Γράφει η κα.Ιωάννα Χαρμπέα κοινωνιολόγος/συγγραφέας
Αφού έπεσε η πόλη του Πριάμου και τέλειωσε ο δεκάχρονος Τρωικός πόλεμος, ξεκίνησαν τα πλοία των Αχαιών, για να γυρίσουν στην πατρίδα. Όμως οι θεοί του Ολύμπου ήταν θυμωμένοι, γιατί μέσα στην Τροία οι Αχαιοί έκαψαν τους ναούς τους. Γι’ αυτό τους έστειλαν ανέμους δυνατούς κι άγρια θαλασσοταραχή, για να δυσκολέψουν το ταξίδι τους. Όλοι, όμως, γύρισαν γρήγορα στα σπίτια τους.
Μόνο ο Οδυσσέας, ο πολυμήχανος βασιλιάς απ’ την Ιθάκη, περιπλανήθηκε δέκα ολόκληρα χρόνια σε θάλασσες και σε χώρες µακρινές και πέρασε πολλές ταλαιπωρίες, ώσπου να φτάσει στην Ιθάκη, την πατρίδα του. Τις περιπέτειες του Οδυσσέα μέχρι την επιστροφή του στην Ιθάκη, μας τις λέει ο Όμηρος στο έργο του Οδύσσεια.
Οι Έλληνες σήμερα περνάνε τη δική τους καθημερινή Οδύσσεια και περιμένουν το δικό τους Οδυσσέα για να τους σώσει! Προς το παρόν περιτριγυρίζονται από υποψήφιους μνηστήρες που επιβαρύνουν αυτή την οδύσσεια και ακόμα περισσότερο αναρωτιούνται, μήπως ο Οδυσσέας χάθηκε σε κάποιο σταθμό ή μήπως δε θα τα καταφέρει όπως στο ομηρικό έπος να επιστρέψει.
Οδυσσέας είναι ο καθένας μας, που αγωνίζεται καθημερινά να ζήσει αξιοπρεπώς και να είναι συνεπής στις αναλγητικές φοροεισπρακτικές πολιτικές. Οι μνηστήρες διψάνε για δόξα και τιμές. Εμείς θα μπορέσουμε να προσπεράσουμε τις σκοπέλους της καθημερινής ζωής; Αν μετά από τις περιπέτειες της Οδύσσειας που περάσαμε αποκτήσαμε την εμπειρία και γίναμε δυνατοί για να εξολοθρεύσουμε πάσης φύσεως επίδοξους μνηστήρες που τους ενδιαφέρει μόνο ο εαυτούλης τους και η καλοπέρασή τους. Και αν ο δρόμος για την Ιθάκη μας είναι μακρύς αυτό δε σημαίνει ότι δεν υπάρχει Ιθάκη!
Και όμως:
Η Ελλάδα ή Ελλαδίτσα, όπως την αποκαλούν μερικοί, είναι σαν την Πηνελόπη. Υφαίνει υπομονετικά και περιμένει τον Οδυσσέα να γυρίσει για να σώσει το παλάτι από τους μνηστήρες. Ποτέ δεν πρέπει να χάσουμε την πίστη και την ελπίδα, αλίμονο σε όσους έχασαν την ελπίδα. Ίσως κάπου να πλησιάζει και ο δικός μας Οδυσσέας που καταβεβλημένος και ζητιάνος θα νικήσει τους μνηστήρες και θα σώσει το Παλάτι , την όμορφη Ελλάδα μας.
Οι μνηστήρες φλερτάρουν… Όλοι ονειρεύονται να κάνουν γυναίκα τους την Πηνελόπη. Κατασπαταλούν την περιουσία. Εσύ, όμως, οφείλεις να βρεις την Ιθάκη!
Πάντα στον νου σου να χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει•
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν.
