδοξης Εκκλησίας στα Τίρανα Κωνσταντίνος Γιακουμής. Ο Μιχαήλ Λαμπρυνίδης, γράφει σε συνέχεια των παραπάνω:
«Απ’ αυτών έτι των αρχών της ΙΔης (14ης) μ.Χ. εκατονταετηρίδος περί το έτος 1320, φυλή εύρωστος, φυλή νομάδων (Αλβανοί)… υπό λιμού και εμφυλίου σπαραγμού ελαυνομένη, διέσχισε τους δρυμούς και τας διασφάγας της Πίνδου, τον Ζυγόν, και εξεχύθη αθρόως εις τα ευεπήβατα πεδία της εριβούλακος (=εύφορης) Θεσσαλίας, ένθα και κατασκήνωσεν. Οι Αλβανοί, Σκιπετάρ, ως ωνομάζετο ο φερέοικος (=περιπλανώμενος) ούτος λαός, φεύγοντες τας πενιχράς της κοιτίδος αυτών νάπας (=στενές δασωμένες κοιλάδες) εισέβαλλον τότε εις την θεσσαλικήν γην, το πρώτον μεν αραιώς επί σκοπώ διαρπαγής ή όπως εύρωσιν εργασίαν, βραδύτερον δε και κατά πυκνοτέρας ομάδας όπως μονίμως εγκατασταθώσι, συμπληρούντες τους εκ των προηγηθεισών αλλεπαλλήλων φραγκικών επιδρομών εξατονίσαντας και αραιωθέντας εγχωρίους πληθυσμούς. Οι επήλυδες (=αλλοδαποί, ξενόφερτοι) ούτοι μετανάσται καθόσον συν τω χρόνω η θεσσαλική γη δεν εξήρκει (=δεν αρκούσε) όπως διαθρέψει αυτούς πολλαπλασιαζομένους ή και εξ άλλων αιτιών προέβαινον βαθμηδόν και έτι προς, διαπλούμενοι τα εγγύς παράλια του Ευβοϊκού Κόλπου, την Φθιώτιδα, την Βοιωτίαν μέχρι της Αττικής και τας έναντι του πορθμού του Ευρίπου ακτάς της νήσου Ευβοίας και της Άνδρου…».
Και ο Αλέξιος Σαββίδης συμπληρώνει: «Η έναρξη της εκτεταμένης μετανάστευσης των Αλβανών σε διάφορες περιοχές του ελλαδικού χώρου (στην Ήπειρο, την κεντρική-νότια Ελλάδα-ιδιαίτερα στην Θεσσαλία-, την Πελοπόννησο και σε ορισμένα από τα νησιά του Αιγαίου) χρονολογείται κατά τις πιο πρόσφατες έρευνες από τα τέλη του 13ου/αρχές του 14ου αιώνα».
Οι Αλβανοί εγκαταστάθηκαν στη Θεσσαλία λόγω των μεγάλων καταστροφών που προκάλεσαν οι Καταλανοί και της λειψανδρίας που παρατηρήθηκε με εντολή των Βυζαντινών αυτοκρατόρων και παρά τις αντιδράσεις του ντόπιου πληθυσμού. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των κατοίκων του Φαναρίου (Καρδίτσας) οι οποίοι το 1342 αντέδρασαν έντονα στην εγκατάσταση των Αλβανών εκεί. Και οι Καταλανοί όμως ενέταξαν Αλβανούς μισθοφόρους στις δυνάμεις τους. Οι Αλβανοί είχαν επικεφαλής τους αρχηγούς των φατριών τους.
Και ο Βενετσιάνος χρονικογράφος Μαρίνος Σανούδος τοποθετεί την εγκατάσταση Αλβανών στη Θεσσαλία γύρω στο 1315. Σχετικό είναι το σχόλιο του Γκρεγκορόβιους που αποκαλούσε τους Αλβανούς «λαό βοσκών και πολεμιστών». Στην «Ιστορία των Αθηνών» (τόμος ΙΙΙ σελ. 125-126) ο Γκρεγκορόβιους γράφει: «Ένας Βενετσιάνος φίλος του Μαρίνου Σανούδου θεωρούσε μεγάλη τύχη το ότι εκείνη την εποχή (μεταξύ 1315-1325 περίπου) εγκαταστάθηκαν Αρβανίτες ληστές στην Βλαχία (Θεσσαλία) και παρενοχλούσαν με αδιάκοπες επιθέσεις την (Καταλανική) Εταιρεία, διαφορετικά αυτή θα παραγινόταν πλούσια και δυνατή».
