Ο Γενικός Διευθυντής της ΕΔΑ ΘΕΣΣ, κ. Λεωνίδας Μπακούρας, απαντάει στο ερώτημα αν η ενεργειακή κρίση σημαίνει το τέλος του Φυσικού Αερίου
Οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις δεν επηρεάζουν τον ρόλο του φυσικού αερίου, αφού σε όλα τα ρεαλιστικά σενάρια που έχουν τεθεί στο τραπέζι, θα συνεχίσει να αποτελεί το καύσιμο που θα προσφέρει αξιοπιστία στο ενεργειακό σύστημα της Ελλάδας και της Ευρώπης για τα επόμενα χρόνια. Αυτό επισημαίνει στη συνέντευξή του ο Γενικός Διευθυντής της ΕΔΑ ΘΕΣΣ, κ. Λεωνίδας Μπακούρας, προσθέτοντας ότι ο ρόλος του φυσικού αερίου θα έχει επομένως διάρκεια και δεν υποβαθμίζεται μέσω του σχεδίου RePowerEU της Ε.Ε. για ενεργειακή απεξάρτηση από τη Ρωσία.
Σύμφωνα με τον κ. Μπακούρα, ένας σημαντικός λόγος είναι πως το φυσικό αέριο αποτελεί την πιο αποτελεσματική λύση για την επάρκεια ηλεκτρικής ενέργειας, λαμβάνοντας υπόψη την αυξανόμενη διείσδυση των ΑΠΕ στο μίγμα της ηλετροπαραγωγής, ενώ παράλληλα είναι μία αξιόπιστη πηγή ενέργειας για τις βιομηχανίες, με πολλαπλά πλεονεκτήματα. Ως συνέπεια, σε συνδυασμό με την ενίσχυση της χρήσης του στον οικιακό τομέα, θα εξακολουθήσει να συμβάλει καταλυτικά στην επίτευξη των στόχων για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής (fit-for-55).
Σε αυτό το πλαίσιο, και με δεδομένο ότι η Ελλάδα υποδέχτηκε αργά το φυσικό αέριο σε σύγκριση με την υπόλοιπη Δυτική Ευρώπη, αποτελεί αδήριτη ανάγκη να αυξηθεί η διείσδυσή του ανά την επικράτεια, μέσω των επενδύσεων για ανάπτυξη νέων δικτύων διανομής που βρίσκονται σε εξέλιξη. Εξάλλου, όπως προσθέτει, τα ίδια δίκτυα διανομής που σήμερα διακινούν φυσικό αέριο θα λειτουργήσουν μελλοντικά ως πολλαπλασιαστές για τη διείσδυση των ανανεώσιμων αερίων στο τελικό ενεργειακό μείγμα, επιταχύνοντας την απανθρακοποίησή του.
Ο Γενικός Διευθυντής της ΕΔΑ ΘΕΣΣ τονίζει επίσης πως παράλληλα με τις επενδύσεις για τα νέα δίκτυα, θα πρέπει να υπάρξουν κίνητρα προκειμένου να περάσουν στη χρήση του φυσικού αερίου οι πολίτες και στις νέες περιοχές. Επίσης, προγράμματα ενεργειακής εξοικονόμησης για τους υφιστάμενους καταναλωτές (όπως πχ οικιακοί λέβητες συμπύκνωσης που μειώνουν την κατανάλωση κατά 25-30%), θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν ένα μέρος των υψηλών τιμών.
-1. Μετά από τρεις μήνες πολεμικής σύγκρουσης στην Ουκρανία και την «απάντηση» της Ε.Ε. με το σχέδιο REPowerEU, υποβαθμίζεται κατά τη γνώμη σας ο ρόλος του φυσικού αερίου;
Ο μεταβατικός ρόλος του φυσικού αερίου θα έχει διάρκεια και δεν υποβαθμίζεται μέσω του RePowerEU. Αντιθέτως, σε όλα τα ρεαλιστικά σενάρια που έχουν τεθεί στο τραπέζι, το φυσικό αέριο θα είναι το καύσιμο που θα προσφέρει αξιοπιστία στο ενεργειακό σύστημα της Ελλάδας και της Ευρώπης για τα επόμενα χρόνια.