Ας γίνει, λοιπόν, ο δικός μας Οδυσσέας αυτός που ξέρει τι σημαίνει Ιθάκη, που πάλεψε και κέρδισε. Αυτός είναι άξιος να προστατεύσει την Πηνελόπη και το παλάτι. Γιατί, όποιος δεν πάλεψε για τον εαυτό του δεν θεωρείται άξιος να παλέψει και να σώσει άλλους. Ο χρόνος δικαιώνει καταστάσεις, κλείνει πληγές, γιατρεύει, χαράζει νέες κατευθύνσεις, ανοίγει δρόμους και πόρτες. Όσο το κερί της ελπίδας σιγοκαίει, έστω και σαν σπίθα και δεν σβήνει μέσα μας, να είστε σίγουροι πως κάποια μέρα αυτή η σπίθα θα ανάψει τη μεγάλη φλόγα. Θα δώσει περίσσια λάμψη και θα αφανίσει και το παραμικρό ίχνος σκοταδισμού για να γιορτάσουμε όλοι την ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ του Οδυσσέα!
Όταν ο Οδυσσέας φτάνει στην Ιθάκη η μέγιστη επιθυμία του είναι να πάρει πίσω τον κόσμο του, τον κόσμο που του έκλεψαν. Παρά τη μεγάλη του λαχτάρα, διατηρεί την ανωνυμία του και μεταμορφωμένος σε ζητιάνο από την Θεά Αθηνά, πηγαίνει στο παλάτι ώστε να ελέγξει την κατάσταση και να πάρει τις πληροφορίες που θέλει, υπομένοντας καρτερικά τις προσβολές και την χλεύη των μνηστήρων. Γιατί αυτό που τον ενδιαφέρει είναι η επίτευξη του στόχου και όχι η στείρα αντιπαράθεση. Γι αυτό τον λόγο και είναι ο αγαπημένος της Θεάς ΑΘΗΝΑΣ, της Θεάς που αντιπροσωπεύει την Νόηση, τη Σοφία , την Στρατηγική της σκέψης και του πολέμου. Της Θεάς που μελετά τον εχθρό και τον πολεμά με τα ίδια του τα όπλα. Όταν, όμως, έρχεται η ώρα, όταν τους έχει στριμώξει όλους άοπλους σε ένα δωμάτιο, όταν φανερώνεται πάνοπλος, τότε εκφράζει την οργή του και δεν δείχνει οίκτο, γιατί ο κόσμος του είναι το βιός του.
Είναι η Πατρίδα του που οι μνηστήρες καταχράστηκαν και καπηλεύτηκαν με τον πιο βάρβαρο τρόπο.
Και εσύ απλέ άνθρωπε, ένας ιδρωμένος οδοιπόρος, πεζοπόρος σε σκληροτράχηλους δρόμους περπατάς, περπατάς… χωρίς τελειωμό. Κάπου κάπου ξαποσταίνεις, παίρνεις μια μικρή ανάσα για να βρεις το κουράγιο να συνεχίσεις το μονοπάτι της ζωής. Και συνεχίζεις… Συνεχίζεις μα οι δρόμοι όλοι είναι κλειστοί και σε οδηγούν στο πουθενά!
Απελπίζεσαι, αγανακτείς, εξοργίζεσαι, κλείνεις τα μάτια σε ό,τι ανεπιθύμητο βλέπεις μπροστά σου και κρατάς ανοικτά μόνο τα αυτιά σου για να ακούσεις μια δυνατή και καθαρή φωνή που σου λέει: Οδοιπόρε μη μένους σε δρόμους κλειστούς, μη μένεις στα παλιά, νοσηρά, απαρχαιωμένα! Ο δρόμος ανοίγει προχωρώντας…
Ευτυχώς σήμερα δεν περιμένεις να έρθει ο Οδυσσέας, τον φέρνεις μόνος σου! Κάπου την ξέρεις αυτή τη φωνή… Ναι τώρα τη γνωρίζεις… Είναι η δικιά σου φωνή που είχες ξεχάσει ακόμα και τη χροιά της. Δεν μιλούσες… σώπαινες για να ακούς υποσχέσεις, σώπαινες για να ακούς τους άλλους γι αυτό βάλτωνες όλο και πιο πολύ. Ήρθε, όμως, ο καιρός να ακούσεις τη φωνή σου. Έτσι μόνο θα βρεις την Ιθάκη που γυρεύεις!
Κανένας δεν εξελίσσεται αν δεν αφήσει το παρελθόν. Μήπως ήρθε ο καιρός λοιπόν να αλλάξουμε πλεύση;