Επτά μήνες, μετά το καταστροφικό πέρασμα της κακοκαιρίας Daniel, οι κάτοικοι της κοινότητας Βλοχού στην Καρδίτσα, παραμένουν σε αναμονή για μετεγκατάσταση σε άλλη περιοχή, καθώς τα σπίτια τους έχουν καταστραφεί.
Καρδίτσα: 400 ζωές σε αναμονή στον Βλοχό 7 μήνες μετά τις κακοκαιρίες – «Δεν μπορούμε να μείνουμε στα σπίτια μας» – ΦΩΤΟ
Οι 115 οικογένειες έστειλαν επιστολή στον πρωθυπουργό, Κυριάκο Μητσοτάκη, με την οποία ζητούν να επισπευστεί η διαδικασία, καθώς είναι άστεγοι. Συνολικά, 115 οικογένειες να τάσσονται υπέρ αυτής της λύσης, ενώ 91 κατά, ωστόσο μέχρι και σήμερα δεν έχει αποφασιστεί η επόμενη κίνηση.«Είναι επιτακτική ανάγκη για εμάς να βρεθούμε σε έναν ασφαλή τόπο. Η πλημμύρα για εμάς δεν έχει τελειώσει έτσι, στην ουσία είμαστε άστεγοι» ανέφερε στον ΑΝΤ1, ο κ. Σωτήρης Γιώτης, κάτοικος της περιοχής.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της κοινότητας Βλοχού, Βασίλης Καλογιαννης, ανέφερε πως «ο πρωθυπουργός όταν είχε μεταβεί στην Μεταμόρφωση, είχε μιλήσει στους κατοίκους και έκανε λόγο για ομοφωνία της μετακίνησης. Πρέπει να υπάρχει ομοφωνία, πράγμα το οποίο δεν έχει καταφέρει το χωριό μέχρι στιγμής. Από την άλλη, τα αναχώματα δεν έχουν ολοκληρωθεί, αποζημιώσεις για τα σπίτια τους δεν έχουν πάρει όλοι, όπως και επίδομα ενοικίου».Ολόκληρη η επιστολή:
Ανοικτή επιστολή 115 οικογενειών της Τ.Κ Βλοχού Καρδίτσας«Προς: κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, Πρωθυπουργό της Ελλάδας
Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ.
Αισθανόμαστε την ανάγκη να επικοινωνήσουμε μαζί σας μέσω της παρούσας ανοικτής επιστολής, ώστε να σας εκθέσουμε το σοβαρό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε συνεπεία του καιρικού φαινομένου «Daniel» που έπληξε την περιοχή μας στις 7 Σεπτεμβρίου 2023, και το οποίο αφορά στο μείζον ζήτημα της μερικής μετεγκατάστασης του χωριού μας.
Είναι γνωστό ότι στην περιοχή μας κατά τη διάρκεια των εποχικών εναλλαγών, πλην καλοκαιριού, και σε περιόδους έντονων βροχοπτώσεων, ο όγκος των νερών υπερβαίνει τη χωρητικότητα των τριών ποταμών που περικλείουν το χωριό, με συνέπεια την υπερχείλισή τους. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα την κάλυψη μεγάλων εκτάσεων αγροτικής γης και, κυρίως, θέτει τον οικισμό σε σοβαρό κίνδυνο πλημμύρας.
Η ανωτέρω περιγραφείσα κατάσταση είναι μία επαναλαμβανόμενη διαδικασία την οποία βιώνουμε και δυστυχώς δεν υπάρχει διέξοδος. Η γεωγραφική θέση του χωριού μας είναι απολύτως εσφαλμένη και απόδειξη αυτού είναι η ολική πλημμυρική καταστροφή που υπέστη το 1953 και η παρ’ ολίγον επανάληψή της το 1994, η οποία αποσοβήθηκε χάρη στις προσπάθειες των κατοίκων, αλλά και τη βοήθεια της τύχης.
Ο Βλοχός βρίσκεται στο χαμηλότερο σημείο της Θεσσαλίας και στο επίκεντρο κατάκλισης τριών ποταμών, οι οποίοι αδυνατούν να απορροφήσουν και να διοχετεύσουν τα νερά ομαλά, κατά τη φυσική τους ροή. Επιθυμούμε εδώ να τονίσουμε ότι η καταιγίδα «Daniel» και η επακόλουθη καταστροφή, απλά επικαιροποίησε και επανέφερε στο προσκήνιο την αγωνία που βιώνει το χωριό μας κάθε χρόνο. Δεν τρέφουμε αυταπάτες, η μεταβολή του παγκόσμιου κλίματος είναι εδώ και η βαρβαρότητα της καταστροφής θα χτυπήσει σύντομα την πόρτα μας και πάλι. Το γνωρίζουμε.