Το σχέδιο REPowerEU προβλέπει μια σειρά ενεργειών για τη διαφοροποίηση των πηγών εφοδιασμού φυσικού αερίου, την εξοικονόμηση ενέργειας και την περαιτέρω ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας. Το φυσικό αέριο αποτελεί το καθαρότερο ορυκτό καύσιμο ενώ οι εκπομπές CO2 από την καύση του ανέρχονται μόλις στο ήμισυ των εκπομπών που προέρχονται από την καύση του άνθρακα. Η αντικατάσταση του άνθρακα με φυσικό αέριο μειώνει τις συνολικές εκπομπές κατά εκατοντάδες εκατομμύρια τόνους ετησίως στην Ευρώπη.
Δε τίθεται θέμα υποβάθμισης του ρόλου του φυσικού αερίου αλλά θέμα ανάγκης για την αντικατάσταση των ρυπογόνων καυσίμων όπως είναι ο λιγνίτης και ο άνθρακας. Και αυτό γιατί, το φυσικό αέριο θα στηρίξει με την εναλλακτική πηγή τροφοδοσίας (LNG) την ηλεκτροπαραγωγή της χώρας, καλύπτοντας τα φορτία αιχμής και συμβάλλοντας στην απόκριση της ζήτησης που αδυνατούν να καλύψουν οι ΑΠΕ λόγω της διαλείπουσας παραγωγής και της έλλειψης μεγάλης κλίμακας αποθήκευσης .
Ειδικά για το βιομηχανικό κλάδο, τo φυσικό αέριο αποτελεί μια αξιόπιστη μορφή ενέργειας που είναι πάντα διαθέσιμη καθώς παρέχεται αδιάλειπτα μέσω του δικτύου, χωρίς την ανάγκη για δεξαμενές αποθήκευσης και χωρίς διακοπές τροφοδοσίας, επιτρέποντάς με αυτό τον τρόπο τις βιομηχανίες να προγραμματίζουν και να διαχειρίζονται βέλτιστα τη παραγωγική τους δραστηριότητα. Παράλληλα, η παροχή και η καύση του φυσικού αερίου μπορεί να ρυθμιστεί με υψηλή ακρίβεια, κάτι που το καθιστά ιδανική λύση για την άμεση προσαρμογή στις ποικίλες λειτουργικές ανάγκες της παραγωγικής διαδικασίας.
Ο μεταβατικός ρόλος του φυσικού αερίου στη χώρα μας διαφαίνεται και από τη συνολική κατανάλωση, η οποία είναι αυξημένη κατά 10% από το 2020 στο 2021 και κατά 6,18% για το πρώτο τρίμηνο το 2022 συγκριτικά με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Η κρίσιμη σημασία του φυσικού αερίου ενισχύεται και από τα μεγάλα έργα υποδομών που υλοποιούνται στη χώρα με στόχο την ασφάλεια και τη διαφοροποίηση του ενεργειακού εφοδιασμού. Έργα όπως η αναβάθμιση του Τερματικού της Ρεβυθούσας, η κατασκευή πλωτών μονάδων αποθήκευσης και αεριοποίησης LNG (FSRU), η υπόγεια αποθήκη φυσικού αερίου στην Νότια Καβάλα αλλά και οι διακρατικοί αγωγοί που έχουν τεθεί (TAP) ή πρόκειται να τεθούν σύντομα σε λειτουργία (IGB), θωρακίζουν την επάρκεια εφοδιασμού των καταναλωτών και ταυτόχρονα καθιστούν την Ελλάδα Πύλη Υγροποιημένου Φυσικού Αερίου αρχικά για τα Βαλκάνια (όπως βλέπουμε ήδη με τις προμήθειες που κατευθύνονται προς Βουλγαρία και Ρουμανία) αλλά και για ολόκληρη την Ευρώπη.
