Οι δικηγόροι επικρίνουν την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την έκδοση εγκυκλίου – οδηγίας για την υπόθεση των Τεμπών.
«Πόλεμος» μεταξύ της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας και της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος έχει ξεσπάσει, με αφορμή ανακοίνωση των δικηγόρων, στην οποία έκαναν λόγο για πολιτικές παρεμβάσεις του Υπουργείου Δικαιοσύνης στην υπόθεση των Τεμπών, ενώ επέκριναν την εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για την έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της για την υπόθεση του πολύνεκρου σιδηροδρομικού δυστυχήματος στα Τέμπη.
Σε συνέντευξη Τύπου, οι δικηγόροι, μετά την επίσκεψή τους στον εφέτη – ανακριτή Λάρισας κ. Μπακαΐμη, μίλησαν για πολιτικές παρεμβάσεις στην υπόθεση των Τεμπών, ενώ επιτέθηκαν και στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, χαρακτηρίζοντας «ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχή χρονικά την έκδοση της εγκυκλίου-οδηγίας της, που δίνει κατευθυντήριες εντολές όχι μόνο στους ιεραρχικά υφισταμένους της, αλλά και στους δικαστές που ερευνούν την υπόθεση σε μια πιο επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης».
Ακολούθησε ανακοίνωση της Ενωσης Εισαγγελέων Ελλάδος, που άπλωσε «ομπρέλα προστασίας» στην ανώτατη εισαγγελέα, ενώ επιτέθηκε στους δικηγόρους, τονίζοντας μεταξύ άλλων τα εξής: «Δημόσιες απαξιωτικές, επικοινωνιακού τύπου δηλώσεις και ισχυρισμοί όπως οι παραπάνω, που αμφισβητούν νόμιμες και επιβαλλόμενες υπηρεσιακές ενέργειες λειτουργών της δικαιοσύνης, καταδεικνύουν ηθελημένη παράβλεψη ή μη συγγνωστή άγνοια του νόμου, της δομής των Εισαγγελιών και του τρόπου λειτουργίας της εισαγγελικής Αρχής και που αποβλέπουν προφανώς στην προβολή και τη δημιουργία εντυπώσεων, δεν ωφελούν ουσιαστικά και πρέπει να εκλείψουν».
Στην αντεπίθεση, με ανακοίνωσή της, η Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων της χώρας απάντησε στους εισαγγελείς σε έντονο ύφος, τονίζοντας: «Υποδείξεις προς το δικηγορικό σώμα να απεκδυθεί της θεσμικής του συμβολής στην βελτίωση της λειτουργίας και απονομής της δικαιοσύνης δεν είναι αποδεκτές».
Η ανακοίνωση της Ένωσης Εισαγγελέων Ελλάδος
«Με αφορμή δημόσιες δηλώσεις εκπροσώπων της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων, σχετικές με την εκκρεμή “υπόθεση των Τεμπών”, στις οποίες, μεταξύ των άλλων, χαρακτηρίζεται ως “ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχής χρονικά η έκδοση εγκυκλίου της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου, αλλά και ως μια επικοινωνιακού τύπου πρωτοβουλία που παρεμβαίνει στο έργο της τακτικής δικαιοσύνης”, επισημαίνουμε τα ακόλουθα:
Η ενέργεια της εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, να απευθυνθεί στην έχουσα, κατ’ άρθρο 32 παρ.1 ΚΠΔ, κατόπιν προηγούμενης παραγγελίας της ιδίας, την ανώτατη εποπτεία του ανακριτικού έργου επί της συγκεκριμένης υπόθεσης εισαγγελέα εφετών Λάρισας, παραγγέλνοντας να μεριμνήσει, ώστε να ερευνηθεί και να απαντηθεί, κάθε ισχυρισμός και καταγγελία, που προβάλλεται από συγγενείς θυμάτων και τους συνηγόρους τους, αποτελεί νόμιμη και επιβαλλόμενη στη συγκεκριμένη περίπτωση υπηρεσιακή ενέργεια, που προβλέπεται από τις διατάξεις του ΚΠΔ (άρθρο 32) και του Κώδικα Οργανισμού Δικαστηρίων και Κατάστασης Δικαστικών Λειτουργών – Ν. 4938/2022 (άρθρα 23 παρ. 1, στοιχ. γ ,2 και 28 παρ. 5) στις οποίες, πέραν των άλλων, προβλέπεται ότι ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ασκεί εποπτεία στις εισαγγελίες όλης της χώρας, συνιστάμενη στην επίβλεψη και την έκδοση γενικών οδηγιών για την εύρυθμη λειτουργία των εισαγγελιών, μπορεί να απευθύνει παραγγελίες, γενικές οδηγίες και συστάσεις σχετικές με την άσκηση των καθηκόντων τους προς όλους τους εισαγγελικούς λειτουργούς της χώρας και σε υποθέσεις εξαιρετικής φύσης, όπως η συγκεκριμένη, μπορεί να διατάσσει την διεξαγωγή της ανάκρισης και την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο κατ’ απόλυτη προτεραιότητα.
