Η διχόνοια είναι ένα φαινόμενο το οποίο ακολουθεί σταθερά την ιστορική πορεία του Ελληνισμού, κεντρίζοντας τα πλέον επικίνδυνα και καταστροφικά χαρακτηριστικά του ψυχισμού μας, αποτελώντας διαχρονικά την «Αχίλλειο πτέρνα» του έθνους μας.
Όπως αναφέρει ο Νίκος Καζαντζάκης στο έργο του «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται», ο Αλλάχ έπλασε τον Ρωμιό αλλά μόλις τον είδε το μετάνιωσε και τότε σκέφτηκε να φτιάξει τον Τούρκο για να απαλλάξει την ανθρωπότητα από τον πρώτο. Έτσι τους έβαλε σε ένα ταψί για να παλέψουν αλλά ο Ρωμιός κατάφερε να εξουδετερώσει τον Τούρκο. Τότε ο Αλλάχ έπλασε ακόμα έναν Ρωμιό και τον έβαλε στο ταψί με τον άλλο. Από τότε οι δυο τους παλεύουν συνέχεια μεταξύ τους και έτσι ο κόσμος βρήκε την ησυχία του. Πρόκειται ίσως για την παραστατικότερη και περιεκτικότερη λογοτεχνική απόδοση της διχαστικής τάσης και της διχόνοιας των Ελλήνων.
Το φαινόμενο της εθνικής διχόνοιας μας είναι γνωστό από τα αρχαία χρόνια με τις έριδες των αρχαίων θεών των Ελλήνων (Μήλο της Έριδος), από τα Ομηρικά Έπη με τη διαμάχη του Αχιλλέα και του Αγαμέμνωνα και από τους αλλεπάλληλους εμφύλιους πολέμους μεταξύ των ελληνικών κρατιδίων, με αποκορύφωμα τον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Και συνεχίζεται στη νεότερη ιστορία μας με την άλωση της Πόλης το 1453, την εμφύλια σύγκρουση μεταξύ οπλαρχηγών και «καλαμαράδων» (πολιτικών) το 1823, η οποία έθεσε σε κίνδυνο την Ελληνική Επανάσταση, τη Μικρασιατική καταστροφή το 1922, τον Εμφύλιο Πόλεμο το 1944-1949 και την εισβολή στην Κύπρο το 1974.
Αυτή η διχόνοια και η «φαγωμάρα» εξακολουθεί να αποτελεί κύριο χαρακτηριστικό του Νεοέλληνα και αποτυπώνεται εμφατικά σχεδόν σε όλους τους τομείς όχι μόνο του δημόσιου αλλά του ιδιωτικού μας βίου. Εκφράζεται μεταξύ των πολιτικών κομμάτων, μέσα και έξω από την Βουλή, καλλιεργείται μέσα στα πανεπιστήμια από τις φοιτητικές παρατάξεις, εμφανίζεται ανάμεσα σε κομματικούς οπαδούς στα καφενεία της χώρας, την παρακολουθούμε στα τηλεοπτικά «παράθυρα» και στη δημόσια αντιπαράθεση επιστημόνων, ακαδημαϊκών, δημοσιογράφων και άλλων ειδικών, τη ζούμε στα γήπεδα μεταξύ των οπαδών, εκδηλώνεται από τους ανώνυμους «γνωστούς-άγνωστους» κουκουλοφόρους και τους τρομοκράτες στους δρόμους της Αθήνας και των άλλων ελληνικών μεγαλουπόλεων και τέλος, εξελίσσεται σε μίσος ακόμα και ανάμεσα σε οικογένειες και σε στενούς συγγενείς.
Απαντάται παντού, σε σωματεία, ιδρύματα, ΜΚΟ, ιδιωτικούς και κρατικούς φορείς, στον τομέα της Υγείας, της Δημόσιας Διοίκησης, του Συνδικαλισμού, και σε κάθε μορφή πολιτικής, κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας, τροφοδοτούμενη από ένα σύστημα διεφθαρμένο και υποχνόνιο, στηριζόμενο στην αρχή του «διέρει και βασίλευε».
Και φυσικά, ακολουθώντας τις τάσεις της εποχής, εκδηλώνεται πλέον απερίφραστα, σχεδόν προκλητικά, στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, στα ηλεκτρονικά φόρουμ και σε διάφορες ιστοσελίδες σε ένα παραλήρημα ιδεολογικού φανατισμού, μισαλλοδοξιας, εμπάθειας και ιδιοτέλειας λαμβάνοντας συχνά διαστάσεις ηλεκτρονικού «εμφυλίου».
Μια μικρή γεύση της διχαστικής προδιάθεσης των Ελλήνων την πήρα πρόσφατα, στημένος στην ουρά ενός ΑΤΜ προκειμένου να λάβω το οικονομικό «συσσίτιο» των τραπεζών μετά την επιβολή του κεφαλαιακού ελέγχου. Οι διαφορετικές ιδεολογικές καταβολές σε συνδυασμό με την αγανάκτηση και την ανασφάλεια ήταν αρκετά για να ανάψουν τα αίματα μεταξύ δυο πολιτών.
Στις 5 Ιουλίου ο ελληνικός λαός οδηγείται σε ένα δημοψήφισμα με ασαφές διακύβευμα και άγνωστες τις ακριβείς συνέπειες του αποτελέσματός του, καθώς καλείται να δώσει θετική ή αρνητική απάντηση σε ένα ερώτημα το οποίο ερμηνεύεται κατά το δοκούν. Για κάποιους κρίνεται η εθνική μας ανεξαρτησία και υπερηφάνεια και για άλλους η παραμονή μας στο Ευρώ ή η επιστροφή στη Δραχμή.
Λαμβάνοντας υπόψη την ιστορία μας, σε συνδυασμό με όσα βιώνουμε τις τελευταίες μέρες, αντιλαμβάνομαι ότι η Ελλάδα της 6ης Ιουλίου θα είναι μια χώρα χωρισμένη στα δύο και όλοι εμείς του «ναι» και του «όχι» θα πρέπει όχι απλά να συνυπάρξουμε αλλά και να δοκιμαστούμε μαζί διότι, ανεξαρτήτως αποτελέσματος, ο επόμενος καιρός θα είναι ακόμα δυσκολότερος για τον Ελληνικό λαό. Και αναρωτιέμαι πώς θα συμβιώσουμε χωρίς αλληλεγγύη και ομόνοια, χωρισμένοι στους «ναίδες» και στους «όχιδες»;
Καλώς ή κακώς, η ζωή τα έφερε έτσι ώστε να αξιωθώ να ζήσω ένα δημοψήφισμα, κατά πολλούς, τον υπέρτατο θεσμό της άμεσης δημοκρατίας. Όμως ομολογώ ότι αυτό το δημοψήφισμα με τρομάζει για τις «παγίδες» που μπορεί να κρύβει. Και αυτό που με τρομάζει περισσότερο δεν είναι το νόμισμα της επόμενης μέρας αλλά η ιδέα της Ελλάδας της επόμενης μέρας, μιας κοινωνίας διχασμένης σε πολίτες «περισσότερο Έλληνες» και σε «λιγότερο Έλληνες», σε «πατριώτες» και σε «προδότες».
Βασίλης Ντόβας
M.A. Marketing Advertising and Public Relations
επιστημονικός συνεργάτης ΒΙΑΝΕΞ Α.Ε