Μείωση 50% των εκπομπών στις πόλεις που φτάνει το αέριο
– 2. Πιστεύετε ότι οι πρόσφατες γεωπολιτικές εξελίξεις θα επηρεάσουν αρνητικά την ανάπτυξη των νέων δικτύων διανομής στην ελληνική επικράτεια;
Για την επίτευξη των ενεργειακών στόχων και των επιδιώξεων του RePowerEU, θα πρέπει να λάβει κανείς υπόψιν το διαφορετικό σημείο εκκίνησης και ωριμότητας για κάθε Κράτος Μέλος της Ε.Ε.
Η Eλλάδα, εν αντιθέσει με τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές χώρες υποδέχτηκε αργά το φυσικό αέριο. Στην παρούσα χρονική στιγμή, βρίσκεται σε εξέλιξη ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα σε νέα δίκτυα διανομής, με σκοπό να «φτάσει» το φυσικό αέριο στο 70% της επικράτειας, το οποίο έως σήμερα δεν έχει πρόσβαση σε αυτό. Είναι χαρακτηριστικό ότι με την κάλυψη των υπολοίπων περιοχών της χώρας από το δίκτυο διανομής, ο αριθμός σημείων παράδοσης (μετρητές) φυσικού αερίου -που σήμερα ξεπερνά τις 500 χιλιάδες- αναμένεται να διπλασιαστεί αγγίζοντας το 1 εκ. έως το 2030.
Τα ίδια δίκτυα, όντας διεσπαρμένα, θα λειτουργήσουν μελλοντικά ως πολλαπλασιαστές για τη διείσδυση των ανανεώσιμων αερίων στο τελικό ενεργειακό μείγμα, φιλοξενώντας και διοχετεύοντας τα ανανεώσιμα αέρια (βιομεθάνιο, υδρογόνο, συνθετικό μεθάνιο) στους ίδιους τελικούς καταναλωτές που συνδέονται σήμερα σε αυτά.
Αν η χώρα μας θέλει πραγματικά να μειώσει δραστικά τις εκπομπές Αερίων του Θερμοκηπίου και να επιτύχει τους στόχους του ΕΣΕΚ θα πρέπει το φυσικό αέριο να διεισδύσει αρχικά σε όλες τις περιοχές και να αντικαταστήσει τα συμβατικά καύσιμα -δηλαδή το μαζούτ στη βιομηχανική χρήση και το πετρέλαιο στην οικιακή. Αυτό θα οδηγήσει σε άμεση μείωση του ανθρακικού αποτυπώματος και στη βελτίωση του περιβάλλοντος σε όλη τη χώρα. Όπως έχω επισημάνει και στο παρελθόν, σε κάθε νέα πόλη που διεισδύει το φυσικό αέριο, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου μειώνονται κατά 50%.
Κύριο μεταβατικό καύσιμο στην Ελλάδα για τουλάχιστον άλλα 25 χρόνια
-3. Στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Εθνικού Σχεδίου για την Ενέργεια και το Κλίμα, θεωρείτε ότι θα παραμείνει προτεραιότητα η γεωγραφική επέκταση της χρήσης του φυσικού αερίου στη χώρα μας;
Η φιλοδοξία της Ευρώπης για την απαλλαγή από τις εκπομπές άνθρακα θα πρέπει να διασφαλίζει ότι η μετάβαση προς την κλιματικά ουδετερότητα είναι οικονομικά βιώσιμη, κοινωνικά δίκαιη και διατηρεί την ασφάλεια του Εφοδιασμού των χωρών. Οι υφιστάμενες αλλά και προγραμματισμένες ενεργειακές υποδομές αποτελούν σημαντικά περιουσιακά στοιχεία που πρέπει να αξιοποιήσουν οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής για την αποφυγή υπέρογκων επενδύσεων που θα επιβαρύνουν δυσανάλογα τους τελικούς καταναλωτές. Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να αξιοποιηθούν στο μέγιστο τα χρηματοδοτικά εργαλεία της Ε.Ε., λαμβάνοντας υπόψιν τη τεχνογνωσία των Διαχειριστών, οι οποίοι αποτελούν τους συνδετικούς κρίκους μεταξύ των καταναλωτών και της ενεργειακής αγοράς.
Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ εκτός από τους εμπροσθοβαρείς στόχους που θα θέσει για την αύξηση των ΑΠΕ και την παραγωγή ανανεώσιμων αερίων θα πρέπει να ενισχύει τον ρόλο του φυσικού αερίου ως το κύριο μεταβατικό καύσιμο της χώρας μας για τα επόμενα τουλάχιστον 25 χρόνια. Τόσο το ΕΣΕΚ όσο και τα χρηματοδοτικά προγράμματα και εργαλεία θα πρέπει να δίνουν τα κατάλληλα σήματα στην αγορά με στόχο αφενός τα δίκτυα να αναπτυχθούν σε όλη την επικράτεια, αφετέρου οι υποδομές να ενισχύσουν την επάρκεια εφοδιασμού και την ανθεκτικότητα του ενεργειακού συστήματος της χώρας, ενισχύοντας τον ρόλο της Ελλάδας ως «πύλης εισόδου» φυσικού αερίου για την ευρύτερη περιοχή.
Υπό αυτό το πρίσμα θα πρέπει να διατηρηθεί στο υπό αναθεώρηση ΕΣΕΚ ο ποσοτικός στόχος που έχει τεθεί για την αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου στους τελικούς τομείς κατανάλωσης κατά 50% έως το 2030 σε σχέση με το 2017. Βασική προτεραιότητα θα πρέπει να παραμείνει η χρηματοδότηση για την ανάπτυξη των υποδομών φυσικού αερίου. Υποδομές με διττό όφελος, που αφενός θα συμβάλλουν στην επίτευξη των στόχων για την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής (fit-for-55) και αφετέρου θα επιταχύνουν την μετάβαση στις ΑΠΕ και την απανθρακοποίηση του ενεργειακού μείγματος.
-4. Πώς αποτιμάτε τα μέτρα της Κομισιόν για τη διαφοροποίηση των πηγών προμήθειας, την ενίσχυση της ασφάλειας εφοδιασμού και την ανταγωνιστικότητα των τιμών; Πιστεύετε ότι θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν πιο δραστικά μέτρα για την αποκλιμάκωση των τιμών;
Η διαφοροποίηση των διαδρομών εισόδου φυσικού αερίου που επιτυγχάνεται στη χώρα μας με τις υποδομές που προανέφερα, εγγυάται την ανθεκτικότητα του ενεργειακού συστήματος και την επάρκεια εφοδιασμού για όλους τους καταναλωτές.
Στο ίδιο πλαίσιο, η υποχρέωση πλήρωσης των αποθηκών αερίου κατά 90% σε ολόκληρη την Ε.Ε. έως την επόμενη χειμερινή περίοδο, θα ενισχύσει περαιτέρω την ασφάλεια εφοδιασμού.
Αναφορικά με τη διαμόρφωση των τιμών, ο εθελοντικός μηχανισμός κοινών προμηθειών (EU Energy Platform) μπορεί να δώσει τη δυνατότητα στα κράτη μέλη να διαπραγματευτούν συλλογικά πιο ανταγωνιστικές τιμές. Ωστόσο, το πιο δραστικό μέτρο που έχει προτείνει τόσο η Ελληνική Πολιτεία όσο και αρκετά άλλα ευρωπαϊκά κράτη είναι το πλαφόν -τουλάχιστον μέχρι την λήξη της πολεμικής σύρραξης– στις τιμές της χονδρεμπορικής αγοράς. Ένα μέτρο το οποίο θα αποσυνδέσει τις τιμές από τις ανάντη αγορές αναφοράς (TTF), ώστε να περιοριστούν τα φαινόμενα ανατιμητικών πιέσεων και η τιμή προς τους τελικούς καταναλωτές να διαμορφώνεται σύμφωνα με τη διακύμανση της προσφοράς και ζήτησης.
Εάν αυτή η πρόταση τεθεί σε εφαρμογή από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναμένεται σταδιακή αποκλιμάκωση των τιμών προς τους τελικούς καταναλωτές. Ας μην ξεχνάμε, ότι παρ’ ότι βρισκόμαστε εν μέσω της θερινής περιόδου με περιορισμένες οικιακές καταναλώσεις, οι ενεργοβόρες βιομηχανίες συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν υψηλές τιμές ενέργειες με ανάλογες επιπτώσεις στη βιωσιμότητα, στην ανταγωνιστικότητά τους και στην υλοποίηση προγραμματισμένων επενδύσεων.
