Τι θυμάσαι από τα παιδικά σου χρόνια;
Στο σπίτι μας υπήρχε μια «εμπόλεμη» κατάσταση. Οι γονείς μου από ένα διάστημα και μετά σταμάτησαν να ενδιαφέρονται ο ένας για τον άλλον ή ενδιαφέρονταν με λάθος τρόπο και μέσα στο σπίτι υπήρχε μια εκρηκτική κατάσταση, με συνεχείς εκνευρισμούς και τσακωμούς. Δεν ήταν το πιο κατάλληλο σπίτι για να μεγαλώνει ένα παιδί. Έτσι κλείστηκα στον εαυτό μου για να προστατευθώ από αυτό που γινόταν και όσο μεγάλωνα, ως έφηβος, έγινα αρκετά κυνικός. Είχα βάλει μια «ασπίδα προστασίας».
Είχα πολύ καλοσύνη μέσα μου, αλλά ήμουν πολύ κλεισμένος στον εαυτό μου. Αυτό που με «ξεκλείδωσε» ήταν ο αθλητισμός, πρώτα στο μπάσκετ και μετά στο βόλεϊ της ομάδας του Άρη. Εκεί πραγματικά άρχισα να νιώθω ότι ζω, ότι έχω τρεις-τέσσερις φίλους. Υπήρχε ένας συναγωνισμός και όχι ανταγωνισμός στο παιχνίδι, στις παρέες , στους αγώνες. Κι ύστερα το δεύτερο που με «ξεκλείδωσε» ήταν η δραματική σχολή της Ρούλας Πατεράκη.
Τα αγόρια έχουν συνήθως ως πρότυπο τον πατέρα τους. Συνέβαινε αυτό σε εσένα;
Όχι, δεν ήταν ουσιαστικό πρότυπο. Θέλει πολλή δουλειά για να μπορέσεις να είσαι ο εαυτός σου με τη γνώση και με την εμπειρία που κουβαλάς. Να μπορείς να ξεπεράσεις τα πρότυπα που μπορεί να έχουν καταγραφεί μέσα στην παιδική ψυχή.
Με τη μητέρα σου είχες καλύτερη σχέση;
Ναι, πολύ καλύτερη σχέση με ότι είχα με τον πατέρα μου. Είχα μια μητέρα που ήταν του δημοτικού, προσπαθούσε να μεγαλώσει με αγάπη τα παιδιά της, αλλά μας είχε εμφυσήσει όλες τις δειλίες της.
Οι γονείς σου σε κρατούσαν πίσω;
Ναι, ενηλικιώθηκα όταν έφυγα από αυτό το σπίτι.