Από τις παραπάνω διατάξεις σε συνδυασμό με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της συγκεκριμένης εξαιρετικής φύσης υπόθεσης, προκύπτει με σαφήνεια η νομιμότητα και η ορθότητα της συγκεκριμένης παραγγελίας της Εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, η οποία σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί και δεν μπορεί να θεωρηθεί από οποιονδήποτε και δη από συλλειτουργούς της δικαιοσύνης ως παρέμβαση σε δικαστικούς λειτουργούς.
Δημόσιες απαξιωτικές, επικοινωνιακού τύπου δηλώσεις και ισχυρισμοί όπως οι παραπάνω, που αμφισβητούν νόμιμες και επιβαλλόμενες υπηρεσιακές ενέργειες λειτουργών της δικαιοσύνης, καταδεικνύουν ηθελημένη παράβλεψη ή μη συγγνωστή άγνοια του νόμου, της δομής των εισαγγελιών και του τρόπου λειτουργίας της εισαγγελικής Αρχής και που αποβλέπουν προφανώς στην προβολή και τη δημιουργία εντυπώσεων, δεν ωφελούν ουσιαστικά και πρέπει να εκλείψουν».
Η ανακοίνωση της Oλομέλειας των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων
«Όπως είναι γνωστό, η Ολομέλεια των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων Ελλάδος έχει από την πρώτη στιγμή υποβάλει, κατ’ άρθρον 90 ζ’ Κώδικα Δικηγόρων, Δήλωση Παράστασης προς Υποστήριξη της Κατηγορίας κατά των ήδη κατηγορούμενων και κάθε άλλου υπευθύνου για την τυχόν αξιόποινη συμπεριφορά τους που είχε ως αποτέλεσμα τον θάνατο και τον τραυματισμό επιβαινόντων στις αμαξοστοιχίες που συγκρούστηκαν στα Τέμπη στις 28.02.2023. Χθες, κατά την συμπλήρωση ενός έτους από τραγικό πολύνεκρο δυστύχημα, συνεισφέροντας στη δικαστική διερεύνηση της υπόθεσης, καταθέσαμε ενώπιον του αρμόδιου ειδικού εφέτη ανακριτή συμπληρωματικό υπόμνημα συνοδευόμενο από έκθεση τεχνικής πραγματογνωμοσύνης.
Στο πλαίσιο του ενεργού δικονομικού μας ρόλου στην υπόθεση, αλλά και κατ’ ενάσκηση των θεσμικών αρμοδιοτήτων που προβλέπει ο Κώδικας Δικηγόρων για τους τους δικηγορικούς συλλόγους και την Ολομέλεια (άρθρα 90 & 134 ΚωδΔικ), έχουμε δικαίωμα αλλά και υποχρέωση δημόσιας παρέμβασης προς τον σκοπό της πλήρους διερεύνησης της υπόθεσης, της ταχείας και απρόσκοπτης απονομής της δικαιοσύνης και της κατάγνωσης των τυχόν ποινικών ευθυνών στη συγκεκριμένη υπόθεση.
Στο πλαίσιο αυτό σχολιάσαμε δημόσια την παρέμβαση της εισαγγελέως του Αρείου Πάγου, η οποία προέβη σε δημόσια προτροπή, όχι μόνο προς την εισαγγελική, αλλά και προς την ανακριτική Αρχή, που έχει επιληφθεί της υπόθεσης. Την ενέργεια αυτή χαρακτηρίσαμε “ατελέσφορη, απρόσφορη και ατυχή” καθώς ισχύουν τα ακόλουθα: Ο ορισμός του ειδικού εφέτη ανακριτή στην εν λόγω υπόθεση πραγματοποιήθηκε με απόφαση της Ολομέλειας του Εφετείου σε Συμβούλιο, σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 28 παρ. 1 ΚΠΔ και όχι με την συνήθη εισαγγελική παραγγελία για την διεξαγωγή ανάκρισης του άρθρου 43 ΚΠΔ.