Τριπλό όφελος από την έγχυση βιομεθανίου
-5. Επιστρέφοντας στο θέμα των προωθούμενων αλλαγών στο ενεργειακό μίγμα τα επόμενα χρόνια, ποια «θέση» θα πρέπει να έχει κατά τη γνώμη σας στο ΕΣΕΚ το βιομεθάνιο,; Σε χώρες όπως η Ελλάδα, ποιες είναι οι δυνατότητες για τη δημιουργία μίας εφοδιαστικής αλυσίδας βιομεθανίου;
Η έγχυση του βιομεθανίου στα δίκτυα διανομής αποτελεί μια πρόκληση για την Ελλάδα η οποία θα αποφέρει τριπλό όφελος για τη χώρα μας. Αρχικά, θα συμβάλλει στην επίτευξη του στόχου των 35 bcm βιομεθανίου που έχει τεθεί στο πλαίσιο του REpowerEU. Περαιτέρω, θα συντελέσει στην απολιγνιτοποίηση και το πρασίνισμα των δικτύων διανομής, ενισχύοντας παράλληλα την κυκλική οικονομία της χώρας.
Το μεγαλύτερο πλεονέκτημα του βιομεθανίου είναι η άμεση συμβατότητά του με τα υφιστάμενα δίκτυα διανομής. Δίκτυα τα οποία λόγω και της γεωγραφικής τους διασποράς σε αστικές και υπεραστικές περιοχές, θα επιτρέψουν την οικονομικά αποδοτική σύνδεση των εγκαταστάσεων παραγωγής και έγχυσης. Ως εκ τούτου, το βιομεθάνιο αποτελεί «κλειδί» για τη χώρα, καθώς θα συμβάλλει άμεσα στη μείωση της υπερεξάρτησης αντικαθιστώντας ένα μέρος του Ρωσικού φυσικού αερίου, ενώ παράλληλα καθιστά βιώσιμα τα δίκτυα διανομής.
Σήμερα στη χώρα μας υπάρχουν περίπου 40 μονάδες παραγωγής βιοαερίου οι οποίες -λόγω έλλειψης θεσμικού πλαισίου- αξιοποιούνται αποκλειστικά για την ηλεκτροπαραγωγή. Ωστόσο η έγχυση βιομεθανίου στο δίκτυο είναι ενεργειακά πιο αποδοτική από τη χρήση του βιοαερίου για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας. Περίπου το 90% της ενέργειας διατηρείται μέσω έγχυσης στο δίκτυο, αλλά μόλις το 65-70% όταν το βιοαέριο καίγεται για την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας.
Άμεσο στόχο αποτελεί η υποβολή προτάσεων για την θέσπιση του κατάλληλου νομικού και ρυθμιστικού πλαισίου σε εναρμόνιση με τις ευρωπαϊκές οδηγίες, όπου θα ευδοκιμήσουν κατάλληλα κίνητρα για την ανάληψη επιχειρηματικών πρωτοβουλιών από τους ενδιαφερόμενους. Συγκεκριμένα, οι στόχοι του ΕΣΕΚ με το πρόγραμμα REpowerEU, θα πρέπει να καταστούν δεσμευτικοί για την παραγωγή ανανεώσιμων αερίων. Προς αυτή την κατεύθυνση είναι σκόπιμο να εφαρμοστούν μηχανισμοί εγγυημένης τιμής για τους παραγωγούς Feed-in Tariff / Premium καθώς και να θεσπιστεί πλαίσιο Εγγυήσεων Προέλευσης (Guarantees of Origin).
Η ενεργειακή εξοικονόμηση «αντίβαρο» στο κόστος
-6. Ως μέτρο για την απεξάρτηση από τις ρωσικές εισαγωγές αερίου, στο REPowerEU περιλαμβάνεται επίσης η ενεργειακή εξοικονόμηση για τη μείωση της κατανάλωσης. Ποια μέτρα θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν;
Μαζί με το σχέδιο REPowerEU, η Επιτροπή παρουσίασε την ανακοίνωση της ΕΕ για την προώθηση της άμεσης εξοικονόμησης ενέργειας από τους πολίτες και τις επιχειρήσεις μέσω αλλαγών καταναλωτικής συμπεριφοράς και την ενίσχυση μεσοπρόθεσμα έως μακροπρόθεσμα δομικών μέτρων ενεργειακής απόδοσης.