Κλείνουμε με όσα γράφουν για την εγκατάσταση των Αλβανών στον ελλαδικό χώρο δύο διαπρεπείς ξένοι ιστορικοί. Ο Kenneth M. Setton στο βιβλίο του «A history of the Crusades» («Μια Ιστορία των Σταυροφοριών») και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο «The Catalans and Florentines in Greece, 1380-1462»(«Οι Καταλανοί και οι Φλωρεντίνοι στην Ελλάδα»), γράφει: «… Οι Αλβανοί είχαν προχωρήσει προς νότον κατά τη διάρκεια του 14ου αιώνα και, περί τα τέλη του, αποτελούσαν σημαντικό στοιχείο του πληθυσμού (του ελλαδικού χώρου). Όπως και οι Τούρκοι, αρχικά έκαναν την εμφάνισή τους ως μισθοφόροι, έπειτα ως εισβολείς και τελικά ως έποικοι, πρώτιστα στην Ήπειρο και την Θεσσαλία. Η επίδραση της παρουσίας τους ξεπέρασε τις αντίστοιχες επιδράσεις είτε των Καταλανών είτε των Φλωρεντινών, ανταγωνιζόμενη εκείνην των Τούρκων σε σημασία…
Τέλος, ο σπουδαίος Βρετανός βυζαντινολόγος, Ομότιμος Καθηγητής του Πανεπιστημίου του Princeton, μέλος της Βρετανικής Ακαδημίας και πρόεδρος της Διεθνούς Εταιρείας Βυζαντινών Σπουδών John F. Haldon γράφει: «Οι απαρχές των Αλβανών που πρωτοεμφανίζονται στις βυζαντινές πηγές της ύστερης περιόδου παραμένουν ασαφείς. Εκπροσωπούν τους απογόνους των πληθυσμών των Ιλλυριών… και η γλώσσα τους κατά πάσα πιθανότητα εξελίχτηκε από τα αρχαία ιλλυρικά (σήμερα εν γένει αποδεκτή ως ανεξάρτητο μέλος της ελληνικής ομάδας των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών) και επηρεάστηκε έντονα από τα ελληνικά, τα σλαβονικά, τα τουρκικά, καθώς και από τα μεσαιωνικά ιταλικά.
Για λόγους που παραμένουν ασαφείς, άρχισαν κατά τον 14ο αιώνα να εξαπλώνονται προς θαλάσσιες περιοχές από τις ορεινές τους περιοχές προς δυτικότερες παραλιακές πεδιάδες υπηρετώντας τους Βυζαντινούς και Σέρβους επικυριάρχους τους ως μισθοφόροι και εγκαθιδρύοντας ανεξάρτητα φυλαρχάτα υπό την εξουσία διαφόρων πολεμικών αρχηγών τους. Εμφανίζονται επίσης σε μεγάλους αριθμούς στην Θεσσαλία, την Βοιωτία, την Αττική και την Πελοπόννησο, δραστηριοποιούμενοι ως στρατιώτες και καλλιεργητές, εποικίζοντας εγκαταλελειμμένες εκτάσεις…»(«Byzantium: a history», 2002).
Επίλογος
Οι Αλβανοί λοιπόν, σύμφωνα και με κορυφαίους ξένους ιστορικούς, προέρχονται από περιοχές βόρεια του Δυρραχίου, της αρχαίας Επιδάμνου, δεν έχουν ιστορικά καμία σχέση με την Ήπειρο, στην οποία έφτασαν πιθανότατα τον 13ο αιώνα. Ασαφής είναι η καταγωγή τους και η προέλευση της γλώσσας τους. Στη Θεσσαλία και την υπόλοιπη Κεντρική και Ανατολική Ελλάδα κατέβηκαν στις αρχές του 14ου αιώνα, μετά από «πρόσκληση» των Βυζαντινών για να καλύψουν τις ανάγκες που δημιούργησαν οι ολετήρες Καταλανοί. Αργότερα, χρησιμοποιήθηκαν και ως μισθοφόροι. Και φυσικά αφομοιώθηκαν από τους ελληνικούς πληθυσμούς, παρά τα όσα γράφουν κάποιοι και στα σχόλιά τους εδώ, για πλήρη επικράτησή τους στον ελλαδικό χώρο…
Πηγή:
Αλέξιος Σαββίδης, «ΥΣΤΕΡΟΒΥΖΑΝΤΙΝΗ ΚΑΙ ΠΡΩΙΜΗ ΟΘΩΜΑΝΙΚΗ ΘΕΣΣΑΛΙΑ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΗΡΟΔΟΤΟΣ, 2023
Ευχαριστούμε θερμά τον ιδιοκτήτη των εκδόσεων ΗΡΟΔΟΤΟΣ κύριο Σταμούλη και τον κορυφαίο βυζαντινολόγο κύριο Αλέξιο Σαββίδη, για την πολύτιμη βοήθειά τους.