Η διεξαγωγή της κυρίας ανάκρισης ασκείται μόνο από τον αρμόδιο Ανακριτή (ΚΠΔ 246 παρ. 1), εν προκειμένω, τον ειδικό εφέτη ανακριτή, που έχει οριστεί, κατά τα προεκτεθέντα.
Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 32 ΚΠΔ, η ανώτατη εποπτεία στην ανάκριση ανήκει στον εισαγγελέα Εφετών. Ο εισαγγελέας Εφετών έχει μεν την εποπτεία του ανακριτικού έργου αλλά όχι την διεύθυνση αυτού. Αυτό προκύπτει και από την Αιτιολογική Εκθεση του ΚΠΔ σύμφωνα με την οποία, “ο εισαγγελέας Εφετών δεν μπορεί να δίνει ειδικές εντολές και κατευθύνσεις στον ανακριτή σχετικά με τον χειρισμό συγκεκριμένης υπόθεσης αλλά και η παρέμβασή του στο ανακριτικό έργο περιορίζεται σε γενικές κατευθύνσεις σχετικές με την οργάνωση του ανακριτικού έργου και τη λειτουργία του ανακριτικού γραφείου. Επομένως, οποιαδήποτε παρέμβαση του εισαγγελέα Εφετών που αφορά σε συγκεριμένη υπόθεση λ.χ. σε σχέση με το περιεχόμενο ή την σειρά διενέργειας των ανακριτικών πράξεων ή με τον τρόπο χειρισμού ορισμένης υπόθεσης, βρίσκεται εκτός του πνεύματος της διάταξης του άρθρου 32 ΣχΚΠΔ και είναι απαγορευμένη”.
Με τις διατάξεις εξάλλου του άρθρου 32 ΚΠΔ, στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου παρέχεται κατ’εξαίρεση το δικαίωμα να διενεργήσει προκαταρκτική εξέταση (εκ παραλλήλου με τον Εισαγγελέα Εφετών ή Πλημμελειοδικών), καθώς επίσης, σε υποθέσεις εξαιρετικής φύσης (όπως η παρούσα), να διατάξει την κατά απόλυτη προτεραιότητα διεξαγωγή ανάκρισης ή εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο. Η ανώτατη εποπτεία της ανάκρισης παραμένει σε κάθε περίπτωση αποκλειστικά στον Εισαγγελέα Εφετών.
Επομένως, η εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ουδεμία αρμοδιότητα, ή δικαίωμα είχε να απευθύνει εγκύκλιο-οδηγία, στην εισαγγελέα Εφετών και ουσιαστικά και στον ειδικό εφέτη ανακριτή, με συγκεκριμένες υποδείξεις επί του περιεχομένου της ανάκρισης, η δε κατ’ άρθρον 32 ΚΠΔ εποπτεία του εισαγγελέα εφετών από τον νόμο, πρέπει να περιορίζεται σε γενικές κατευθύνσεις και οδηγίες για την οργάνωση του ανακριτικού έργου και σε καμμία περίπτωση σε ειδικές παραγγελίες, κατευθύνσεις ή εντολές σχετικά με τον χειρισμό συγκεκριμένης υπόθεσης.
Ως εκ τούτου, η αποστολή εγκυκλίου-οδηγίας προς την εισαγγελέα Εφετών και ουσιαστικά προς τον ανακριτή είναι θεσμικά αδόκιμη, αλυσιτελής και εξόχως προβληματική. Κατανοούμε τη σπουδή του νέου Διοικητικού Συμβουλίου της Ένωσης Εισαγγελέων να τοποθετηθεί δίκην υπερασπίσεως της κ. εισαγγελέως του ΑΠ, αλλά θα πρέπει να γίνει δεκτό από όλους ότι ουδείς εξαιρείται της κριτικής. Επικοινωνιακού τύπου παρεμβάσεις θα πρέπει να αναζητηθούν σε άλλες κατευθύνσεις και δη σε όψιμες πρωτοβουλίες που υπερβαίνουν, μάλιστα, το πλαίσιο της εποπτείας της ανάκρισης και υποδεικνύουν συγκεκριμένες ενέργειες. Υποδείξεις προς το δικηγορικό σώμα να απεκδυθεί της θεσμικής του συμβολής στην βελτίωση της λειτουργίας και απονομής της δικαιοσύνης δεν είναι αποδεκτές».
Πηγή: ieidiseis