Το βασικό στρατηγικό ερώτημα για εμάς στην Ευρώπη είναι τι μπορούμε να κάνουμε για να σταματήσουμε τη σπατάλη ενέργειας. Ειδικά για τη θέρμανση απαιτούνται στιβαρές και συντονισμένες προσπάθειες των εμπλεκόμενων φορέων ώστε να αξιοποιήσουμε τα οφέλη που προσφέρει το φυσικό αέριο καθώς και οι διάφορες τεχνολογικές λύσεις.
Σε αυτό το πλαίσιο, η πολιτεία θα πρέπει να συνεχίσει να προσφέρει κίνητρα προς τους δυνητικούς καταναλωτές για τη μετάβαση τους στη χρήση του φυσικού αερίου, μέσω προγραμμάτων επιδότησης αντικατάστασης των συστημάτων θέρμανσης πετρελαίου με συστήματα φυσικού αερίου, τα οποία θα πρέπει να διευρυνθούν για να καλύπτουν όλες τις Περιφέρειες ανά την επικράτεια.
Για τους υφιστάμενους οικιακούς καταναλωτές με χρήση Φυσικού Αερίου, θα πρέπει να προβλεφθεί χρηματοδότηση για την αντικατάσταση του παλαιού καυστήρα -που σε πολλές περιπτώσεις χρονολογείται από το 2000- με σύγχρονους λέβητες συμπύκνωσης φυσικού αερίου. Ένα μέτρο το οποίο θα συνεισφέρει άμεσα στην εξοικονόμηση ενέργειας των καταναλωτών τουλάχιστον κατά 25-30% βελτιώνοντας παράλληλα το περιβαλλοντικό τους αποτύπωμα.
Στο ίδιο πλαίσιο θα πρέπει να ευαισθητοποιηθούν οι αρμόδιοι φορείς που διαχειρίζονται τα δημοτικά και δημόσια κτίρια, ώστε τα προγράμματα εξοικονόμησης όπως το «Ηλέκτρα», να συμπεριλαμβάνουν δράσεις εκσυγχρονισμού των εγκαταστάσεων και των λεβήτων οι οποίοι λειτουργούν πάνω από 20 χρόνια και θεωρούνται πλέον παρωχημένοι, με ενεργειακή απόδοση που δεν ξεπερνά το 60%. Οι σύγχρονοι λέβητες φυσικού αερίου με συστήματα ελέγχου αντιστάθμισης μπορούν να επιτύχουν συντελεστή απόδοσης που αγγίζει το 100%.
Αντίστοιχα προγράμματα θα πρέπει να προβλεφθούν και για την αναβάθμιση των εγκαταστάσεων της βιομηχανίας με τεχνολογικά προηγμένο εξοπλισμό που θα οδηγήσει στην ενεργειακή τους αναβάθμιση, τον εξορθολογισμό της διαχείρισης των πόρων και εν τέλει θα προωθήσει την ανταγωνιστικότητα και τη περιβαλλοντική τους βιωσιμότητα. Είναι προφανές λοιπόν ότι, η ενεργειακή εξοικονόμηση μπορεί να αντισταθμίσει και ένα μέρος των υψηλών τιμών της ενέργειας.
