Με το που αρχίζουν τα τζιτζίκια να φλυαρούν, ο ιδρώτας να τρέχει ποτάμι και τα μάτια να μισοκλείνουν από το φως του καλοκαιριού, μια νοσταλγία με φέρνει πίσω σε κάποια καλοκαίρια ολοδικά μου. Είναι τα καλοκαίρια που μένουν ανεξίτηλα ζωγραφισμένα μέσα μου.
Ο πλάτανος του Αγίου Κωνσταντίνου γύρω στις ρίζες του γέμιζε ζωή και βουητά φωνών. Βγάζαμε από τις τσέπες μας τα μικρά αυτοκινητάκια ….οι περισσότεροι είχαμε πλαστικά. Κάποιοι πιο εύποροι machbox!…. δρόμοι, γεφύρια,ρυάκια, χώμα, σκόνη , λάσπη και μια οδική λαίλαπα με βρουμ βρουμ και μπιπ!!…. Τρέχαμε για νεράκι στη βρύση που στέκονταν αγέρωχη εδώ και εκατοντάδες χρόνια, όπως μάθαμε σα μεγαλώσαμε, γιατί τότε μας έκοφτε μόνο πως θα δροσίσουμε το λαρύγγι μας. Και εκείνος ο κήπος με τις εκατοντάδες πολύχρωμες μυροβόλες τριανταφυλλιές στην καταπράσινη τότε αυλή της εκκλησιάς. Γέμιζαν άρωμα τα ρουθούνια μας, χρωματίζονταν οι μικροκαμωμένες κόρες των ματιών μας. Το περίεργο είναι πως τα παρτέρια με τα μυροβόλα άνθη τα περιποιούταν άνθρωποι που έχασαν την ελευθερία τους, κλεισμένοι στα ανήλιαγα κελιά της διπλανής φυλακής. Κι αυτά τους το ανταπέδιδαν με το χαμόγελο των χρωμάτων και των μυρωδιών τους. Για να πω κι ένα μυστικό, φοβόμουν τους φυλακισμένους τότε. Σήμερα όμως φοβάμαι τους «ελεύθερους».
Και τι δεν είχε εκείνο το μέρος που ξεκινάγαμε τις καλοκαιρινές διακοπές, πριν εξαφανιστούμε για τις παραλίες και τα χωριά μας. Μπουλούκι γινόμασταν στο τζαμί και παίζαμε μπάλα, φτιάχνοντας κύπελλα νικητών από ασημόχαρτα πακέτων τσιγάρων. Κι όταν σκάψανε το μέρος, τρία ποδήλατα έσπασα από τις σούζες και τα μότο κρος…. Ξίνισα και θύμωσα όταν έχτισαν το 2ο Δημοτικό Σχολείο εκεί, γιατί ο χώρος μας μίκρυνε και μεις νιώθαμε όλο το μέρος δικό μας. Ήταν ο πλανήτης μας και μας τον έκλεβαν. Βέβαια τότε δε καταλάβαινα τι σήμαινε να χτίζεις σχολειά…..
Εκεί ερχόταν η δροσιά του Ληθαίου…. Ε ρε γλέντια !! Μέσα στα βούζια, στις λεύκες να κυνηγάμε χρυσόμυγες για δόλωμα, ψαρεύοντας τα κεφαλόπουλα φρέσκα φρέσκα και λαχταριστά. Η αλήθεια είναι ότι πότε μα ποτέ δεν έφαγα από εκείνα τα ψάρια. Τα τζιτζίκια στις ασημόλευκες αγωνιζόταν να μας ξεπεράσουν στο καλοκαιρινό τραγούδι. Πλατσούρισμα μέσα στην κοίτη του ποταμού, δίπλα στα νερόφιδα και τις νεροχελώνες. Διώχναμε τα βατράχια που πήδαγαν αλαφιασμένα να γλιτώσουν από τους εισβολείς. Και κάτω στο βυθό πιάναμε τα τενεκεδάκια με τις καραβίδες! Βέβαια το ποταμάκι μας ήταν αλλιώς τότε. Σεμνό, ταπεινό μας υποδέχονταν και μας περίμενε με λαχτάρα κάθε μέρα κι ας το ταράζαμε κυριολεκτικά. Μας αγαπούσε, το λατρεύαμε και το προστατεύαμε. Τώρα πια το ποταμάκι μας λένε το έκαναν πιο προσιτό πιο όμορφο…. Το νερό του πλέον χρωματίζεται. Όταν βέβαια ρωτάς γιατί, οι τρανοί της πόλης λένε πως το ψάχνουν. Εγώ πάλι πιστεύω πως κατεβαίνει «άγγελος» και χτυπά με ένα ραβδάκι τα νερά κι αυτά παίρνουν χρώμα…… αλλά και μια βρώμα!
Όμως η καλοκαιρινή παιδική κραιπάλη είχε και διάβασμα πολύ διάβασμα λέμε!! Να τα πακέτα και οι ανταλλαγές από Μίκυ Μάους, Σεραφίνο, Τιραμόλα, Μπλεκ, Μικρό Σερίφη…. Τα δε βράδια ξαπλωμένοι στο χορτάρι δίπλα στην αγαπημένη μας εκκλησιά μετρώντας αστέρια, ο Στέφανος, εκκολαπτόμενος δάσκαλος τότε, μας διάβαζε τους Άθλιους του Ουγκό. Όλοι γινόμασταν Γιάννηδες-Αιγιάννηδες…… Αργά νωχελικά με το ζόρι απαντούσαμε στις φωνές των μανάδων γκρινιάζοντας, να πάμε να πλυθούμε και να ονειρευτούμε την ελπίδα της αυριανής μας ανεμελιάς!
Στις νοσταλγικές αυτές στιγμές μου μπερδεύονται τα παιδιά του σήμερα, που πρέπει να μάθουν ρομποτική για να ανακαλύψουν λέει τον κόσμο, που στέκουν με ένα τεχνολογικό εύρημα εξασκώντας τους αντίχειρες τους, που πρέπει να λένε από τα πέντε τους χρόνια good morning, γιατί αλλιώς δε θα καταφέρουν τίποτε στη ζωούλα τους, που τρέχουν σε δραστηριότητες και δε μπορούν να πλατσουρίζουν στα νερά του ποταμιού, γιατί αλλάζει χρώματα. Δε κυκλοφορούν ανέμελα γιατί οι άνθρωποι έχουν γίνει κακοί. Δε βλέπουν ούτε μυρίζουν τα τριαντάφυλλα του Αγίου Κωνσταντίνου. Άλλωστε εκείνη η υπέροχη αυλή όπως και τόσες άλλες, γέμισαν με πέτρες όπως και οι ανθρώπινες καρδιές!
ΥΓ: Ένας σοφός της πόλης λέει…. «Πρέπει να καταφέρουμε να συντηρήσουμε τον καθαρισμό του ποταμού»…. κι εγώ συμπληρώνω… μας πήρε το ποτάμι μας πήρε ο ποταμός!
Ο κατά συρροή ονειροπόλος
Δημήτρης Νούλας