Μετά από έλεγχο ιστορικών χαρτών και σκαριφημάτων της περιοχής, διαπιστώθηκε ότι κατά την Οθωμανική περίοδο (τέλη του 17ου αιώνα) και μέχρι το 1925, το χωριό βρισκόταν στο πρανές του λόφου «Μακρυβούνι» και στη συνέχεια επεκτάθηκε στο πεδινό τμήμα, το οποίο, όπως αποδείχθηκε, ήταν και παραμένει απολύτως ακατάλληλο.
Οι παραπάνω λόγοι μάς κάνουν να πιστεύουμε ότι η απομάκρυνση του οικισμού από την παρούσα θέση σε άλλη, ασφαλέστερη περιοχή, η οποία έχει ήδη υποδειχθεί από το Δήμο Παλαμά, είναι η μοναδική και οριστική λύση του προβλήματος.
Για τον σκοπό αυτό, σας αναφέρουμε ότι η πλειονότητα των οικογενειών του χωριού (115, με 450 μέλη συνολικά) που αιτούμαστε τη μετεγκατάσταση, στη συντριπτική μας πλειοψηφία (96 από τις 115) διαθέτουμε εδώ τις μόνιμες κατοικίες μας, οι οποίες σχεδόν στο σύνολό τους είναι κτίσματα της 10ετίας του 1960 και υπέστησαν ολοσχερή καταστροφή. Η αποκατάστασή τους, με τις όποιες επιχορηγήσεις διατεθούν, θα είναι μάταιη, καθώς ακριβώς λόγω της παλαιότητάς τους και της παραμονής τους στα νερά για διάστημα άνω των 20 ημερών, οι τοιχοποιίες, οι στέγες και κυρίως η συνολική στατική επάρκειά τους έχουν υποστεί ανεπανόρθωτες ζημιές τις οποίες καμία εργασία δεν δύναται να αποκαταστήσει, ώστε να τις καταστήσει ασφαλείς.
Πέραν αυτού, ακόμη και αν θεωρηθεί ότι είναι δυνατή η αποκατάσταση των ζημιών, πώς μπορούμε να επενδύσουμε σ’ έναν τόπο που εκ των προτέρων γνωρίζουμε ότι είναι απολύτως ευάλωτος στις θεομηνίες, ακόμη και μικρής έντασης;
Πώς μπορούμε να χτίσουμε πάλι τις ζωές και τις περιουσίες μας σ’ ένα μέρος όπου αποδεδειγμένα οι πλημμύρες θα προκαλέσουν ολικές καταστροφές, ενδεχομένως και θανάτους;
Ποια οικονομική δραστηριότητα και πρόοδο μπορούμε να αναπτύξουμε, όταν κάθε φθινόπωρο, χειμώνα, άνοιξη θα επικρέμεται η απειλή της καταστροφής;
Και, τέλος, ίσως το σημαντικότερο, πώς θα πεισθεί η νέα γενιά του χωριού να μην επιλέξει, υπό το βάρος των δυσκολιών, την εύκολη λύση της μετανάστευσης – αστικοποίησης και να πιστέψει ότι τα όνειρα, οι ελπίδες, οι προσδοκίες και οι φιλοδοξίες που έχει μπορούν να πραγματοποιηθούν στον τόπο της, τη στιγμή που είναι γνωστό ότι αυτή η βιαιότητα θα επαναληφθεί;
Αξιότιμε κ. Πρωθυπουργέ, σας απευθύνουμε έκκληση να λάβετε τη γενναία απόφαση και να επιτρέψετε την αιτούμενη μερική μετεγκατάσταση των 115 οικογενειών. Δώστε μας την ευκαιρία να ζήσουμε και να ευημερήσουμε στον τόπο μας με τις συνθήκες που μας αξίζουν. Γνωρίζουμε ότι μπορείτε να το κάνετε. Θα είναι τραγικό εξαιτίας της μη ομοφωνίας να «καταδικαστούμε» να ζήσουμε σ’ ένα καθεστώς ζόφου, φόβου και ανασφάλειας.
Σας ευχαριστούμε».