Κομβικά τα δίκτυα διανομής και για την αποκεντρωμένη παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου
-7. Για την απανθρακοποίηση δραστηριοτήτων όπου δεν είναι εφικτός ο εξηλεκτρισμός τους, θεωρείται ότι η τελεσίδικη απάντηση θα δοθεί με την ανάπτυξη της οικονομίας του «πράσινου» υδρογόνου. Ποια είναι η γνώμη σας;
Η Ελλάδα έχει αναγνωρίσει τον ρόλο του υδρογόνου στην πράσινη μετάβαση αναδεικνύοντας τη στρατηγική θέση της χώρας μας ως μελλοντικό παραγωγό πράσινου υδρογόνου για τις ευρωπαϊκές αγορές. Εξάλλου, η δυναμική της Ελλάδας στην παραγωγή ενέργειας από ΑΠΕ ανοίγει το δρόμο για την ανάπτυξη μεγάλων έργων παραγωγής πράσινου υδρογόνου όπως για παράδειγμα το White Dragon με ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2029 και παραγωγή που θα αγγίζει τους 250.000 τόνους υδρογόνου / έτος.
Παρά την πολλά υποσχόμενη δυναμική, δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή παραγωγή «πράσινου» υδρογόνου στην Ελλάδα. Οι κύριες προκλήσεις αφορούν την ανάπτυξη της ζήτησης υδρογόνου τόσο για υπάρχουσες εφαρμογές (βαριά βιομηχανία, διυλιστήρια) όσο και για νέες χρήσεις (ηλεκτροπαραγωγή, οικιακή θέρμανση). Η ανάπτυξη μιας αλυσίδας αξίας υδρογόνου θα εξαρτηθεί επίσης από την επιτυχή ολοκλήρωση και σύνδεση των υποδομών παραγωγής, μεταφοράς, διανομής, αποθήκευσης και τελικής χρήσης. Αυτό απαιτεί συντονισμένες επενδύσεις από όλους τους συμμετέχοντες στην αλυσίδα αξίας.
Τα δίκτυα Διανομής φυσικού αερίου, όπως αποδεικνύεται και από άλλα ευρωπαϊκά έργα (Ready4H2) που έχουν εφαρμοστεί πιλοτικά, είναι δυνατό στο μέλλον να υποδεχτούν ποσότητες υδρογόνου σε ανάμειξη με φυσικό αέριο και βιομεθάνιο, με τις κατάλληλες τροποποιήσεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω των υφιστάμενων υποδομών και αξιοποιώντας τις ήδη υλοποιηθείσες επενδύσεις, θα ενσωματωθεί και το υδρογόνο στο μίγμα προς τον τελικό καταναλωτή.
Στο μέλλον, το μοντέλο παραγωγής βιομεθανίου που προανέφερα, μπορεί να αναπαραχθεί και για το «πράσινο» υδρογόνο, όπου οι Διαχειριστές Δικτύων Διανομής Αερίου θα συλλέγουν και θα διοχετεύουν την αποκεντρωμένη παραγωγή υδρογόνου από ηλεκτρολύτες «μικρής κλίμακας» στα δίκτυά τους, αξιοποιώντας τα τοπικά πλεονάσματα ηλεκτρικής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές. Πλεόνασμα που στην πραγματικότητα, εάν δεν μετατραπεί σε υδρογόνο και εισαχθεί στο σύστημα διανομής φυσικού αερίου, δεν θα είναι εκμεταλλεύσιμο. Αυτό είναι ένα κόστος που η Ευρώπη δεν μπορεί να επωμιστεί, εάν θέλει να εκπληρώσει τον στόχο αξιοποίησης 20 εκατομμυρίων τόνων υδρογόνου ετησίως έως το 2030, ώστε να ανακτήσει την ενεργειακή της ανεξαρτησία και να επιτύχει τις περιβαλλοντικές της φιλοδοξίες.
Στο πλαίσιο αυτό, σχεδιάζουμε επενδύσεις μακροπρόθεσμα, για την αναβάθμιση, την αναπροσαρμογή και την ψηφιοποίηση των υποδομών με νέες τεχνολογίες και συστήματα αυτομάτου ελέγχου, ώστε να τα δίκτυα να είναι έτοιμα για την μελλοντική έγχυση και διοχέτευση των ανανεώσιμων αερίων.
Ρεαλιστικοί στόχοι για δίκαιη και ομαλή ενεργειακή μετάβαση
-8. Για όλα αυτά που προαναφέρατε, τι κατά τη γνώμη σας πρέπει να γίνει για να προαχθούν οι προτάσεις σας σε Εθνικό και Κοινοτικό επίπεδο;
Γίνεται εύκολα αντιληπτό, ότι τα δίκτυα διανομής και οι Διαχειριστές, διαδραματίζουν σήμερα κομβικό ρόλο στην επιτάχυνση της επίτευξης του στόχου του RepowerEU για την ενεργειακή απεξάρτηση, τη διαφοροποίηση των πηγών και την προάσπιση του δικαιώματος των καταναλωτών για πρόσβαση σε προσιτή μορφή ενέργειας που σήμερα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες προκλήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, εμείς οι Διαχειριστές θα πρέπει να έχουμε τη δυνατότητα συμμετοχής στην Επιτροπή Ενέργειας -όπως συμβαίνει και Πανευρωπαϊκά- καθώς μέσω της εμπειρίας μας και της επίγνωσης των συνθηκών της αγοράς, μπορούμε να συμβάλλουμε τα μέγιστα στη διαμόρφωση πολιτικών και σχεδίων που θα συνδέουν τους θεωρητικούς στόχους με ρεαλιστικές και άμεσα εφαρμόσιμες λύσεις προς όφελος των τελικών καταναλωτών, της κοινωνίας, και του περιβάλλοντος.
Ένα από τα κρίσιμα ζητήματα – «κλειδί» – για την ενεργειακή μετάβαση αποτελεί η αναθεώρηση του 3ου ενεργειακού πακέτου για το φυσικό αέριο. Σε αυτό το πλαίσιο, ο φορέας για τη βιωσιμότητα GD4S -μέλος του οποίου αποτελεί και η ΕΔΑ ΘΕΣΣ-, συμμετέχει ενεργά στις διαβουλεύσεις για την διαμόρφωση του πλαισίου για την αγορά του βιομεθανίου, του υδρογόνου και των απανθρακοποιημένων αερίων (Gas Decarbonization Package). Προς την κατεύθυνση αυτή κρίνεται σκόπιμη η ένταξη των δεσμευτικών στόχων του REpowerEU στην υπό διαβούλευση κοινοτική Οδηγία, η θέσπιση ενός στέρεου νομοκανονιστικού πλαισίου για την ανάπτυξη της σχετικής επιχειρηματικότητας, ο προσδιορισμός κανόνων οριζόντιου και κάθετου διαχωρισμού για τους Διαχειριστές, ώστε να τους επιτραπεί να γίνουν φορείς εκμετάλλευσης δικτύων ανανεώσιμων αερίων, αρχικά βιομεθανίου και υδρογόνου στο μακρινό μέλλον.
Ο Οργανισμός, υψώνοντας τη φωνή του σε κοινοτικό επίπεδο, πρεσβεύει δικαίως τη δημιουργία διακριτού Φορέα Διαχειριστών Δικτύων Διανομής (EU Gas DSO Entity) για το φυσικό αέριο, το βιομεθάνιο και αργότερα το υδρογόνο, προκειμένου να επιτευχθούν οι στόχοι που προανέφερα, αξιοποιώντας τις υφιστάμενες υποδομές Φυσικού Αερίου. Έτσι ο ρόλος των Διαχειριστών Δικτυών Διανομής αποκτά υπόσταση στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού σχεδιασμού.
Σε μία μεταβατική περίοδο με έντονη αμφισημία, όπου από τη μία τείνει να σταθεροποιηθεί η αγορά του φυσικού αερίου, ενώ από την άλλη ο μακροπρόθεσμος στόχος σε κοινοτικό επίπεδο είναι η μείωση και τελικά εξάλειψη της χρήσης ορυκτών καυσίμων, είναι προφανές ότι θα πρέπει να τεθούν ρεαλιστικοί στόχοι σε ευρωπαϊκό και εθνικό επίπεδο για μία δίκαιη και ομαλή ενεργειακή μετάβαση. Υπό αυτή την έννοια, όχι μόνο δεν ήρθε το τέλος του Φυσικού Αερίου αλλά τώρα είναι το momentum, που ο ρόλος του Φυσικού αερίου αναβαθμίζεται και ως καταλύτης, δύναται να αποτελέσει το καύσιμο-γέφυρα για την επίτευξη των κοινοτικών στόχων.